Στις 25 Ιουνίου έχουμε εκλογές. Οι κάλπες θα είναι άδειες και μέχρι τη δύση του ηλίου θα γεμίσουν. Οι ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων θα είναι σε μηδενική βάση και θα μετρηθούν αποκλειστικά οι ψήφοι που θα βρίσκονται στις κάλπες εκείνη την ημέρα. Πολλοί από τους πολίτες σήμερα βρίσκονται σε σύγχυση. Αυτή συνδέεται με τη συνήθη εμπειρία στην Ελλάδα με τις περιφερειακές - δημοτικές εκλογές, όπου στον δεύτερο γύρο έχουμε τα δύο πρώτα κόμματα να λαμβάνουν μέρος, με στόχο την πλήρη επικράτηση του ενός από αυτά, με 50%+0,1%. Καμία σχέση όμως με τις επερχόμενες εκλογές. Εδώ όλα ξεκινούν από μηδενική βάση. Ακόμη και τα κόμματα που θα συμμετάσχουν μπορεί να είναι διαφορετικά από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Όλα τα κόμματα θα υποβάλουν εκ νέου δικαιολογητικά και προαπαιτούμενα στον Άρειο Πάγο για να έχουν δικαίωμα να συμμετάσχουν στη νέα αυτή εκλογική διαδικασία.
Η μεγάλη διαφορά στην επερχόμενη διαδικασία είναι ο εκλογικός νόμος. Δεν θα διεξαχθούν με απλή αναλογική αλλά με σύστημα ενισχυμένης αναλογικής. Το κομβικό σημείο στα δύο συστήματα είναι το «μπόνους» των επιπλέον εδρών που έχει το πρώτο κόμμα,σωρευτικά μπορούν να φθάσουν τις 30. Επίσης ωφελημένο μπορεί να είναι και το δεύτερο κόμμα, που έχει λαμβάνειν επιπλέον έδρες, αφού το σύστημα της κατανομής των εδρών ευνοεί την αυτοδυναμία και την κοινοβουλευτική ισχύ των πιο μεγάλων κομμάτων και όχι τις έδρες της πανσπερμίας των μικρών κομμάτων. Η ενισχυμένη όμως αναλογική, που θα ισχύσει στις 25 Ιουνίου, δεν είναι η ίδια με την ενισχυμένη αναλογική των εκλογών του 2015 ή του 2019. Το τότε «μπόνους» των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα δεν ισχύει πλέον, αφού το σύστημα που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκηείναι πιο αναλογικό και δίκαιο. Και τότε ποια η τελική σημασία των εκλογών της 21ης Μαΐου, με το θριαμβευτικό αποτέλεσμα για τη Νέα Δημοκρατία; Η σημασία είναι ότι το τοπίο ως προς το κόμμα διακυβέρνησης έχει ξεκαθαρίσει. Ένα κόμμα, η Νέα Δημοκρατία, δέχθηκε τη θετική εντολή από τους πολίτες, με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον άλλο πόλο διακυβέρνησης, να βρίσκεται είκοσι μονάδες πίσω, αναγκασμένη πλέον η ηγεσία και τα στελέχη του να δώσουν μάχη κυριαρχίας και επιβεβαίωσης στην αξιωματική αντιπολίτευση. Επίσης είναι σημαντικό ότι οι πολιτικές που προτείνει ο Κ. Μητσοτάκης και η Κεντροδεξιά έχουν την υποστήριξη των πολιτών, αλλά και ο τρόπος διακυβέρνησης με τα χαρακτηριστικά Μητσοτάκη έχει την έγκρισή τους. Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ ενδιαφέρον και σημαντικό ότι καταδικάσθηκαν ο ισοπεδωτικός και μηδενιστικός τρόπος αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ και η μονοδιάστατα καταγγελτική και έωλη καμπάνια του.
Τίποτα όμως δεν έχει κριθεί οριστικά ως προς την αυτοδυναμία της διακυβέρνησης από τη ΝΔ. Γιατί με μια πρόβλεψη, στη βάση των αποτελεσμάτων των πρώτων εκλογών, για ενδεχόμενη επτακομματική επόμενη Βουλή (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση, ΝΙΚΗ, Πλεύση Ελευθερίας), η Κεντροδεξιά θα πρέπει να πετύχει ένα ποσοστό της τάξης του 42%-43%. Γιατί στόχος δεν είναι μια οριακή ή «αδύναμη» αυτοδυναμία, αλλά μια ασφαλής αυτοδυναμία για σταθερή διακυβέρνηση με ορίζοντα τετραετίας. Άρα τόσο τα ποσοστά της εκλογής του Μαΐου όσο και τα προσδοκώμενα υψηλότερα ποσοστά του Ιουνίου δεν αποτυπώνουν «ηγεμονία» αλλά κοινοβουλευτική αυτάρκεια για τη συμπολίτευση. Τελικά το «φάντασμα» της ακυβερνησίας είναι ακόμη εδώ…
*Δημοσιεύθηκε στην «εφημερίδα» Απογευματινή στις 25/5/23