Μπορεί να ειπώθηκε μόνο στα … ελληνικά και λίγες σχετικά φορές σε σχέση με το «Μένουμε σπίτι», αλλά διαδόθηκε αυτομάτως προς πάσα κατεύθυνση και κυρίως προς τους πολίτες των τρίτων χωρών, τους επαίτες, τους αναζητούντες ναρκωτικά, τους επίδοξους επαναστάτες και τους ηλικιωμένους (Έλληνες και αλλοδαπούς) που συνηθίζουν να κόβουν βόλτες τα πρωινά σε πλατείες και λαϊκές της πρωτεύουσας.

Από την Τετάρτη στο Αθηναϊκό κέντρο τηρούνται αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ εκείνων που συναντώνται τυχαία ή προγραμματισμένα σε διάφορα σημεία ενώ μαζεύτηκαν στα σπίτια τους αρκετοί ακόμη.

Τα εποχούμενα περίπολα της ΕΛΑΣ τριγυρνούν σε όλες τις «εστίες δυνητικού ενδιαφέροντος». Ήτοι, Μοναστηράκι, Κοτζιά, Εξάρχεια, Κολωνό, Μεταξουργείο (Αυδή), Βάθη, Βικτώρια, Αμερικής, Κολιάτσου, Αγ. Νικολάου, Αγ. Λουκά, Κυψέλης, στον Λυκαβηττό, τους λόφους Σκουζέ και Στρέφη, στους Αμπελόκηπους αλλά και πιο ψηλά, προς Γαλάτσι από τη μία και Μετς από την άλλη. Μαζί τους και οι της δημοτικής Αστυνομίας που ναι μεν δεν έχουν αποτρεπτικές αρμοδιότητες αλλά τέτοιες ώρες τέτοια λόγια.

Οι συστάσεις δεν γίνονται με τις ντουντούκες όπως συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη ή στην Πάτρα. Εδώ η ατομική ευθύνη σε συνάρτηση με την ατομική… τρομάρα είναι πιο αυξημένες. Χθες το πρωί, για παράδειγμα, στην πλατεία Κυψέλης οι 20-30 «συνήθεις ύποπτοι» της περιοχής, η πάλαι ποτέ δυναμική ομάδα του «Φλόκα» δηλαδή, βγήκε για την καθιερωμένη βόλτα στα παγκάκια ένεκα του γενικού «λουκέτου» στη Φωκίωνος. Πέντε λεπτά αργότερα, οι δικυκλιστές φάνηκαν αίφνης να κατέρχονται από τη Φαιδριάδων.

Η ιαχή του ενός κινητοποίησε απότομα τους υπόλοιπους: «Σκορπάτε ρεεεειιι…». Οι αναμνήσεις ξύπνησαν για τα καλά. Κι όχι από τη Χούντα αλλά από πιο πίσω. Ο Λάκης, ο Άλκης, ο Ερρίκος, ο Ντίνος, ο Νάσος, ο Τσάρλι, οι νεολαίοι του ’60 που διώκονταν για τεντυμποϊσμό και διαπομπεύονταν στις γειτονιές από την Αστυνομία όταν συλλαμβάνονταν, διατηρούν ακόμη υψηλά αντανακλαστικά κι απειθαρχία.