Η Ελλάδα βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο. Οπως είναι σύνηθες και αναµενόµενο, η µικροπολιτική και οι τακτικισµοί για την προσέλκυση εντυπώσεων και ψήφων περισσεύουν. Είναι δύσκολο σε τέτοιες συνθήκες να γίνει συγκροτηµένη δηµόσια συζήτηση διευρυµένου περιεχοµένου για την προοπτική της χώρας αλλά και για τις διεθνείς εξελίξεις. Οι εκλογές, όχι µόνον στην περίπτωση της Ελλάδας, δηµιουργούν περιβάλλον εσωστρέφειας. Στην καλύτερη περίπτωση, απολογισµού πεπραγµένων. Επίσης ευνοούν τα συνθήµατα και τις πολώσεις. Αυτό από µόνο του δεν είναι ούτε κακό, ούτε στην παρούσα φάση ενέχει κάποιον κίνδυνο για την Ελλάδα. ∆ηµοκρατία σηµαίνει εκλογές στο τέλος της συνταγµατικής θητείας. Αντιπαράθεση, περιοδείες, συγκεντρώσεις, κυνήγι σταυρού προτίµησης, παρουσία µε ένταση στα µίντια, «αρένα» στα κοινωνικά δίκτυα.

Όλα αυτά έχουν αρχίσει να συµβαίνουν και αυτή την προεκλογική περίοδο. Θα µπορούσε να πει κάποιος ραντεβού για «σοβαρή συζήτηση» στις προγραµµατικές δηλώσεις µετά την ορκωµοσία του νέου Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα όµως ραγδαίες είναι οι διεθνείς εξελίξεις, που είναι και δοµικές. Ενας νέος Ψυχρός Πόλεµος «επισηµοποιήθηκε» µε την επίσκεψη του Αµερικανού προέδρου, Μπάιντεν, στο Κίεβο, αλλά και στην Πολωνία, και τα όσα δήλωσε από εκεί, µε την τοποθέτηση του Ρώσου προέδρου, Πούτιν, από τη Μόσχα και την ανακοίνωση της αποχώρησης από τις Συνθήκες «New Start» για τον περιορισµό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων, µετά το 2026, και την παρουσία του υψηλού κύρους Κινέζου διπλωµάτη Ουάνγκ Λι για διαβουλεύσεις στη Μόσχα. Η ανακοίνωση της Κίνας σχετικά µε τις διαβουλεύσεις του Κινέζου αξιωµατούχου µε τον γραµµατέα του Ρωσικού Συµβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, Πετρούσεφ, και τις επαφές του µε Λαβρόφ και ενδεχοµένως Πούτιν προεξοφλεί µια σχεδιαζόµενη συνάντηση κορυφής του Ρώσου προέδρου µε τον Κινέζο οµόλογό του, Σι, µέσα στους επόµενους µήνες. Η ανακοίνωση του Πεκίνου µιλά για τη συναπόφαση µε τη Μόσχα να «προστατευθούν η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιφέρεια Ασίας - Ειρηνικού». Ουσιαστικά µιλάµε για έναν παγκόσµιο διπολισµό, µε κλιµάκωση του ανταγωνισµού µεταξύ Ανατολής - ∆ύσης σε όλα τα επίπεδα.

Οι αυταπάτες του «µεσοπολέµου», από το τέλος του προηγούµενου Ψυχρού Πολέµου, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, µέχρι την έναρξη του νέου, το 2023, έχουν πλέον και τυπικά καταπέσει, µε τους «στρατηγούς» εδώ και έναν χρόνο να έχουν αναλάβει τον ρόλο των «τραπεζιτών» των τελευταίων δεκαετιών. Από την πλευρά της ∆ύσης θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα µηνύµατα Μπάιντεν προς τον κόσµο και την ίδια τη ∆ύση. Ειδικά µια αποστροφή: «Οι ΗΠΑ δηµιούργησαν έναν συνασπισµό εθνών από τον Ατλαντικό έως τον Ειρηνικό για να βοηθήσουν στην υπεράσπιση της Ουκρανίας µε πρωτοφανή στρατιωτική, οικονοµική και ανθρωπιστική υποστήριξη - και αυτή η υποστήριξη θα διαρκέσει».

