Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι…
Όταν κάνεις την προσωπική σου ζωή κωμωδία και τη δουλειά σου παρωδία, η τραγωδία γίνεται το σκαλοπάτι που δεν πρόσεξες πριν κατρακυλήσεις από τον παράδεισο στην κόλαση
Μας το θύμισε ξανά ο Άκης.
Με αφορμή την τρίτη κατά σειρά διαθήκη του. Πως αποκληρώνει τα παιδιά του από τον πρώτο του γάμο, γιατί του συμπεριφέρθηκαν «με βαναυσότητα χαρακτήρος, ασπλαχνία που κληρονόμησαν από… τη μητέρα τους». Από εκείνον άραγε τι «κληρονόμησαν»; Όλο και κάτι θα πήραν, δεν μπορεί, παιδιά του είναι… Πήραν προίκα το όνομα, θα μου πεις, βαρύ όπως ο χρυσός, για να μην μπορούν να το αρθρώσουν από ντροπή, όταν οι παρασκηνιακές πομπές του πατρός άρχισαν να ξετυλίγονται σαν κουβάρι στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας. Πήραν χρήματα, «μαύρα» κι άραχνα από τη βρομιά εγκληματικών δραστηριοτήτων, για να κυκλοφορούν εσαεί με λερωμένα χέρια. Πήραν την ατζέντα των «επαφών» με άτομα ισχυρά, το διαβατήριο της απογείωσης στην κάστα των εκλεκτών, που μετά τη συντριβή του υπουργού ούτε «καλημέρα» δεν καταδέχονται να τους πουν.
Πήραν τη ρετσινιά του μιζαδόρου, του διεφθαρμένου, του απατεώνα, του προγόνου τους τέλος πάντων, που παρέα με τη Βίκυ-Αντουανέτα ρουφούσε με χρυσά κουτάλια το μεδούλι του λαού. Και μετά έγιναν αχάριστα τα παλιόπαιδα. Κακιασμένα, τυραννικά και βάναυσα, όπως τα χαρακτηρίζει ο πατέρας τους. Εκείνος δεν τα πίκρανε, δεν τα παράτησε, δεν τα αδίκησε, δεν τα εξέθεσε, δεν τα απογοήτευσε. Ο τέλειος πατέρας ήταν - στον ίδιο βαθμό που θεωρούσε τον εαυτό του και τέλειο πολιτικό. Έχουν τη διαβάθμισή τους οι αμαρτίες γονέων: συνήθεις / σποραδικές / ελαφριές / βαριές / βαρύτατες / ασυγχώρητες. Αυτές του Άκη ανήκουν στην τελευταία κατηγορία.
Όταν κάνεις την προσωπική σου ζωή κωμωδία και τη δουλειά σου παρωδία, η τραγωδία γίνεται το σκαλοπάτι που δεν πρόσεξες πριν κατρακυλήσεις από τον παράδεισο στην κόλαση. Και για το δράμα σου δεν παίζει άλλος υπεύθυνος παρά μόνον εσύ. Τα παιδιά του δεν τα γκρέμισε αποκληρώνοντάς, τα αλλά κληρώνοντάς τους μια ζωή και ένα όνομα που δεν επέλεξαν ούτε να έχουν ούτε να ζήσουν. Από έναν άνθρωπο τόσο περπατημένο και ταυτόχρονα τόσο παραστρατισμένο θα περίμενε κάποιος, πριν από το τέλος, μια προσωπική «αναψηλάφηση», μια ουσιώδη αυτοκριτική, έναν αναστοχασμό, έστω μια συγγνώμη - τουλάχιστον απέναντι στους απογόνους του. Αυτούς που μάλλον εύχονται τίποτα να μην είχαν και να μην έχουν πάρει από εκείνον…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 7/4
Με αφορμή την τρίτη κατά σειρά διαθήκη του. Πως αποκληρώνει τα παιδιά του από τον πρώτο του γάμο, γιατί του συμπεριφέρθηκαν «με βαναυσότητα χαρακτήρος, ασπλαχνία που κληρονόμησαν από… τη μητέρα τους». Από εκείνον άραγε τι «κληρονόμησαν»; Όλο και κάτι θα πήραν, δεν μπορεί, παιδιά του είναι… Πήραν προίκα το όνομα, θα μου πεις, βαρύ όπως ο χρυσός, για να μην μπορούν να το αρθρώσουν από ντροπή, όταν οι παρασκηνιακές πομπές του πατρός άρχισαν να ξετυλίγονται σαν κουβάρι στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας. Πήραν χρήματα, «μαύρα» κι άραχνα από τη βρομιά εγκληματικών δραστηριοτήτων, για να κυκλοφορούν εσαεί με λερωμένα χέρια. Πήραν την ατζέντα των «επαφών» με άτομα ισχυρά, το διαβατήριο της απογείωσης στην κάστα των εκλεκτών, που μετά τη συντριβή του υπουργού ούτε «καλημέρα» δεν καταδέχονται να τους πουν.
Πήραν τη ρετσινιά του μιζαδόρου, του διεφθαρμένου, του απατεώνα, του προγόνου τους τέλος πάντων, που παρέα με τη Βίκυ-Αντουανέτα ρουφούσε με χρυσά κουτάλια το μεδούλι του λαού. Και μετά έγιναν αχάριστα τα παλιόπαιδα. Κακιασμένα, τυραννικά και βάναυσα, όπως τα χαρακτηρίζει ο πατέρας τους. Εκείνος δεν τα πίκρανε, δεν τα παράτησε, δεν τα αδίκησε, δεν τα εξέθεσε, δεν τα απογοήτευσε. Ο τέλειος πατέρας ήταν - στον ίδιο βαθμό που θεωρούσε τον εαυτό του και τέλειο πολιτικό. Έχουν τη διαβάθμισή τους οι αμαρτίες γονέων: συνήθεις / σποραδικές / ελαφριές / βαριές / βαρύτατες / ασυγχώρητες. Αυτές του Άκη ανήκουν στην τελευταία κατηγορία.
Όταν κάνεις την προσωπική σου ζωή κωμωδία και τη δουλειά σου παρωδία, η τραγωδία γίνεται το σκαλοπάτι που δεν πρόσεξες πριν κατρακυλήσεις από τον παράδεισο στην κόλαση. Και για το δράμα σου δεν παίζει άλλος υπεύθυνος παρά μόνον εσύ. Τα παιδιά του δεν τα γκρέμισε αποκληρώνοντάς, τα αλλά κληρώνοντάς τους μια ζωή και ένα όνομα που δεν επέλεξαν ούτε να έχουν ούτε να ζήσουν. Από έναν άνθρωπο τόσο περπατημένο και ταυτόχρονα τόσο παραστρατισμένο θα περίμενε κάποιος, πριν από το τέλος, μια προσωπική «αναψηλάφηση», μια ουσιώδη αυτοκριτική, έναν αναστοχασμό, έστω μια συγγνώμη - τουλάχιστον απέναντι στους απογόνους του. Αυτούς που μάλλον εύχονται τίποτα να μην είχαν και να μην έχουν πάρει από εκείνον…
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 7/4