Προκαλεί εντύπωση η έκταση που πήρε μια αναφορά του πρώην πολιτικού Ευ. Βενιζέλου, πρώην υπουργού Εξωτερικών και Αμύνης και πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ -όταν αυτό έφθασε στο ναδίρ της εκλογικής του επιρροής, κάτι παραπάνω από 4%-, τα τελευταία χρόνια καθηγητή στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης και μόνον, σε σχέση με την ελληνοτουρκική διαφορά στο Αιγαίο. Συγκεκριμένα, ο κ. Βενιζέλος παρέπεμψε σε μια εμφατική αποστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή από το μακρινό 1978 ότι «το Αιγαίο δεν αποτελεί ελληνική λίμνη». Η αναφορά σχετίζεται ουσιαστικά με το Πρωτόκολλο της Βέρνης Καραμανλή - Ντεμιρέλ (1975).

Οι θιασώτες και θαυμαστές του πρώην πολιτικού της Κεντροαριστεράς δεν κουράστηκαν για πολλές ημέρες μετά από αυτήν του την παραπομπή να κάνουν πολιτικές και ιστορικές αναλύσεις, να περιγράφουν «δούρειους ίππους» και να προσπαθούν να προσεγγίσουν το μέλλον, όπως και κάποιοι από τους επώνυμους θαυμαστές του «καραμανλισμού», που ένιωσαν προσβεβλημένοι για την παραπομπή Βενιζέλου και θέλησαν έτσι να αποκαλύψουν τα «σκοτεινά» του κίνητρα. Μπορεί να διερωτηθεί κάποιος: Είναι δυνατόν υπό τις παρούσες, κρίσιμες συνθήκες να υπάρχει τόσο έντονη ενασχόληση με μια τοποθέτηση ενός πρώην πολιτικού; Η απάντηση είναι απλή: Κάποιοι νομίζουν ότι εντάσσονται σε μια «φωτισμένη δεσποτεία», του ορθού λόγου και της ευφυούς στρατηγικής. Ο Ευ. Βενιζέλος πρωταγωνιστεί σε αυτόν τον κύκλο, που συνδέεται άμεσα με τη δεύτερη περίοδο του ΠΑΣΟΚ και την ομάδα των επονομαζόμενων «εκσυγχρονιστών». Είναι μια κατηγορία πρώην πολιτικών πλέον, που είχαν και την ευκαιρία και τον χρόνο και τις αρμοδιότητες να οδηγήσουν σε έναν δομικό ανασχηματισμό την Ελλάδα την περίοδο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Είναι μια ομάδα κυβερνητικών στελεχών, με κορυφαίες θέσεις, που απέτυχαν τόσο ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις ένταξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη όσο όμως και σε σχέση με τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και τα Ελληνοτουρκικά, την αντιμετώπιση της δομικής διαφθοράς, τη διαμόρφωση βιώσιμου και αναπτυξιακού στρατηγικά παραγωγικού μοντέλου και τον εκσυγχρονισμό των δομών και των δημοσιονομικών του κράτους. Αυτό όμως που πέτυχαν είναι να διαμορφώσουν έναν πολύ ισχυρό κύκλο opinion leaders, ανθρώπων των μίντια, τεχνοκρατών και πανεπιστημιακών, που, ακόμα και όταν το εκλογικό σώμα τούς περιθωριοποίησε κοινοβουλευτικά, συνεχίζουν να καλλιεργούν μια μυθολογία γύρω από αυτούς, τις δυνατότητές τους και το έργο τους.

Ειδικά για την παραπομπή αυτή του Ευ. Βενιζέλου σε μια ρήση του πρώην πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή του πρεσβύτερου αξίζει να σημειώσουμε ότι: Το 1978 η ελληνοτουρκική διαφορά για την οριοθέτηση θαλάσσιων οικονομικών ζωνών στο Αιγαίο αναφερόταν μόνο στη χάραξη της υφαλοκρηπίδας. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, που ίσχυε τότε (Β’ Συνδιάσκεψη, 1959 στη Γενεύη), τα χωρικά ύδατα έφθαναν στα 6 ναυτικά μίλια. Τα νησιά δεν είχαν ζώνες, αλλά μόνον τα ηπειρωτικά εδάφη. Δεν υπήρχε ΑΟΖ, δεν υπήρχε κανένα δικαίωμα επέκτασης στα 12 ναυτικά μίλια. Όλα αυτά τα ζητήματα, ως διαφορές και ως νόμιμα δικαιώματα της Ελλάδας που δεν συνέφεραν την Τουρκία, προέκυψαν από τη Γ’ Συνδιάσκεψη για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, σε επίπεδο ΟΗΕ, που συνομολογήθηκε το 1982, στην Τζαμάικα. Τέσσερα χρόνια δηλαδή μετά τη συγκεκριμένη αποστροφή Καραμανλή, που αναφερόταν στην έκταση της υφαλοκρηπίδας και μόνον και χαρασσόταν με άλλες προδιαγραφές στο ισχύον τότε Δίκαιο.

Το νέο Δίκαιο του 1982 ουσιαστικά επικυρώθηκε από τον απαραίτητο αριθμό κρατών στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Για τον λόγο αυτόν η Τουρκία, και θέλοντας να ανασχέσει την Ελλάδα από την άσκηση των νόμιμων πλέον δικαιωμάτων της, όπως έκανε αυτή άλλωστε στη Μαύρη Θάλασσα, κήρυξε το «casus belli». Μετά ήρθαν τα Ίμια και οι περίφημες «γκρίζες ζώνες», για τα οποία ξέρουν πολύ καλά ο κ. Βενιζέλος και άλλοι ευφυείς του πολιτικού του κύκλου, το Ελσίνκι, η Μαδρίτη και ούτω καθ’ εξής.

Αλήθεια, στις παρούσες συνθήκες και με δεδομένο ότι η τοποθέτηση έγινε εβδομάδες μετά και την εισβολή των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στην Ουκρανία, τι ρόλο μπορεί να έχει αυτή η παλαιά αναφορά; Μόνον ως «πυροτέχνημα» μπορεί να εκληφθεί, για να αποκτήσει δημοσιότητα ο κ. Βενιζέλος και η παρέμβασή του, θέλοντας να επηρεάσει χειρισμούς και στρατηγικές της νεότερης πολιτικής γενιάς, που διαχειρίζεται τη διακυβέρνηση της χώρας, ή, πιο απλά, για να δώσει ένα «ηχηρό παρών», που θα ικανοποιήσει την άπληστη, κατά γενική ομολογία, προσωπική ματαιοδοξία του…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 9 Απριλίου 2022