Ήταν 21 Ιουνίου 2009, όταν στα μεγαλοπρεπή εγκαίνια του Μουσείου της Ακρόπολης, παρουσία πλήθους ξένων πολιτικών προσωπικοτήτων και όχι μόνο, ο Αντώνης Σαμαράς ως υπουργός Πολιτισμού στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή είχε αναλάβει να ξαναζωντανέψει την πάγια ελληνική διεκδίκηση για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Και το πέτυχε έμπρακτα, τοποθετώντας ένα τμήμα του μαρμάρινου αριστουργήματος του Φειδία από τη μετόπη του Παρθενώνα, το οποίο είχε αφαιρεθεί από κάποιους αρχαιοκάπηλους και με προσωπικούς αγώνες του είχε επιστραφεί από το Μουσείο του Βατικανού. Από τότε πέρασαν κάποια χρόνια απραξίας, αλλά η ελληνική διεκδίκηση επισημοποιήθηκε πάλι το 2014.

Η επίσκεψη και η σοβαρή συνεργασία της ομάδας των μελών του βρετανικού γραφείου διεθνούς φήμης νομικών συμβούλων και του προέδρου της Διεθνούς Επιτροπής για την επιστροφή των Γλυπτών, Ρόμπερτ Χιλ, με τον τότε υπουργό Πολιτισμού Κωνσταντίνο Τασούλα και τους συνεργάτες του, όπως και η περιήγηση της επικεφαλής Αμάλ Αλαμουντίν, η οποία είναι περισσότερο γνωστή ως κυρία Κλούνεϊ, στο πλημμυρισμένο από αττικό φως Μουσείο της Ακρόπολης, είχαν κάνει τον γύρο του κόσμου. Και ξαναζωντάνεψε έτσι αυτή η διεκδίκηση στο διεθνές πολιτικό προσκήνιο την εκστρατεία της Μελίνας Μερκούρη το 1982, πολλαπλασιάζοντας τον αριθμό των προσωπικοτήτων και όχι μόνο που τώρα συμπορεύονται μαζί μας για την εκπλήρωση αυτού του ελληνικού ονείρου.

Δυστυχώς, με την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ οι μέχρι τότε προσπάθειες για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα όχι μόνο τελματώθηκαν αλλά και παρεξηγήθηκαν. Διότι, όπως λένε κάποιοι, η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα ηχούσε κάπως παράξενα στα στελέχη και τους κομματικούς μηχανισμούς του. Απόδειξη ότι εκτός όλων των ανιστόρητων ενστάσεών τους, κάποιοι τότε κυβερνητικοί ζητούσαν εξηγήσεις και για μία δωρεά 200.000 ευρώ κάποιου ανώνυμου επιχειρηματία, ο οποίος είχε αναλάβει να καλύψει όλα τα έξοδα της ομάδας Αλαμουντίν. Επόμενο ήταν ύστερα από αυτές τις εξελίξεις να επαίρονται τα βρετανικά ΜΜΕ, διότι η ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε επισήμως αναγνωρίσει ότι το Βρετανικό Μουσείο ήταν ο νόμιμος ιδιοκτήτης των Γλυπτών. Και ότι η νομική εταιρεία της Αμάλ Αλαμουντίν είχε απομακρυνθεί από τα «Ελγίνεια» Γλυπτά από τη στιγμή που η αριστερή νέα κυβέρνηση της Ελλάδας είχε διάθεση αναθεώρησης των συμφωνιών!

Ευτυχώς, όμως, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με μπροστάρη τον ίδιο τον πρωθυπουργό, μετά την πρόσφατη αψυχολόγητη συμπεριφορά του Βρετανού ομολόγου του, όχι μόνο επισημοποίησε για άλλη μία φορά τη διεκδίκησή μας, αλλά με τη διεθνοποίηση του θέματος ακόμη και οι αμφιταλαντευόμενοι μέχρι τότε Βρετανοί έγιναν κήρυκες των ελληνικών θέσεων, που τόσο εύστοχα έχει χειριστεί η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη!

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 13/12