Αλλαγή θέσης ή αρχηγού;
ΜΕ ΠΟΙΑ λογική δεν είναι ικανός για πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος
Η ΩΡΑ της αλήθειας για τις ηγεσίες των κομμάτων πλησιάζει καθώς οδεύουμε στις κάλπες. Κυρίως αυτό ισχύει για το ΠΑΣΟΚ, καθώς ο πρόεδρός του εμμένει στη θέση «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας για πρωθυπουργός». Επιχειρώντας να μεταθέσει τις ευθύνες του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, υποστήριξε ότι το πρόβλημα δεν είναι δικό του αλλά εκείνων που βάζουν πάνω από όλα την καρέκλα τους και όχι το καλό του τόπου. Κατ’ αρχάς, το καλό του τόπου είναι να έχει κυβέρνηση ισχυρή, χωρίς εσωτερικές γκρίνιες και διενέξεις. Οποιοσδήποτε θέτει εμπόδιο στον σχηματισμό κυβέρνησης, όταν αυτό είναι εφικτό, αυτός είναι που υπονομεύει το καλό του τόπου.
Και η διάθεση για συνεργασία δεν εξαρτάται από τους όρους που θέτει ο καθένας; Αν ο κ. Ανδρουλάκης θέτει όρους που δεν είναι λογικοί, φταίει αυτός που δεν αποδέχεται τους όρους ή αυτός που τους θέτει;
ΜΕ ΠΟΙΑ λογική δεν είναι ικανός για πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, αλλά είναι ικανός να πείσει το κόμμα του να στηρίξει κάποιο τρίτο πρόσωπο; Αυτό δεν είναι καταστρατήγηση των αρχών του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής που αναγνωρίζουν τα κόμματα ως πολιτικές οντότητες; Στους αρχηγούς των Κοινοβουλευτικών Ομάδων των κομμάτων δεν αναθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης; Γιατί λοιπόν ζητάει ο κ. Ανδρουλάκης να γίνει πρωθυπουργός κάποιος που δεν έχει θέσει τον εαυτό του στην κρίση του λαού για τη συγκεκριμένη θέση; Και τι λογική είναι αυτή που το τρίτο κόμμα θέλει να επιβάλει τη θέση της ηγεσίας του στο πρώτο κόμμα; Άλλωστε, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Ο όρος που θέτει ο κ. Ανδρουλάκης για να μην είναι πρωθυπουργοί σε μια κυβέρνηση συνεργασίας οι κύριοι Μητσοτάκης και Τσίπρας αφορά μόνο τον κ. Μητσοτάκη. Υπό τις παρούσες συνθήκες, με τη ΝΔ να προηγείται, τουλάχιστον, 5% του ΣΥΡΙΖΑ και με παράσταση νίκης υπέρ της ΝΔ σε ποσοστό άνω του 60%, μόνο ως υπόθεση εργασίας ή σενάριο επιστημονικής φαντασίας μπορεί να δεχθεί κανείς το ενδεχόμενο να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Ανδρουλάκης είπε, όμως, και κάτι σωστό: «Αν δω ότι δεν τα έχω καταφέρει, προφανέστατα θα θέσω τον εαυτό μου σε οποιαδή- ποτε αξιολόγηση».
ΔΗΛΑΔΗ, αν δεν πιάσει το «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που έθεσε ως στόχο ο κ. Ανδρουλάκης και το οποίο για να θεωρηθεί ισχυρό θα πρέπει να είναι άνω του 12%, τότε ο κ. Ανδρουλάκης, λογικά, θα ζητήσει την εμπιστοσύνη της βάσης του... «όλου ΠΑΣΟΚ» για να οδηγήσει το κόμμα του στις δεύτερες εκλογές. Φυσικά, αυτό είναι λογικό και δημοκρατικό, καθώς το βασικό πρόβλημα σε ποσοστό άνω του 55%, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, για να επιτύχει το ισχυρό διψήφιο ποσοστό, είναι η δική του εμμονή στη θέση να μην είναι πρωθυπουργός ο πρόεδρος της ΝΔ, κάτι που σε αντίστοιχη περίπτωση το 2015 το ΠΑΣΟΚ είχε αποδεχθεί. Σε αυτή την περίπτωση θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα οδηγήσει άλλος αρχηγός το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη κάλπη ή αν θα αλλάξει θέση ο κ. Ανδρουλάκης.
* Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Και η διάθεση για συνεργασία δεν εξαρτάται από τους όρους που θέτει ο καθένας; Αν ο κ. Ανδρουλάκης θέτει όρους που δεν είναι λογικοί, φταίει αυτός που δεν αποδέχεται τους όρους ή αυτός που τους θέτει;
ΜΕ ΠΟΙΑ λογική δεν είναι ικανός για πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, αλλά είναι ικανός να πείσει το κόμμα του να στηρίξει κάποιο τρίτο πρόσωπο; Αυτό δεν είναι καταστρατήγηση των αρχών του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής που αναγνωρίζουν τα κόμματα ως πολιτικές οντότητες; Στους αρχηγούς των Κοινοβουλευτικών Ομάδων των κομμάτων δεν αναθέτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης; Γιατί λοιπόν ζητάει ο κ. Ανδρουλάκης να γίνει πρωθυπουργός κάποιος που δεν έχει θέσει τον εαυτό του στην κρίση του λαού για τη συγκεκριμένη θέση; Και τι λογική είναι αυτή που το τρίτο κόμμα θέλει να επιβάλει τη θέση της ηγεσίας του στο πρώτο κόμμα; Άλλωστε, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Ο όρος που θέτει ο κ. Ανδρουλάκης για να μην είναι πρωθυπουργοί σε μια κυβέρνηση συνεργασίας οι κύριοι Μητσοτάκης και Τσίπρας αφορά μόνο τον κ. Μητσοτάκη. Υπό τις παρούσες συνθήκες, με τη ΝΔ να προηγείται, τουλάχιστον, 5% του ΣΥΡΙΖΑ και με παράσταση νίκης υπέρ της ΝΔ σε ποσοστό άνω του 60%, μόνο ως υπόθεση εργασίας ή σενάριο επιστημονικής φαντασίας μπορεί να δεχθεί κανείς το ενδεχόμενο να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Ανδρουλάκης είπε, όμως, και κάτι σωστό: «Αν δω ότι δεν τα έχω καταφέρει, προφανέστατα θα θέσω τον εαυτό μου σε οποιαδή- ποτε αξιολόγηση».
ΔΗΛΑΔΗ, αν δεν πιάσει το «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που έθεσε ως στόχο ο κ. Ανδρουλάκης και το οποίο για να θεωρηθεί ισχυρό θα πρέπει να είναι άνω του 12%, τότε ο κ. Ανδρουλάκης, λογικά, θα ζητήσει την εμπιστοσύνη της βάσης του... «όλου ΠΑΣΟΚ» για να οδηγήσει το κόμμα του στις δεύτερες εκλογές. Φυσικά, αυτό είναι λογικό και δημοκρατικό, καθώς το βασικό πρόβλημα σε ποσοστό άνω του 55%, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, για να επιτύχει το ισχυρό διψήφιο ποσοστό, είναι η δική του εμμονή στη θέση να μην είναι πρωθυπουργός ο πρόεδρος της ΝΔ, κάτι που σε αντίστοιχη περίπτωση το 2015 το ΠΑΣΟΚ είχε αποδεχθεί. Σε αυτή την περίπτωση θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα οδηγήσει άλλος αρχηγός το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη κάλπη ή αν θα αλλάξει θέση ο κ. Ανδρουλάκης.
* Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή