Πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα. Όρισε έτσι και ταυτόχρονα συσχέτισε τις βασικές αιτίες για τις οποίες διεξάγεται ένας πόλεμος με την πολιτική, ο «πατέρας» της σύγχρονης στρατηγικής, Carl von Clausewitz.

Η παραπάνω ρήση βεβαίως μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να είναι ευνόητη αλλά η πραγματική της διάσταση καθώς επίσης και η επιτυχής εφαρμογή της ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα. Τουλάχιστον αυτό μας έχει διδάξει το σχετικά πρόσφατο παρελθόν. Δυο τυπικά παραδείγματα είναι η αποτυχία των ΗΠΑ στο Βιετνάμ στο πλαίσιο των πολέμων της Ινδοκίνας κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ‘60 και ‘70 και της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν κατά την δεκαετία του ‘80.

Είναι ακόμα πολύ νωρίς για να προβούμε σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με το αν θα επαληθευθεί το παραπάνω στην περίπτωση της εισβολής της Τουρκίας στα βόρεια εδάφη της Συρίας.

Τα σημάδια πάντως και τα δεδομένα μας φέρνουν μπροστά σε ένα σύνθετο και πολύπλευρο φάσμα, το οποίο ο Ερντογάν είναι αβέβαιο πως θα διαχειριστεί προκειμένου να πετύχει τους στρατηγικούς του σκοπούς. Οι αντικειμενικοί σκοποί της Τουρκίας στην παρούσα φάση είναι δυο και συμπληρωματικοί ο ένας του άλλου: Αφενός η εθνοκάθαρση, εντός ή εκτός εισαγωγικών, στα νότια σύνορά της που σημαίνει πρακτικά την αντικατάσταση των συμπαγών κουρδικών - Αλεβιτικών πληθυσμών που βρίσκονται εκεί με το αραβικό, σουνιτικό στοιχείο. Αφετέρου η εκκαθάριση της συγκεκριμένης περιοχής και η εγκαθίδρυση μιας νέας πραγματικότητας με την οικονομική συνδρομή της Ευρώπης.

Σε διαφορετική περίπτωση όπως διεμήνυσε ο Τούρκος πρόεδρος, 1,5 και πλέον εκατομμύρια μετανάστες που ήδη βρίσκονται στην Τουρκία θα σταλούν σε ευρωπαϊκά εδάφη. Με άλλα λόγια, Ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί ένα παλαιού τύπου ανατολίτικο παζάρι προκειμένου να επιτύχει τις στρατηγικές του επιδιώξεις.

Ιστορικά, κανείς ο οποίος έχει ανοίξει ταυτόχρονα πολλά μέτωπα δεν έχει επιτύχει τους στρατιωτικούς του στόχους, που σε τελική ανάλυση μεταφράζονται και ως πολιτικοί στόχοι. Αυτή την στιγμή η Τουρκία έχει άλλο ένα ανοιχτό μέτωπο στην Κυπριακή ΑΟΖ, που μπορεί να μην διεξάγονται πολεμικές επιχειρήσεις, η κατάσταση ωστόσο δεν είναι καθόλου βέβαιη. Το γεωτρύπανο «Γιαβούζ» βρίσκεται στο «οικόπεδο 7» της Κυπριακής ΑΟΖ, συνοδευόμενο από πλοία του τουρκικού πολεμικού ναυτικού.

Ταυτόχρονα στην ίδια περιοχή βρίσκονται πλοία του γαλλικού πολεμικού ναυτικού, των οποίων η αντίδραση θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη σε περίπτωση κλιμάκωσης της έντασης, παρόλο που σε αυτή τη φάση η γαλλική διπλωματία μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ιδιαίτερα βραδυκίνητη αν οχι απούσα. Τέλος, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αγνοείται ο «παίκτης» Ισραήλ τα συμφέροντα του οποίου στην Συρία είναι στρατηγικής ασφάλειας και αν αποφασίσει να εμπλακεί, (Ως σοβαρό κράτος), είναι βέβαιο πως θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην καθεστηκυία κατάσταση.

Επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης»

Από στρατιωτική - τακτική άποψη (αν και ακόμα είναι πολύ νωρίς) ο στόχος των τουρκικών δυνάμεων φαίνεται πως είναι δημόσια κτίρια τα οποία κρατούνται από Κούρδους μαχητές, παρόλο που σύμφωνα με τις πρώτες μαρτυρίες υπάρχουν ήδη αρκετοί νεκροί στον άμαχο πληθυσμό. Από την δεύτερη κιόλας μέρα των επιχειρήσεων το τουρκικό επιτελείο αναδιπλώθηκε αφού ενώ αρχικά επεδίωκε να εκκαθαρίσει ένα μέτωπο 400 χιλιομέτρων, εντούτοις σύμφωνα με σημερινές ανακοινώσεις ο στόχος είναι να διατηρηθεί ένα μέτωπο μήκους 160 χιλιομέτρων, που και σε αυτή την περίπτωση είναι ιδιαίτερα μεγάλο για σύγχρονες επιχειρήσεις.

Επιπλέον, όπως σε όλες τις τελευταίες επιχειρήσεις, νευραλγικό ρόλο θα παίξει η αεροπορία. Εκεί έγκειται και ο γρίφος για τους Τούρκους αφού οι ΗΠΑ δεν έχουν ξεκαθαρίσει πλήρως την στάση τους με τον πρόεδρο Τραμπ να κάνει ένα βήμα μπροστά και ένα πίσω. Πιο συγκεκριμένα, ο εναέριος χώρος στην Συρία, πάνω από τον οποίο επιχειρούν οι τουρκικές δυνάμεις βρίσκεται υπό την εποπτεία των ΗΠΑ και παρόλο του ότι από εχθές κάτι τέτοιο δεν ισχύει, εντούτοις οι ΗΠΑ έχουν κάνει σαφές πως δεν θα παρέχουν πληροφορίες στους Τούρκους για την κατάσταση που επικρατεί στον συγκεκριμένο εναέριο χώρο. Επισημαίνεται πως χωρίς τις απαραίτητες πληροφορίες για τον εναέριο χώρο οποιαδήποτε περιοχής επιχειρήσεων, είναι αδύνατον να πετάξουν μαχητικά αεροσκάφη.

Το πλεονέκτημα της τουρκικής αεροπορίας είναι πως η εγγύτητα των συνόρων των δυο κρατών, επιτρέπει βομβαρδισμούς κουρδικών θέσεων από το τουρκικό έδαφος. Το παραπάνω γεγονός ενώ αρχικά φαίνεται θετικό, ωστόσο μακροπρόθεσμα δεν θα συμβάλλει δραματικά στην έκβαση της επιχείρησης αφού τα όπλα που μπορούν να μεταφέρουν τα τουρκικά μαχητικά και να πλήξουν στόχους άνω των 10 χιλιομέτρων (AGM 154C – JSOW) είναι ιδιαίτερα δαπανηρά (719,000 δολάρια ανά μονάδα).

Επιπλέον, οι Κούρδοι μαχητές συνεπικουρούμενοι κυρίως από το Ισραήλ το προηγούμενο χρονικό διάστημα δεν είναι εξοπλισμένοι απλώς με κάποια τυφέκια παλαιού τύπου αλλά το πιθανότερο είναι να διαθέτουν βαρύ οπλισμό.
Μένει λοιπόν να δούμε εάν η στρατιωτική βούληση της Τουρκίας και του προέδρου Ερντογάν θα μεταφραστεί σε πολιτική επιβολής και ως μέσο για την συνέχιση της εξωτερικής πολιτικής της γειτονικής χώρας. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που σίγουρα ισχύει είναι το εξής: Άλλο πράγμα η τακτική και άλλο η στρατηγική