Στις δηµοκρατίες όσο πιο ισχυρός είναι ο κυβερνητισµός, τόσο πιο αξιόπιστη και αξιόµαχη από πλευράς οράµατος διακυβέρνησης θα πρέπει να είναι η αξιωµατική αντιπολίτευση. Μάλιστα στη θεσµική επάρκεια και την επιρροή της αξιωµατικής αντιπολίτευσης βασίζεται το πόσα κόµµατα µπορούµε να έχουµε στο Κοινοβούλιο. Αλλά και τι είδους κόµµατα θα είναι αυτά. Για παράδειγµα, αφού ο κυβερνητισµός Μητσοτάκη είναι κυρίαρχος σε βάθος τετραετιών πλέον και µε σαφή προβάδισµα και για µια τρίτη θητεία µέχρι το 2031, χρειαζόµαστε αντιπολίτευση.

Αξιόπιστη στον ρόλο της και µε ασφαλείς ψηφοφόρους. ιαφορετικά, µε δεδοµένο ότι το ελληνικό Κοινοβούλιο υπερχειλίζει από προσωπικά και λαϊκιστικά κόµµατα, µειωµένης όµως κυβερνησιµότητας έστω ως ορατότητα, στο σύνολό τους, κινδυνεύουµε. Από τι; Από τα κόµµατα πολιτικά γραφεία των επικεφαλής τους που γίνονται όλο και πιο τοξικά και ταυτόχρονα όλο και πιο καιροσκοπικά. Με δεδοµένο ότι η πλειοψηφία των πολιτών και ειδικά οι νεότερες γενιές περνούν τον χρόνο τους στα κοινωνικά δίκτυα φωτογραφίζοντας τον εαυτό τους και µη ασχολούµενοι ούτε µε την πολιτική ούτε µε τις ειδήσεις καν, υπάρχει η απειλή της εµφάνισης ακραίων κοµµάτων. Είτε στα δεξιά είτε στα αριστερά του συστήµατος. Τα ακραία κόµµατα προβάλλουν µια πιο βίαιη ιδεολογία αλλά και πρακτική για να επικρατήσουν στα πολλά αλλά αδύναµα υπάρχοντα κόµµατα στην αντιπολίτευση. Επιθυµώντας να κυριαρχήσουν στην κοινωνία, αξιοποιώντας τα social media, γίνονται όλο και πιο µηδενιστικά απέναντι στη διακυβέρνηση. Ταυτόχρονα καλούν τον κόσµο στους δρόµους να «τα σπάσει», θεωρώντας οι ηγεσίες τους ότι η βία των δρόµων θα ανατρέψει την επάρκεια του ισχυρού κόµµατος κυβερνητισµού που διαχειρίζεται την εξουσία στον χρόνο. Η εµπάθεια αυτή ως πολιτική θεωρία ανατρέπει τους συσχετισµούς και την αντιπαράθεση µε όρους ορθού λόγου και δηµιουργικού σχεδιασµού. Η βία φέρνει βία. Ο κύκλος ανοίγει στη βάση περιθωριακών σκοπιµοτήτων µαταιόδοξης κυριαρχίας, χωρίς κανείς -ούτε αυτοί που προκάλεσαν το «πρώτο αίµα»- να µπορούν να ελέγξουν τις εξελίξεις. Η Ελλάδα µπορεί να είναι λιγότερο τοξική από άλλες ευρωπαϊκές χώρες αλλά αυτό δε σηµαίνει ότι στο πολιτικό της σύστηµα δεν πρέπει να επέλθει µια δοµική ισορροπία. Οδεύοντας προς τις τακτικές εκλογές του 2027 και βλέποντας τα ποσοστά της Νέας ηµοκρατίας να κινούνται στη ζώνη του 30% και παραπάνω, ενώ τα ποσοστά αξιοπιστίας του πρωθυπουργού έναντι των πολιτικών αντιπάλων να είναι θεαµατικά υψηλά, επείγει πλέον η αναζήτηση αξιόπιστης αντιπολίτευσης για το επόµενο Κοινοβούλιο.

Τα υπάρχοντα κόµµατα της αντιπολίτευσης είναι εµφανές ότι δεν έχουν δυνάµεις να αποτελέσουν κάποια σοβαρή εναλλακτική στην κεντροδεξιά διακυβέρνηση από την κεντροαριστερή οπτική. Για να υπάρξει ένα κόµµα ή κίνηµα από την Κεντροαριστερά, νεόδµητο και ενεργό έχει µόλις έναν χρόνο µπροστά του για να οργανωθεί. Από τη δύσκολη και ενδεχοµένως επικίνδυνη εµπλοκή, µας βγάζει ο επανελθών στο προσκήνιο Αλέξης Τσίπρας. Είναι φανερό, µετά την έκδοση του βιβλίου του αλλά και την εκδήλωση στο θέατρο «Παλλάς», ότι δηµιουργείται ένα κύµα συσπείρωσης πολιτών και στελεχών γύρω του, που από τη µία δίνει διέξοδο στην ανυπαρξία ικανής αντιπολίτευσης, ενώ από την άλλη αποτελεί έναυσµα για την αναδιάταξη υπαρχόντων κοµµατικών σχηµατισµών που βρίσκονται σε τέλµα ή αδιέξοδο προοπτικής. Ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός στην οµιλία του στην εκδήλωση παρουσίασης της «Ιθάκης» του µίλησε για ένα «Big bang» που θα αλλάξει τα δεδοµένα. Ακολουθώντας το µοντέλο του κινήµατος, δηλαδή της οργάνωσης από τα «κάτω», σε µια διαδικασία αυτο-οργάνωσης σε περιφερειακό πεδίο στην επικράτεια, προσβλέπει στη διαδικασία της επανίδρυσης και της αναγέννησης. ηλώνει µάλιστα ότι «η νέα µεταπολίτευση (σ.σ. ζήτηµα του 2030) δεν µπορεί παρά να αρχίσει από την αποκατάσταση του πολιτικού συστήµατος». Ποιος διαφωνεί σε αυτό;

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή