Η Ελλάδα χρειάζεται εθνικό σχέδιο
Η 81η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, η οποία αποτελεί σημείο αναφοράς για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, ξεκινά με την Ελλάδα να είναι η μόνη χώρα της Ε.Ε. που παραμένει σε ύφεση. Στο αμέσως επόμενο διάστημα η οικονομία μας θα βρεθεί αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις, καθώς μέχρι το τέλος του 2016 θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής και να έχουν αποφευχθεί πρόσθετα εμπόδια, όπως μια πιθανή υστέρηση σε σχέση με τους στόχους του προϋπολογισμού, η οποία θα οδηγήσει στη λήψη νέων περιοριστικών μέτρων.
Μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης και τρία διαδοχικά μνημόνια, τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας έχουν επιδεινωθεί δραματικά. Το ΑΕΠ της χώρας, ακόμη κι αν η ύφεση περιοριστεί στο 0,3%, θα ανέλθει σε 175 δις ευρώ στα τέλη του 2016, κάτι που σημαίνει ότι από το 2009 θα έχουν χαθεί σωρευτικά από την ελληνική οικονομία 62,4 δις ευρώ. Το χρέος θα υπερβαίνει τα 320 δις ευρώ και θα είναι – σε απόλυτους αριθμούς – κατά 50% μεγαλύτερο σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2009. Ο δείκτης της αξίας των ακινήτων έχει υποχωρήσει κατά 40% σε σύγκριση με το 2009, ενώ ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει εκτοξευθεί στο 45,1% από 7,7% το 2009.
Τα πράγματα σαφώς μπορούν να γίνουν χειρότερα. Η αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, η κατάργηση της ρύθμισης των 100 δόσεων για τις οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και δημόσιο, η συνεχιζόμενη έλλειψη ρευστότητας, καθώς και η αναμενόμενη επιθετική στάση των funds στο πλαίσιο της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα διαμορφώσουν νέες ασφυκτικές πιέσεις στην αγορά. Οι πιέσεις αυτές είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα πτωχεύσεων επιχειρήσεων, με συνέπεια την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας, αλλά και εσόδων για το δημόσιο και για τα ασφαλιστικά ταμεία.
Εφικτή, ωστόσο, είναι και η βελτίωση της σημερινής κατάστασης. Η Ελλάδα μπορεί να βγει από το τέλμα, εφόσον υπάρξει ορατή αλλαγή πολιτικής. Για να επιστρέψει η οικονομία της χώρας στα προ κρίσης επίπεδα και για να ανακτηθεί το βιοτικό επίπεδο που χάθηκε στα χρόνια των μνημονίων, απαιτείται ένα εθνικό σχέδιο για την προσέλκυση επενδύσεων συνολικού ύψους τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ.
Το σχέδιο αυτό θα συμπεριλαμβάνει κίνητρα για τη δραστηριοποίηση όχι μόνο ξένων επενδυτών, αλλά και των εγχώριων επιχειρηματικών δυνάμεων. Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η σταδιακή επιστροφή κεφαλαίων από το εξωτερικό, και η αξιοποίηση αδρανών κεφαλαίων, εντός της χώρας. Η προσπάθεια αυτή περνά, βεβαίως, μέσα από τη δραστική βελτίωση του φορολογικού συστήματος και την προώθηση γενναίων μέτρων και μεταρρυθμίσεων για την αναβάθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Μεταξύ άλλων, απαιτούνται μέτρα όπως: μείωση φορολογικών συντελεστών, συρρίκνωση του κράτους και αύξηση της αποτελεσματικότητας της Δημόσιας Διοίκησης, διεύρυνση της φορολογικής βάσης και αύξηση της εισπραξιμότητας των φόρων, διαρθρωτικές αλλαγές για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, μέτρα για τη στήριξη των εξαγωγών, επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων και της αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, υλοποίηση μεγάλων projects για την προσέλκυση επενδύσεων, όπως η αξιοποίηση του Ελληνικού και του παράκτιου μετώπου της Αττικής, η επέκταση της Αττικής Οδού και του ΜΕΤΡΟ, η κατασκευή αεροδρομίου στο Καστέλι της Κρήτης κ.ά.
Εξίσου απαραίτητη είναι η σταθεροποίηση και η ανάκτηση του ρόλου του τραπεζικού συστήματος, ως πυλώνα στήριξης της οικονομίας και της επιχειρηματικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται η εφαρμογή βιώσιμης λύσης στο θέμα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με σεβασμό στις αρχές του υγιούς ανταγωνισμού, αλλά και διοικήσεις οι οποίες θα λειτουργούν με γνώμονα το μακροπρόθεσμο συμφέρον του τραπεζικού τομέα, αλλά και συνολικά της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα μπορεί, στο επόμενο διάστημα, να πάει καλύτερα. Χρειάζεται, όμως, τολμηρές πολιτικές, που θα υποστηριχθούν από σοβαρές και υπεύθυνες πολιτικές ηγεσίες, πέρα από ιδεολογικές παρωπίδες και μικροκομματικές στρατηγικές. Τώρα είναι η ώρα για σύνεση, συναίνεση και συνεργασία.