Δεν υπάρχει λόγος να χαλάμε τις καρδιές μας
Έχει μιαν ικανότητα ο ΣΥΡΙΖΑ να διαχέει την εντύπωση ότι την επομένη των εκλογών, όταν θα βρίσκεται μεταξύ αντιπολίτευσης και αφανισμού, θα παραμείνει στο προσκήνιο μέσα από τους «δρόμους του αγώνα» και του «μαζικοποιημένου κινήματος. Τούτο συνιστά αντίφαση και προσβάλλει τη λογική. Ύστερα από 5 χρόνια στην εξουσία, ο Τσίπρας ετοιμάζεται να βάλει ξανά επαναστατική φορεσιά και να πυκνώσει τα μέτωπα με όσους είχε συναντηθεί πριν γίνει πρωθυπουργός και είτε αργότερα βόλεψε στις χιλιάδες θέσεις που δημιούργησε, είτε «έσπρωξε» σε απόγνωση, στο εξωτερικό.
Στην τελευταία του ομιλία στο Σύνταγμα ξεκίνησε φωνάζοντας ότι δεν θα ξαναδώσει το κρατικό ταμείο «σ΄ αυτούς που το χρεοκόπησαν» κι ομοίως οι οπαδοί του απαντούσαν ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι η σημαίνει Δεξιά». Η αλήθεια είναι ότι αρκετοί δυσκολεύονταν να «βγάλουν» από μέσα τους ένα τέτοιο σύνθημα , αφού δεν προέρχονταν από το ΠΑΣΟΚ αλλά κινητοποιήθηκαν μόνοι τους ενόψει του «ιστορικού συμβιβασμού».
Γιατί στο λεξιλόγιο της Αριστεράς η ήττα αποδίδεται ως «ιστορικός συμβιβασμός» που σηματοδοτεί την αφετηρία της νέας προσπάθειας.
Γιατί στην Αριστερά δεν υπάρχει εχθρός αφού κανείς δεν μπορεί να τους νικήσει, δεν υπάρχει ήττα γιατί ποτέ δεν πολέμησαν αλλά διαρκώς αγωνίζονται για την αταξική κοινωνία.
Συνεπώς, προσβάλλει τη λογική τους όταν ο Τσίπρας εναντιώνεται στη Δεξιά, γιατί η Αριστερά δεν θυμάται τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στη Δεξιά όταν συνέβησαν τα Ιουλιανά του 1965.
Γιατί θυμάται ποιος την προστάτευσε στα κρατητήρια τα πρώτα εικοσιτετράωρα του πραξικοπήματος και τη φυγάδευσε στο εξωτερικό .
Γιατί δεν ξεχνά ποιος τη νομιμοποίησε το ’74 και ποιος την έφερε στην κυβέρνηση το 1989.
Ούτε ξεχνά τα γεγονότα του 2008 όταν ο Λεωνίδας Κύρκος στην προσπάθεια του να αποφύγει τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ σε «νεοκομμουνιστικά» ρεύματα έλεγε στον εκπρόσωπο της «ανανεωτικής πτέρυγας» Φώτη Κουβέλη «απεγκλωβιστείτε και βρείτε τα με τον Γιώργο Παπανδρέου τώρα που σας χρειάζεται». Πρόταση που είχε απορρίψει τότε ω νέος αρχηγός ο Τσίπρας αλλά την εφάρμοσε χρόνια αργότερα ανοίγοντας πόρτες και παράθυρα σε «κηπουρούς» και «ορθόδοξους» ΠΑΣΟΚους προκειμένου να κυβερνήσει με το ιδεολόγημα της διάλυσης κάθε μορφής εξουσίας και εξάρτησης.
Δεν είναι λοιπόν, ότι «εξέτρεψε» την ιστορία από τη φυσιολογική της κίνηση αλλά ότι έσπρωξε τη θεωρία πέρα από τους στόχους της. Την πάτησε όπως όλοι οι επιλήσμονες, και πιο χειρότερα όλοι όσοι φυλλομετρούν απλώς τα βασικά γεγονότα, τα λάθη και τη βιβλιογραφία τόσο απαιτητικών ιδεολογιών.
Ο Σαρτρ στο «Πρόβλημα της μεθόδου» διαπίστωνε ότι ο Μαρξισμός υπέστη το σοβαρότερο ρήγμα του την πρώτη περίοδο της ΕΣΣΔ η οποία χώρισε τη θεωρία από την πράξη . Ανέφερε πως οι διευθύνοντες του Κομμουνιστικού Κόμματος «αποφασισμένοι να προχωρήσουν στην ολοκλήρωση του κινήματος και φοβούμενοι ότι η ελεύθερη αναζήτηση της αλήθειας, με τις συζητήσεις και τις συγκρούσεις που προϋποθέτει, θα μπορούσε να καταστρέψει την ενότητα της πάλης (δηλ. την προστασία της εξουσίας τους), πήραν το δικαίωμα να χαράξουν αυτοί την γραμμή και να δώσουν τη δική τους ερμηνεία στα γεγονότα».
Αυτή η ρωγμή, αυτός ο χωρισμός, είχε σαν αποτέλεσμα να μεταβληθεί η πράξη «σ΄ έναν εμπειρισμό χωρίς αρχές» και η θεωρία «σε μια καθαρή και στερεότυπη Γνώση» που δεν απασχολούσε κανέναν στην εφαρμογή της κι αναπέμφθηκε στο αφηγηματικό – ιστορικό διηνεκές.
Πέραν του ότι η Αριστερά στην Ελλάδα - πλην της στρατολογημένης κομμουνιστικής – δεν είχε ποτέ κανένα «αγκωνάρι» σε φορτισμένες πορείες, φοιτητικές ομάδες και συνδικάτα, διέπραξε ως κυβέρνηση το «προδιαγεγραμμένο έγκλημα» που κανείς Αριστερός πρωθυπουργός δεν μπόρεσε να αποφύγει. Η μόνη διέξοδος του Τσίπρα θα ήταν να προλεταριοποίησει την κυριαρχία του σε περίοδο Δημοκρατίας μαγειρεύοντας λαϊκή νομιμοποίηση χωρίς εκλογές ή έστω με νόθες διαδικασίες. Αστεία πράγματα δηλαδή. Το ‘γραφε ο Έγκελς στον Πλεχάνωφ : «Οι ίδιοι οι άνθρωποι φτιάχνουν την ιστορία τους μέσα σ΄ένα δοσμένο χώρο που τους προσδιορίζει , πάνω σε μια προϋπάρχουσα βάση πραγματικών συνθηκών». Επομένως, δεν υπάρχει λόγος να χαλάσουμε άλλο τις καρδιές μας τώρα που τελειώνουν όλα και αν ξαναρχίσουν αυτό δεν πρόκειται να συμβεί με τους ίδιους πρωταγωνιστές.
Στην τελευταία του ομιλία στο Σύνταγμα ξεκίνησε φωνάζοντας ότι δεν θα ξαναδώσει το κρατικό ταμείο «σ΄ αυτούς που το χρεοκόπησαν» κι ομοίως οι οπαδοί του απαντούσαν ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι η σημαίνει Δεξιά». Η αλήθεια είναι ότι αρκετοί δυσκολεύονταν να «βγάλουν» από μέσα τους ένα τέτοιο σύνθημα , αφού δεν προέρχονταν από το ΠΑΣΟΚ αλλά κινητοποιήθηκαν μόνοι τους ενόψει του «ιστορικού συμβιβασμού».
Γιατί στο λεξιλόγιο της Αριστεράς η ήττα αποδίδεται ως «ιστορικός συμβιβασμός» που σηματοδοτεί την αφετηρία της νέας προσπάθειας.
Γιατί στην Αριστερά δεν υπάρχει εχθρός αφού κανείς δεν μπορεί να τους νικήσει, δεν υπάρχει ήττα γιατί ποτέ δεν πολέμησαν αλλά διαρκώς αγωνίζονται για την αταξική κοινωνία.
Συνεπώς, προσβάλλει τη λογική τους όταν ο Τσίπρας εναντιώνεται στη Δεξιά, γιατί η Αριστερά δεν θυμάται τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στη Δεξιά όταν συνέβησαν τα Ιουλιανά του 1965.
Γιατί θυμάται ποιος την προστάτευσε στα κρατητήρια τα πρώτα εικοσιτετράωρα του πραξικοπήματος και τη φυγάδευσε στο εξωτερικό .
Γιατί δεν ξεχνά ποιος τη νομιμοποίησε το ’74 και ποιος την έφερε στην κυβέρνηση το 1989.
Ούτε ξεχνά τα γεγονότα του 2008 όταν ο Λεωνίδας Κύρκος στην προσπάθεια του να αποφύγει τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ σε «νεοκομμουνιστικά» ρεύματα έλεγε στον εκπρόσωπο της «ανανεωτικής πτέρυγας» Φώτη Κουβέλη «απεγκλωβιστείτε και βρείτε τα με τον Γιώργο Παπανδρέου τώρα που σας χρειάζεται». Πρόταση που είχε απορρίψει τότε ω νέος αρχηγός ο Τσίπρας αλλά την εφάρμοσε χρόνια αργότερα ανοίγοντας πόρτες και παράθυρα σε «κηπουρούς» και «ορθόδοξους» ΠΑΣΟΚους προκειμένου να κυβερνήσει με το ιδεολόγημα της διάλυσης κάθε μορφής εξουσίας και εξάρτησης.
Δεν είναι λοιπόν, ότι «εξέτρεψε» την ιστορία από τη φυσιολογική της κίνηση αλλά ότι έσπρωξε τη θεωρία πέρα από τους στόχους της. Την πάτησε όπως όλοι οι επιλήσμονες, και πιο χειρότερα όλοι όσοι φυλλομετρούν απλώς τα βασικά γεγονότα, τα λάθη και τη βιβλιογραφία τόσο απαιτητικών ιδεολογιών.
Ο Σαρτρ στο «Πρόβλημα της μεθόδου» διαπίστωνε ότι ο Μαρξισμός υπέστη το σοβαρότερο ρήγμα του την πρώτη περίοδο της ΕΣΣΔ η οποία χώρισε τη θεωρία από την πράξη . Ανέφερε πως οι διευθύνοντες του Κομμουνιστικού Κόμματος «αποφασισμένοι να προχωρήσουν στην ολοκλήρωση του κινήματος και φοβούμενοι ότι η ελεύθερη αναζήτηση της αλήθειας, με τις συζητήσεις και τις συγκρούσεις που προϋποθέτει, θα μπορούσε να καταστρέψει την ενότητα της πάλης (δηλ. την προστασία της εξουσίας τους), πήραν το δικαίωμα να χαράξουν αυτοί την γραμμή και να δώσουν τη δική τους ερμηνεία στα γεγονότα».
Αυτή η ρωγμή, αυτός ο χωρισμός, είχε σαν αποτέλεσμα να μεταβληθεί η πράξη «σ΄ έναν εμπειρισμό χωρίς αρχές» και η θεωρία «σε μια καθαρή και στερεότυπη Γνώση» που δεν απασχολούσε κανέναν στην εφαρμογή της κι αναπέμφθηκε στο αφηγηματικό – ιστορικό διηνεκές.
Πέραν του ότι η Αριστερά στην Ελλάδα - πλην της στρατολογημένης κομμουνιστικής – δεν είχε ποτέ κανένα «αγκωνάρι» σε φορτισμένες πορείες, φοιτητικές ομάδες και συνδικάτα, διέπραξε ως κυβέρνηση το «προδιαγεγραμμένο έγκλημα» που κανείς Αριστερός πρωθυπουργός δεν μπόρεσε να αποφύγει. Η μόνη διέξοδος του Τσίπρα θα ήταν να προλεταριοποίησει την κυριαρχία του σε περίοδο Δημοκρατίας μαγειρεύοντας λαϊκή νομιμοποίηση χωρίς εκλογές ή έστω με νόθες διαδικασίες. Αστεία πράγματα δηλαδή. Το ‘γραφε ο Έγκελς στον Πλεχάνωφ : «Οι ίδιοι οι άνθρωποι φτιάχνουν την ιστορία τους μέσα σ΄ένα δοσμένο χώρο που τους προσδιορίζει , πάνω σε μια προϋπάρχουσα βάση πραγματικών συνθηκών». Επομένως, δεν υπάρχει λόγος να χαλάσουμε άλλο τις καρδιές μας τώρα που τελειώνουν όλα και αν ξαναρχίσουν αυτό δεν πρόκειται να συμβεί με τους ίδιους πρωταγωνιστές.