Σπίτι ακατάστατο, ζωντανό.

Στοίβες εφημερίδων επάνω σε καρέκλες, βιβλία αραδιασμένα σε ράφια και καναπέδες, μια robe de chambre στο πάτωμα, στα χέρια του ένα χαρτί, γράφει, σβήνει, μουτζουρώνει, μπάσα φωνή, πληθωρικό ανάστημα, «σερβιριστείτε μόνη σας, παρακαλώ. Ένα ποτήρι κρασί, αν δεν σας αρέσει υπάρχει και εξαιρετικό τσίπουρο. Είναι επικίνδυνοι οι άνθρωποι που δεν πίνουν κι ακόμη περισσότερο εκείνοι που δεν τρώνε, κυρία Ξύδα. Πάρτε ένα κάστανο, λίγο τυρί, ένα μανταρίνι έστω. Να, εκεί στη γυάλινη φρουτιέρα έχει πολλά…». Βραβεία και παράσημα, σ’ ένα πορτρέτο ο στρατηγός και δικτάτορας Θεόδωρος Πάγκαλος, αντικριστά του ο «Τσε».

«Ο ένας είναι ο παππούς μου, ο άλλος συγγενής μου από τη Λατινική Αμερική». Χιούμορ αδιόρατο, φλεγματικό. Χαμογελάω, ανταποδίδει μαζί με μνήμες από τα χρόνια του μαχητικού κομμουνιστή, του αθυρόστομου σοσιαλιστή, του επίμονου εκσυγχρονιστή - «το να αναθεωρείς είναι σοφία, ξέρετε». Ανδρέας και Σημίτης, Ίμια και Οτσαλάν, ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, «μαζί τα φάγαμε», πολιτικοί λαβύρινθοι σε περιβόλια επιτυχιών, νίκες και ήττες, θρίαμβοι και αποχωρήσεις, πολλά σωστά, λάθη που χωρούσαν σε περιθώρια και περιθώρια που δεν σήκωναν το παραμικρό λάθος, όλα ειπωμένα με τρόπο γκροτέσκο «Errare humanum est, sed in errare perseverare diabolicum» (το να κάνεις λάθος είναι ανθρώπινο, αλλά το να επιμένεις στο λάθος σου είναι διαβολικό). Καπνός από πίπα, ανεπιτήδευτη μπρουταλιτέ μπερδεμένη με ελιτίστικο σνομπισμό, κυματισμοί αυτοκριτικής σε θάλασσες ονειροπόλησης, άγριο ύφος σε ψυχή από ζυμάρι. «Οι μόνοι άνθρωποι που δεν θα σας πουλήσουν ποτέ είναι τα παιδιά σας. Αν φυσικά τα μεγαλώσετε αγαπώντας τα». Άλμπουμ γεμάτα νιάτα -«κοιτάξτε πόσο αδύνατος ήμουν κάποτε»-, βήμα αργό που σέρνει ξοπίσω του γεράματα.

«Θα περάσουν κι αυτά όπως η νιότη. Σήμερα έκανα κάποιες εξετάσεις και βγήκαν καλύτερες από ποτέ. Βοηθάει σε αυτό το κολύμπι και η γερή φτιαξιά μου». Αυστηρός, απότομος, σκληρός, αλλά και δίκαιος μέχρι εκεί που δεν παίρνει. «Έχετε δίκιο. Έτσι ήμουν, αλλά η πολιτική δεν χωράει γλύκες. Είναι γυναίκα αυστηρή, απότομη και σκληρή, όπως όλα τα ερωτεύσιμα». Δωμάτιο λουσμένο σε φως ασθενικό, ατμόσφαιρα που δονείται από γέλια και θυμό, από θυμό και γέλια, σ’ ένα αδιάκοπο εναλλάξ συναισθημάτων. Κρίση και κριτική, ορθή και αιρετική, πινελιές αθυροστομίας σε τελάρα σατανικής διαίσθησης και θεϊκής οξυδέρκειας: «Μη μου μιλάτε γι’ αυτόν. Είναι ο μεγαλύτερος βλάκας του δημοσιογραφικού χώρου. Να το θυμάστε πάντα αυτό». Θύμηση παντοτινή.

Αντίο, κύριε Πάγκαλε. Και σας ευχαριστώ… 

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 2/6