Το μάθημα των ισπανικών εκλογών: Τι παθαίνεις όταν ταράζεις τους πολίτες στην κάλπη
Στην Ιβηρική Χερσόνησο υπάρχει η Πορτογαλία και η Ισπανία. Στην πρώτη έγιναν εκλογές -κανονικά στο τέλος της τετραετίας- σχηματίστηκε κυβέρνηση και η ζωή συνεχίζεται.
Στη δεύτερη έγιναν πάλι εκλογές την Κυριακή 10 Νοεμβρίου, οι τέταρτες κάλπες τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά κυβέρνηση δύσκολα θα σχηματιστεί.
Επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά μια μεγάλη αλήθεια: Είναι ανώφελο να πηγαίνεις στις κάλπες ψάχνοντας τη λύτρωση στην αριθμητική για ένα πρόβλημα που ήταν και είναι άλλης φύσεως.
Ας το εξηγήσουμε με την αριθμητική: Οι Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ ήταν πρώτο κόμμα στις εκλογές του Απριλίου, αλλά χωρίς αυτοδυναμία. Πέρασαν μήνες ολόκληρους φλερτάροντας πολιτικά τους Podemos, προκειμένου να σχηματίσουν βιώσιμη κυβέρνηση.
Αλλά εκεί κάπου στη μοιρασιά των υπουργείων (οι «καρέκλες» που λέμε και στα Βαλκάνια), το όλο πράγμα χάλασε. Χάθηκε έτσι μια σχεδόν ιστορική ευκαιρία να κυβερνήσει η αριστερά στην Ισπανία, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1930. Μάλιστα, να κυβερνήσει χωρίς την ανάγκη (και τα «παζάρια» που λέμε και στα Βαλκάνια) των αγριεμένων κομμάτων της Καταλονίας.
Ο Σάντσεθ είχε την εντύπωση ότι αν η χώρα πάει σε νέες εκλογές, ο κόσμος θα τρομάξει από τόση ακυβερνησία και θα τους δώσει κάτι παραπάνω σε έδρες. Νόμιζε ότι θα επαναληφθεί το σενάριο του 2016, όταν ο κόσμος όντως τρόμαξε από την ακυβερνησία και το Λαϊκό Κόμμα του Μαριάνο Ραχόι πήρε μερικές έδρες παραπάνω και σχημάτισε μονοκομματική κυβέρνηση.
Τότε η αριθμητική κάπως δούλεψε. Αλλά το 2019 δεν ήταν 2016.
Το πολιτικό πρόβλημα μιας χώρας δεν λύνεται με το να βγάζουν τα κομματικά επιτελεία το «τεφτέρι» και να μετράνε τις έδρες. Τόσες το ένα μπλοκ, τόσες το άλλο. Εμείς κυβέρνηση, εσείς αντιπολίτευση. Ψηφίστε μας, γιατί χανόμαστε. Ή για να μην χαθείτε εσείς...
Διότι όσο μετρούσαν έδρες, έραβαν κοστούμια και τρομοκρατούσαν τους ψηφοφόρους με το μπαμπούλα της ακυβερνησίας, το ακροδεξιό κόμμα VOX έστηνε τη δική του fiesta με τη γνωστή ατζέντα που βλέπουμε και σε άλλες χώρες: μετανάστευση, Ισλάμ, αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Σε όλα αυτά, ήρθε να προστεθεί η ιδιαιτερότητα της Ισπανίας που έχει να κάνει με την Καταλονία και τις αποσχιστικές της τάσεις. Μέχρι και η εκταφή του δικτάτορα Φράνκο εξελίχθηκε σε μείζον πολιτικό ζήτημα.
Το VOX ήδη καθορίζει την πολιτική ατζέντα στις τοπικές κυβερνήσεις της Ανδαλουσίας και της Μαδρίτης, και πλέον είναι η τρίτη πολιτική δύναμη στην Ισπανία.
Υπάρχουν και χειρότερα: Στη νέα ισπανική Βουλή είναι εξαιρετικά ενισχυμένη η παρουσία κομμάτων (από την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων) που δεν έχουν διάθεση να σεβαστούν το Σύνταγμα και την ενότητα της χώρας.
Και τώρα στη Μαδρίτη τρέχουν όλοι να βρουν λύση. Οι ηττημένοι Podemos -που κλώτσησαν την ευκαιρία να συγκυβερνήσουν- έβγαλαν το γνωστό λογίδριο για την ανάγκη «να σταματήσει η επέλαση της ακροδεξιάς».
Και ο ηττημένος νικητής Σάντσεθ που νόμιζε ότι θα «τσιμπήσει» μερικές έδρες για να κυβερνηθεί επιτέλους η χώρα, τώρα ζητά από τους υπόλοιπους να είναι «γενναιόδωροι» και να τον αφήσουν να κυβερνήσει.
Για πολλούς η μόνη λύση για τη χώρα είναι ο «μεγάλος συνασπισμός» των δύο παραδοσιακών εθνικών κομμάτων: Των Σοσιαλιστών και του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο επίσης σημείωσε σημαντική άνοδο.
Κάτι τέτοιο θεωρείται σχεδόν ταμπού για το πολιτικό σύστημα της Ισπανίας. Αλλά είναι η μόνη ρεαλιστική λύση, έστω και αν αυτό σημαίνει ότι το VOX θα γίνει το πρώτο κόμμα της Αντιπολίτευσης.
Το μόνο καλό νέο που βγήκε από την κάλπη της Κυριακής είναι ότι δύσκολα τα πολιτικά κόμματα θα φτάσουν την κατάσταση στα άκρα, ώστε να στηθούν και νέες κάλπες.
