Το «Tar» είναι η ταινία που έχει συζητηθεί όσο καμία άλλη τη φετινή χρονιά, πριν ακόμη φτάσει στις κινηματογραφικές αίθουσες. Και όχι επειδή λατρεύουμε όλοι την κλασική μουσική. Ίσως με τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη και τον δικό του «Maestrο», στο Μega και στο Netflix, να μάθαμε ξαφνικά πώς κρατάμε σωστά την μπαγκέτα, πώς διαβάζουμε μια παρτιτούρα, τι είναι το «ανκόρ.»

Ένας άλλος μαέστρος, λοιπόν, για την ακρίβεια, μία μαέστρος, η Κέιτ Μπλάνσετ, αγαπημένη ηθοποιός σε όποιον ρόλο έχει υποδυθεί μέχρι σήμερα, είναι υποψήφια και πάλι για Oscar, ίσως το τρίτο της καριέρας της, με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά αφέθηκε στα χέρια του συζύγου της, Τοντ Φιλντ, που υπογράφει σενάριο και σκηνοθεσία. Και την έχει βάλει και στην παραγωγή (έχοντας μέχρι στιγμής «επιστρέψει» στο ταμείο μόλις 6 από τα 35.000.000 δολάρια που ξόδεψαν).

Δεν υπάρχει πλοκή

Για να την «καταστρέψει». Αργά και βασανιστικά. Και εμάς μαζί. Η Λύδια Ταρ, λοιπόν, η οποία, όχι, δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Να σας πω τι κατάλαβα έπειτα από περίπου τρεις «μαρτυρικές» ώρες, 158 ακριβώς λεπτά, (ευτυχώς με διάλειμμα), Κυριακή στις 8 το βράδυ, μέσα στο κατάμεστο «Αθήναιον», με θεατές κυρίως ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας; Δεν θα κάνω σπόιλερ, γιατί δεν υπάρχει πλοκή. Μια γυναίκα ανέκφραστη, καρικατούρα-φάντασμα, εξαιρετικά καλοντυμένη, με κοστούμι πάντα και πουκάμισο, υπηρετεί μέχρι τέλους τον ρόλο της λεσβίας, η οποία μοιράζεται ένα σπίτι για… φωτογράφιση, με τη σύντροφό της, πρώτο βιολί της ορχήστρας που διευθύνει, και το παιδί της. Οι κριτικοί κινηματογράφου, στην Ελλάδα κι εκτός, βάζουν πέντε αστέρια και οι θεατές μένουν χαμένοι στη… μετάφραση. Στην ταινία, η Αυστραλή ηθοποιός μιλάει τέσσερις γλώσσες, μας ταξιδεύει από το Βερολίνο στη Νέα Υόρκη και τις Φιλιππίνες, θαυμάζουμε το ταξίδι, την κουζίνα της πρωταγωνίστριας, το σαλόνι της, την γκαρνταρόμπα της και λυπούμαστε τα χρήματα που ξοδεύτηκαν.
1784_3
Φλυαρία από τους τίτλους αρχής, στους οποίους αναφέρονται λεπτομερώς όλοι οι συντελεστές, σαν να ήταν οι τίτλοι τέλους. Δεν πειράζει, λέμε. Πρωτότυπο. Στην επόμενη σκηνή η ηρωίδα συνομιλεί με δημοσιογράφο του εβδομαδιαίου περιοδικού «Νew Yorker». Η σκηνή μοιάζει αμοντάριστη, σαν TED talk σεμινάριο για προχωρημένους, με κουτσομπολιά για μαέστρους, μουσικούς, συνθέτες. Όπως συμβαίνει και μετά με έναν φοιτητή στη Σχολή Τζούλιαρντ. Αναγνωρίζεις πως πρόκειται για έναν θηλυκό Χάρβεϊ Γουάνσταϊν, μια γυναίκα που εξαιτίας της θέσης της εκμεταλλεύεται νεαρά κορίτσια, αλλά κι αυτό ακόμη το υποψιάζεσαι.

Πηγή: Εφημερίδα Απογευματινή / Ρεπορτάζ: Σάντυ Τσαντάκη