Ένας εκκεντρικός, λαϊκιστής δισεκατομμυριούχος κατόρθωσε να αλώσει το κόμμα του Λίνκολν και του Αιζενχάουερ και να το οδηγήσει στο Λευκό Οίκο. Στο διάβα του ο τυφώνας Τραμπ ποδοπάτησε τους θεσμούς και τις συμβάσεις της αμερικανικής δημοκρατίας. Επιτέθηκε στο πολιτικό κατεστημένο και στα παραδοσιακά ΜΜΕ. Προσέβαλε τις περισσότερες κοινωνικές ομάδες και ιδίως τις γυναίκες. Σε μια χώρα μεταναστών απείλησε ότι θα σηκώσει τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, και θα πετάξει έξω από τη χώρα μουσουλμάνους και παράνομους μετανάστες. Ένας ρατσιστής, μισογύνης, ξενοφοβικός υποψήφιος καταπάτησε τις κονφορμιστικές νόρμες πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, τη πολιτική ορθότητα. Και όχι μόνο βρήκε ακροατήριο αλλά πέτυχε τη μεγάλη ανατροπή θριαμβεύοντας στις εκλογές. Σε μια στιγμή του εκλογικού πολιτικού κύκλου που, παραδόξως, η Αμερική είναι σε καλή κατάσταση. Η οικονομία της έχει ανακάμψει από τη κρίση του 2008, και παραμένει πρωτοπόρα στη καινοτομία, στην έρευνα, στις επιστήμες. Είναι ενεργειακά αυτάρκης και πλανητικά προεξάρχουσα. Τι συνέβη λοιπόν. Η αλήθεια είναι ότι παρά την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας, τα  εργατικά αλλά και τα μεσαία στρώματα ακόμη επουλώνουν τις πληγές τους. Η ανάκαμψη είναι άνιση και οι εισοδηματικές ανισότητες μεγαλύτερες από ποτέ. Πολλοί πολίτες αισθάνονται θυμωμένοι και προδομένοι από το πολιτικό σύστημα. Αυτή την οργή, μαζί με τη παραδοσιακή καχυποψία των αμερικανών απέναντι στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση,  εκμεταλλεύτηκε ο Τραμπ βάλλοντας κατά του κατεστημένου.

Η συντριπτική πλειοψηφία λευκών ψηφοφόρων χωρίς πτυχίο ψήφισε Τραμπ. Είναι οι πολίτες της «σκουριασμένης ζώνης», του λεγόμενου rust belt. Οι πολίτες των αποβιομηχανοποιημένων πολιτειών του Ιλλινόι, του Μίτσιγκαν, του Οχάιο, της Ιντιάνα, και του Γουισκόνσιν. Εκεί που άλλοτε χτυπούσε η καρδιά της βαριάς βιομηχανίας της Αμερικής. Οι περιοχές αυτές χτυπήθηκαν από τη παγκοσμιοποίηση και το πέρασμα στη μεταβιομηχανική φάση του καπιταλισμού. Τα λατομεία άνθρακα και χάλυβα έκλεισαν, εργοστάσια μετακόμισαν σε πολιτείες με φτηνότερα εργατικά. Έμειναν τα κουφάρια από τα κλειστά εργοστάσια και πόλεις όπως το Ντιτρόιτ μετατράπηκαν σε πόλεις φαντάσματα. Κάποιες τοπικές οικονομίες ανέκαμψαν δίνοντας έμφαση στις υπηρεσίες και στην υψηλή τεχνολογία. Η ανάκαμψη όμως άφηνε πίσω τα εργατικά και μεσαία στρώματα με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, που δεν είχαν τη δυνατότητα προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Κάθε αλλαγή στο τρόπο παραγωγής, κάθε οικονομική κρίση, όπως αυτή του 2008, βάζει στο περιθώριο κοινωνικά στρώματα. Η παγκοσμιοποίηση και το μεταναστευτικό απειλούν αυτά κυρίως τα στρώματα και δημιουργούν ένα κλίμα ξενοφοβίας. Αυτοί οι πολίτες, της Αμερικής που μένει πίσω, ήταν το ακροατήριο του Τραμπ. Που βλέπουν τις γεννήσεις των αφροαμερικανών να ξεπερνούν πλέον τις υπόλοιπες και το 16% του αμερικανικού πληθυσμού να είναι μεξικάνοι. Αυτές τις ανισότητες και τα ζητήματα φύλλου και ταυτότητας που διαιρούν και κατακερματίζουν την αμερικανική κοινωνία προέβαλε ο Τραμπ. Τη μαύρη τρύπα της αμερικανικής πολιτικής.  Το αφήγημα του απλοϊκό και λαϊκίστικο. Η χώρα είναι διαλυμένη, οι πολιτικοί διεφθαρμένοι, το σύστημα ξοφλημένο. Ψηφίστε με για να ξανακάνω την Αμερική μεγάλη.

Κατόρθωσε να εκλεγεί διαιρώντας αλλά για να κυβερνήσει αποτελεσματικά θα πρέπει να ενώσει. Η μετεκλογική του ομιλία ήταν ένα βήμα προς αυτή τη κατεύθυνση. Το ίδιο και της Κλίντον. Αλλά και το μήνυμα του Ομπάμα προϊδέασε για μια βελούδινη μεταφορά εξουσιών στον εκλεγμένο πρόεδρο. Αυτό, όμως, δεν αρκεί. Η πρωτοφανής προεκλογική πόλωση δεν θα ξεχαστεί εύκολα. Τα δυο παραδοσιακά μεγάλα κόμματα έχουν πλέον περιέλθει στη ομηρία των ακραίων. Ο Μπέρνι Σάντερς στο δημοκρατικό κόμμα, και το tea party, αλλά και ο ίδιος ο Τραμπ στο ρεπουμπλικανικό λειτουργούν φυγόκεντρα προς αντίθετες κατευθύνσεις. Πράγμα που κάνει την επόμενη μέρα της διακυβέρνησης εξαιρετικά δύσκολη. Για να κυβερνήσει αποτελεσματικά, ο Τραμπ θα χρειαστεί ισχυρή δόση πραγματισμού και τριγωνοποίησης στο κέντρο του πολιτικού φάσματος.

*Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι Καθηγητής Πανεπιστημίου και πρώην Υπουργός