Αν και στη νέα ισπανική πραγματικότητα, όλα είναι πιθανά.
Στη δεύτερη έγιναν πάλι εκλογές την Κυριακή 10 Νοεμβρίου, οι τέταρτες κάλπες τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά κυβέρνηση δύσκολα θα σχηματιστεί.
Επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά μια μεγάλη αλήθεια: Είναι ανώφελο να πηγαίνεις στις κάλπες ψάχνοντας τη λύτρωση στην αριθμητική για ένα πρόβλημα που ήταν και είναι άλλης φύσεως.
Ας το εξηγήσουμε με την αριθμητική: Οι Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ ήταν πρώτο κόμμα στις εκλογές του Απριλίου, αλλά χωρίς αυτοδυναμία. Πέρασαν μήνες ολόκληρους φλερτάροντας πολιτικά τους Podemos, προκειμένου να σχηματίσουν βιώσιμη κυβέρνηση.
Αλλά εκεί κάπου στη μοιρασιά των υπουργείων (οι «καρέκλες» που λέμε και στα Βαλκάνια), το όλο πράγμα χάλασε. Χάθηκε έτσι μια σχεδόν ιστορική ευκαιρία να κυβερνήσει η αριστερά στην Ισπανία, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1930. Μάλιστα, να κυβερνήσει χωρίς την ανάγκη (και τα «παζάρια» που λέμε και στα Βαλκάνια) των αγριεμένων κομμάτων της Καταλονίας.
Ο Σάντσεθ είχε την εντύπωση ότι αν η χώρα πάει σε νέες εκλογές, ο κόσμος θα τρομάξει από τόση ακυβερνησία και θα τους δώσει κάτι παραπάνω σε έδρες. Νόμιζε ότι θα επαναληφθεί το σενάριο του 2016, όταν ο κόσμος όντως τρόμαξε από την ακυβερνησία και το Λαϊκό Κόμμα του Μαριάνο Ραχόι πήρε μερικές έδρες παραπάνω και σχημάτισε μονοκομματική κυβέρνηση.
Τότε η αριθμητική κάπως δούλεψε. Αλλά το 2019 δεν ήταν 2016.
Το πολιτικό πρόβλημα μιας χώρας δεν λύνεται με το να βγάζουν τα κομματικά επιτελεία το «τεφτέρι» και να μετράνε τις έδρες. Τόσες το ένα μπλοκ, τόσες το άλλο. Εμείς κυβέρνηση, εσείς αντιπολίτευση. Ψηφίστε μας, γιατί χανόμαστε. Ή για να μην χαθείτε εσείς...
Διότι όσο μετρούσαν έδρες, έραβαν κοστούμια και τρομοκρατούσαν τους ψηφοφόρους με το μπαμπούλα της ακυβερνησίας, το ακροδεξιό κόμμα VOX έστηνε τη δική του fiesta με τη γνωστή ατζέντα που βλέπουμε και σε άλλες χώρες: μετανάστευση, Ισλάμ, αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Σε όλα αυτά, ήρθε να προστεθεί η ιδιαιτερότητα της Ισπανίας που έχει να κάνει με την Καταλονία και τις αποσχιστικές της τάσεις. Μέχρι και η εκταφή του δικτάτορα Φράνκο εξελίχθηκε σε μείζον πολιτικό ζήτημα.
Το VOX ήδη καθορίζει την πολιτική ατζέντα στις τοπικές κυβερνήσεις της Ανδαλουσίας και της Μαδρίτης, και πλέον είναι η τρίτη πολιτική δύναμη στην Ισπανία.
Υπάρχουν και χειρότερα: Στη νέα ισπανική Βουλή είναι εξαιρετικά ενισχυμένη η παρουσία κομμάτων (από την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων) που δεν έχουν διάθεση να σεβαστούν το Σύνταγμα και την ενότητα της χώρας.
Και τώρα στη Μαδρίτη τρέχουν όλοι να βρουν λύση. Οι ηττημένοι Podemos -που κλώτσησαν την ευκαιρία να συγκυβερνήσουν- έβγαλαν το γνωστό λογίδριο για την ανάγκη «να σταματήσει η επέλαση της ακροδεξιάς».
Και ο ηττημένος νικητής Σάντσεθ που νόμιζε ότι θα «τσιμπήσει» μερικές έδρες για να κυβερνηθεί επιτέλους η χώρα, τώρα ζητά από τους υπόλοιπους να είναι «γενναιόδωροι» και να τον αφήσουν να κυβερνήσει.
Για πολλούς η μόνη λύση για τη χώρα είναι ο «μεγάλος συνασπισμός» των δύο παραδοσιακών εθνικών κομμάτων: Των Σοσιαλιστών και του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο επίσης σημείωσε σημαντική άνοδο.
Κάτι τέτοιο θεωρείται σχεδόν ταμπού για το πολιτικό σύστημα της Ισπανίας. Αλλά είναι η μόνη ρεαλιστική λύση, έστω και αν αυτό σημαίνει ότι το VOX θα γίνει το πρώτο κόμμα της Αντιπολίτευσης.
Το μόνο καλό νέο που βγήκε από την κάλπη της Κυριακής είναι ότι δύσκολα τα πολιτικά κόμματα θα φτάσουν την κατάσταση στα άκρα, ώστε να στηθούν και νέες κάλπες.
Αν και στη νέα ισπανική πραγματικότητα, όλα είναι πιθανά.