Η Ελλάδα απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις δεν αιφνιδιάζεται ως προς τη στρατηγική της. Οχι µόνον αυτήν που σχετίζεται µε τον πόλεµο στην Ουκρανία τον τελευταίο χρόνο, αλλά και ως προς τις συνολικές κρίσεις που ανακύπτουν και θα ανακύψουν από το παγκόσµιο power game για τον διεθνή συσχετισµό και τις ζώνες επιρροής. Σε αντίθεση µάλιστα µε την εσωστρέφεια και την παντελή έλλειψη στρατηγικής και προετοιµασίας της προηγούµενης περιόδου παγκόσµιων ανακατατάξεων, 1989- 1994, όταν στην Ελλάδα κόµµατα και κοινωνική συγκρότηση ασχολούνταν µε σκάνδαλα τύπου Κοσκωτά ή το «νεύµα» του Ανδρέα ή χάζευαν «µαγεµένοι» τον διάλογο για την ένωση των Γερµανιών και τη συγκρότηση της νέας Ευρώπης του Μάαστριχτ, σήµερα έχει ουσιαστικά προεξοφλήσει τις εξελίξεις, µε δυναµικό µάλιστα τρόπο, αυτοπροσδιοριζόµενη και όχι ετεροκαθοριζόµενη.

Όλα ξεκίνησαν πριν από περίπου µία δεκαετία, ενώ οικονοµικά και δηµοσιονοµικά η χώρα είχε καταστραφεί. Μια νέα θεώρηση, όχι µόνον για τα Ελληνοτουρκικά, τα Βαλκανικά ή την ευρωπαϊκή ένταξη, αλλά και για τη διεθνή θέση και ρόλο της χώρας, ξεκίνησε, ως προβληµατισµός. Ως υπέρβαση των δεδοµένων και των «ατυχηµάτων» που είχαν συµβεί. Ο,τι και να εξελίχθηκε από τις περιφερειακές συµµαχίες µε το Ισραήλ, την Αίγυπτο, µε τη συµµετοχή της Κύπρου, τα Εµιράτα, τη Σαουδική Αραβία, τη θεαµατική αναβάθµιση των σχέσεων µε τις ΗΠΑ, την επιβεβαίωση της συνθήκης µε τη Γαλλία, τη νέα θέση στην Ευρώπη, την υπέρβαση του εγκλωβισµού στην «ουδετερότητα» ανάµεσα σε Ανατολή και ∆ύση, που επιβεβαιώθηκε µετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, βασίζεται σε αυτή τη νέα αρχιτεκτονική και στρατηγική θεώρηση από την πλευρά της Ελλάδας. Αφετηρία της νέας εποχής η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. από το 2016, µε τον προηγούµενο πρέσβη των ΗΠΑ, κ. Πάιατ, να έχει σηµαίνουσα συµβολή. Και από την πρωθυπουργία Τσίπρα στην πρωθυπουργία Μητσοτάκη το 2019, µε κυβέρνηση µονοκοµµατική Ν.∆., όπου όλα βρήκαν τον ρυθµό τους, το εύρος τους, τη δυναµική τους, µέσα µάλιστα από µια σειρά απρόβλεπτων διεθνών κρίσεων. Αλλωστε, η παρουσία του σηµερινού πρέσβη, κ. Τσούνη, εκ προσωπικοτήτων, ως επιλογή του Στέιτ Ντιπάρτµεντ, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί τυχαία. Πολύ περισσότερο τα όσα ειπώθηκαν κατά την επίσκεψη του κ. Μπλίνκεν στην Αθήνα. Μιλώντας για την επόµενη ηµέρα των εκλογών, ο κ. Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός, θα έχει την ευθύνη της επιλογής µιας κυβέρνησης που θα εµπεδώνει την εθνική συνοχή και θα προάγει την αποτελεσµατικότητα σε πολεµικές διεθνείς συνθήκες. Ο κ. Τσίπρας, ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης, την ευθύνη του πολιτικού κλίµατος εντός και εκτός Κοινοβουλίου, αλλά και ενός εθνικά και κοινωνικά δηµιουργικού και υπεύθυνου δηµόσιου διαλόγου.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 24 Φεβρουαρίου 2023