Η υπόθεση των υποκλοπών μπήκε σ’ έναν δρόμο που δεν γνωρίζουμε πού ακριβώς θα οδηγήσει τα πολιτικά πράγματα. Ηδη, πάντως, είναι φανερό ότι στο εξής η ατμόσφαιρα στην πολιτική σκηνή θα είναι βαριά, γεμάτη εντάσεις και αντιπαλότητες που κανείς δεν (θέλει να) ξέρει σε ποιες «ακραίες» συμπεριφορές μπορεί να οδηγήσουν τις αντιμαχόμενες πλευρές.

Ομως, πριν κανείς οδηγηθεί στη διακινδύνευση προβλέψεων για το ορατό μέλλον, είναι εύκολο να διαπιστώσει τη μεγάλη ζημιά που ήδη έχει προκαλέσει στη δημόσια σκηνή και στην κοινωνία αυτή η υπόθεση. Τα συσσωρευμένα πολιτικά πάθη και οι «ανοικτοί λογαριασμοί» ετών, οι προσωπικές εμπάθειες πολιτικών προσώπων και μιντιακών κύκλων, ο εμμονικά διχαστικός λόγος, η κραυγαλέα κακοπιστία, η προσπάθεια γελοιοποίησης των αντίπαλων απόψεων από την κάθε πλευρά σκορπούν «δηλητήρια» στην ελληνική κοινωνία. Αυτή όχι μόνο δυσκολεύεται να διακρίνει την αλήθεια των πραγμάτων, αλλά -το χειρότερο- αισθάνεται να εξαρτάται από ένα δημοκρατικό πολιτικό σύστημα που δυσκολεύεται να αντέξει τον εαυτό του και να λειτουργήσει αξιόπιστα κατά τα συνταγματικά και νομικά προβλεπόμενα. Στα μάτια και στα αυτιά των πολιτών για άλλη μία φορά τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης των διαδικασιών που σε κάθε περίπτωση παρέχει το κράτος Δικαίου σε πολιτικούς και πολίτες.

Η ζοφερή πολιτική ατμόσφαιρα των ημερών μας δεν αποτελεί μόνο ένα ζήτημα «εσωτερικής καύσεως» στην ελληνική πολιτική σκηνή, από αυτά που κοσμούν τον πολιτικό κομματικό βίο της Μεταπολίτευσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως κι αν θελήσει κανείς να προβεί σε κατανομή ευθυνών και παρεκτροπών πολιτικής συμπεριφοράς, δεν μπορεί να μη σκεφθεί ότι η όποιας έντασης «πολιτική αστάθεια» προκαλούν τα στοιχεία της υπόθεσης των υποκλοπών και των χειρισμών της από τον πολιτικό κόσμο πλήττει ήδη τη χώρα σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο διεθνών εξελίξεων, που επηρεάζουν άμεσα ή και έμμεσα την εύθραυστη ελληνική οικονομία και την καθημερινή ζωή εκατομμυρίων Ελλήνων.

Οι διαστάσεις της εν λόγω υπόθεσης έχουν ήδη προκαλέσει αρνητικούς σχολιασμούς εκτός συνόρων, σε μια χρονική στιγμή που η Ελλάδα προσπαθεί να βάλει την εθνική οικονομία σε μια σταθερή τροχιά και να μειώσει τον πόνο που προκαλεί και στην ελληνική κοινωνία ο πόλεμος της Δύσης με τη Ρωσία. Μπορεί να πει κανείς ότι αυτή η υπόθεση των υποκλοπών είναι το τελευταίο που θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα αυτή τη χρονική στιγμή.

Ας το σκεφθούν αυτό όλοι όσοι με τον τρόπο τους σκοπεύουν να «διαχειριστούν» αυτό το καίριας σημασίας ζήτημα, που έχει φτάσει να αγγίζει θέματα της εθνικής ασφάλειας της χώρας. Ας βάλει η κάθε πλευρά όρια στον τρόπο προβολής και υπεράσπισης των θέσεων και των απόψεών της. Αν οι αντιπαραθέσεις γίνουν σε κλίμα «αρένας», η ζημία θα είναι μεγάλη για τη χώρα, για πολλούς λόγους. Κι αν οι πολιτικές ηγεσίες, κάποια κόμματα, δεν είναι σε θέση να το καταλάβουν αυτό, θα υποχρεωθούν να το καταλάβουν με οδυνηρό τρόπο στη συνέχεια. Η Ελλάδα έχει τοποθετεί ευθέως στο σύστημα ασφαλείας της Δύσης και δεν κινείται σε κάποια δική της «ελεύθερη τροχιά» στον κόσμο.

Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση πρέπει να φωτίσουν, όπως πρέπει, χωρίς παρακάμψεις και εσκεμμένα «ξεχειλώματα» την υπόθεση των υποκλοπών, που αφορά ζητήματα δημοκρατικής νομιμότητας, αλλά και την υπόληψη της ΕΥΠ εντός και εκτός χώρας. Ας μη λησμονούν -ή να φροντίσουν να μάθουν- οι πολιτικοί «αστέρες» μας ότι σήμερα η εξωτερική πολιτική ουκ ολίγων συμμαχικών μας χωρών παράγεται και με βάση το «υλικό» των υπηρεσιών πληροφοριών τους.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 27 Αυγούστου 2022