Όταν η πλειοψηφία του ελληνικού λαού επέλεγε να δώσει τα κλειδιά της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας στους νεοκοµµουνιστές του Αλέξη Τσίπρα, είναι βέβαιο ότι σε καµία περίπτωση δεν µπορούσε να εκτιµήσει τα µελλούµενα.

Ο δράκος του αντιµνηµονιακού παραµυθιού επισκίαζε κάθε δεύτερη σκέψη αναφορικά µε τις προθέσεις της αντιµνηµονιακής κυβέρνησης των Τσιπροκαµµένων.

Το προεκλογικό αφήγηµα της «Ελπίδας» ήταν επαρκώς πασπαλισµένο µε πολιτικό λαϊκισµό, κορώνες περί σκισίµατος των Μνηµονίων και της αποφασιστικότητας «να αλλάξουµε την Ευρώπη των κακών τραπεζιτών», και φυσικά µε τη δέσµευση του σηµερινού πρωθυπουργού ότι «Κανένα σπίτι δεν θα βρεθεί στα χέρια τραπεζίτη».

Σε διάστηµα λιγότερο των τριών χρόνων, όλα όσα είχαν υποσχεθεί οι Τσίπρας και Καµµένος απλώς έµειναν ως προεκλογική ανάµνηση. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, στον βωµό της υπουργικής καρέκλας, υιοθέτησαν στον απόλυτο βαθµό τις µνηµονιακές πολιτικές, όπως αυτές υπαγορεύονται από τους δανειστές.

Και επειδή αντιλαµβάνονται ότι η αντίστροφη µέτρηση έχει αρχίσει, είναι λογικό να αναζητούν το αφήγηµα που θα τους οδηγήσει στις επόµενες κάλπες, αδιαφορώντας αν η επιλογή που θα κάνουν θα επιφέρει καίρια πλήγµατα στη δοµή της ίδιας της ∆ηµοκρατίας. Επειδή δεν υπάρχει άρτος για να δοθεί στο «κοινό», οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προσφεύγουν στο θέαµα, ευελπιστώντας ότι θα προσελκύσουν θεατές, δηλαδή ψηφοφόρους.

Στο πλαίσιο αυτής της επιλογής εντάσσεται και η αποκάλυψη του µεγαλύτερου -όπως το χαρακτήρισε ο φίλος µου, ο Μίµης Παπαγγελόπουλος σκανδάλου από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Αναφέροµαι στην αποκάλυψη της υπόθεσης Novartis, που εξιχνιάστηκε σε λιγότερο από τέσσερις µήνες. Μάλιστα, η ταχύτητα µε την οποία αποκαλύφθηκε το συγκεκριµένο σκάνδαλο έρχεται να διαψεύσει όσους καταγγέλλουν τη ∆ικαιοσύνη για αργοπορία στη λειτουργία της.

Αν µέσα σε τέσσερις µήνες ολοκληρώνεται το βασικό σκέλος της εισαγγελικής έρευνας για το µεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους, τότε για τα υπόλοιπα θα απαιτούνται ένα δυο εικοσιτετράωρα. Προσωπικά, δεν θα µπω στην ουσία των όσων λέγονται και γράφονται – άλλωστε, επ’ αυτών υπάρχουν ειδικότεροι εµού. Ωστόσο, θα µείνω στην τεράστια παρακαταθήκη που αφήνει η απερχόµενη κυβέρνηση των νεοκοµµουνιστών στην επόµενη. Οσοι πανηγυρίζουν σήµερα είναι προφανές ότι δεν έχουν αντιληφθεί ότι έχουν στρέψει προς το µέτωπό τους τις κάννες της Ιστορίας.

Οι Τσιπροκαµµένοι, στην προσπάθειά τους να πλήξουν τους αντιπάλους τους, δεν διστάζουν να χρησιµοποιήσουν µε ερασιτεχνικό τρόπο τις δοµές της ∆ηµοκρατίας. Ακουµπούν πάνω σε ανεξάρτητους θεσµούς, όπως η ∆ικαιοσύνη, θεωρώντας ότι επειδή βρίσκονται στη διακυβέρνηση µπορούν να τους χρησιµοποιούν κατά το δοκούν. Πριν από τον κ. Τσίπρα και τους πολιτικούς του «συνεργούς», είχαν επιχειρήσει κάτι αντίστοιχο και κάτι υπουργοί του Ανδρέα Παπανδρέου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα υπήρξε ο πανίσχυρος αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, Μένιος Κουτσόγιωργας. Οπως και τότε, έτσι και σήµερα κανείς δεν πίστευε ότι θα υπήρχε επόµενη ηµέρα.

Στην Ιστορία έχουν µείνει φράσεις όπως: «∆εν δικαιούστε διά να οµιλείτε, κύριε Μητσοτάκη», και άλλα πολλά, που είχαν ως πρωταγωνιστή τον τότε υπουργό ∆ικαιοσύνης, Ευάγγελο Γιαννόπουλο. Οπως τότε, έτσι και σήµερα οι υπουργοί, στην προσπάθειά τους να εγκαθιδρύσουν το «καθεστώς» τους, χρησιµοποιούσαν την ΚΥΠ, κάτι παρακρατικούς τύπου Μαυρίκη, επίορκους δικαστές, πρόθυµους δικηγόρους και «αποκαλυπτικούς» δηµοσιογράφους. Και για ένα µεγάλο χρονικό διάστηµα ο Κουτσόγιωργας θεωρούσε ότι κανείς -όχι ο πρεσβύτερος Μητσοτάκηςδεν µπορούσε να τον ανατρέψει.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν είναι λίγο έως πολύ γνωστά… Ο πανίσχυρος συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου βρέθηκε στο εδώλιο του Ειδικού ∆ικαστηρίου και λίγο πριν από την ετυµηγορία του άφησε την τελευταία του πνοή εντός της αιθούσης, προφανώς µη αντέχοντας να ακούσει το «ένοχος». Αυτή ήταν άσχηµη περίοδος για τη ∆ηµοκρατία, που κανείς δεν ήθελε να επαναληφθεί.

∆υστυχώς, όµως, µε την επιλογή του Τσίπρα η πολιτική ζωή επέστρεψε πάλι στον βούρκο. Η µισαλλοδοξία κυριαρχεί παντού. Ο σηµερινός πρωθυπουργός επέλεξε να ενταφιάσει τις βασικές δοµές του κράτους, χωρίς να υπολογίζει την επόµενη ηµέρα. Μια ηµέρα που θα έχει έδρανα, γουνάκια, δικαστές και δικηγόρους.

Ο κ. Τσίπρας επέλεξε, εφόσον ηττηθεί, να περνά αρκετό από τον χρόνο του στις αίθουσες του Ειδικού ∆ικαστηρίου. Και µπορεί ο ίδιος να µην το πιστεύει, όπως δεν το πίστευε και ο µακαρίτης ο Μένιος Κουτσόγιωργας, έλα όµως που µετά τη Novartis δεν θα υπάρχει φάρµακο για να γιατρέψει την παρατεταµένη σήψη που έχουν σκορπίσει οι νεοκοµµουνιστές στο πολιτικό σκηνικό.