Μια Βουλή σκέτη απογοήτευση
Άρθρο γνώμης
Δυστυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά που μια συνεδρίαση της Βουλής θύμισε σε αρκετές περιπτώσεις αρένα

Η συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως για την εξωτερική πολιτική την προηγούμενη εβδομάδα θα μπορούσε, θεωρητικά τουλάχιστον, να αποτελέσει μια ευκαιρία για νηφαλιότητα, ρεαλισμό και -το κυριότερο- εθνική συνεννόηση. Αντί γι’ αυτό, εξελίχθηκε κατά ένα μεγάλο μέρος της σε μια «θεατρική» παράσταση υπερβολών, προσωπικών αιχμών και αναζήτησης δημοσκοπικών «πόντων» όπου η ουσία θυσιάστηκε στον βωμό των εντυπώσεων. Μια συζήτηση για τα εθνικά θέματα μετατράπηκε σε αγώνα ατάκας και αλληλοεπικρίσεων, με τον τόνο της φωνής να έχει σημαντικότερο ρόλο από το βάρος των επιχειρημάτων. Υπήρξαν αρχηγοί και βουλευτές που ξέφυγαν από κάθε έννοια κοινοβουλευτικής ευπρέπειας. Ανεπίτρεπτοι, για παράδειγμα, οι υπαινιγμοί του κ. Βελόπουλου, αλλά και το ρήμα «γκαρίζετε» από πρωθυπουργικά χείλη. Υπήρξαν κι άλλες στιγμές που άγγιξαν τα όρια της χυδαιότητας, ενώ αυτό που συστηματικά συμβαίνει από ορισμένους με την κατάχρηση του χρόνου που έχουν στη διάθεσή τους δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Και οφείλει ο πρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης, που ασκεί με πολύ σωστό και δίκαιο τρόπο τα καθήκοντά του, να προχωρήσει άμεσα στις παρεμβάσεις που έχει ανακοινώσει.
Δυστυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά που μια συνεδρίαση της Βουλής θύμισε σε αρκετές περιπτώσεις αρένα. Όμως, το θέμα της συγκεκριμένης συνεδρίασης δεν ήταν μια απλή πολιτική αντιπαράθεση. Ήταν η εξωτερική πολιτική της χώρας, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι διεθνείς ισορροπίες που καθορίζουν την ασφάλεια και το μέλλον μας. Κάθε φράση έχει σημασία, κάθε παραβίαση των κανόνων δεν είναι απλώς λεπτομέρεια, αλλά μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα και τον πολίτη. Η πολιτική δεν μπορεί να είναι σκηνή θεάτρου, με όλο τον σεβασμό στη θεατρική σκηνή. Η σοβαρότητα δεν είναι αδυναμία, η νηφαλιότητα δεν σημαίνει υποχώρηση και οι προσωπικές αιχμές δεν αντικαθιστούν τη στρατηγική. Όταν μιλάμε για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, δεν περισσεύουν καμία λέξη και καμία στιγμή ανευθυνότητας. Η διεθνής κατάσταση, αλλά και τα τεκταινόμενα πολύ κοντά στη «γειτονιά» μας, δεν μας δίνουν την πολυτέλεια να διχαζόμαστε και να μαλλιοτραβιόμαστε στα εθνικά μας ζητήματα. Οι διαφωνίες είναι θεμιτές, ακόμη και αναγκαίες, αλλά υπάρχει σαφής διαφορά ανάμεσα στην ένταση των επιχειρημάτων και στην ένταση των φωνών. Τα εθνικά θέματα απαιτούν μέτωπα μεγάλα, συνεννόηση, συνεργασία και σεβασμό απέναντι στον αντίπαλο. Ο αντίπαλος, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά πως, δεν είναι εχθρός. Είναι συνομιλητής, συνδιαμορφωτής της πολιτικής διαδικασίας και συνεγγυητής της δημοκρατικής λειτουργίας. Η δημόσια εικόνα που πρέπει να δίνει η Βουλή είναι αυτή της ομοψυχίας, ακόμα και μέσα στη διαφωνία. Ο σεβασμός, η αυτοσυγκράτηση και η ευθύνη δεν είναι ιδιότητες αδυναμίας. Είναι τα θεμέλια της αξιοπιστίας.
Η χώρα χρειάζεται μια Βουλή που να συζητά με επιχειρήματα και συναίνεση, που να διασφαλίζει ότι οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και όχι τις ατάκες ή τις εντυπώσεις. Αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε από τη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική, δεν είναι ποιος είχε την πιο «έξυπνη» ατάκα ή ποιος «κέρδισε» τις εντυπώσεις. Είναι η υπενθύμιση ότι η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα δεν είναι πολυτέλεια αλλά ανάγκη. Οι μεγάλες προκλήσεις της χώρας -ειδικά στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και των ελληνοτουρκικών σχέσεωναπαιτούν συνεννόηση, συνεργασία και σεβασμό. Η Ελλάδα χρειάζεται Βουλή που σέβεται τον λόγο και τον πολίτη, όχι θέατρο για εντυπώσεις. Μόνο έτσι μπορούμε να χτίσουμε μέτωπα ισχυρά, που θα υπερβαίνουν τις μικροκομματικές λογικές και θα προστατεύουν το εθνικό συμφέρον.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή