Tην προηγούµενη εβδοµάδα είχαµε αναφερθεί στην ανάγκη να µην απολέσουν οι αγροτικές κινητοποιήσεις το στοιχείο της λαϊκής νοµιµοποίησης, το οποίο τις χαρακτήριζε, τόσο λόγω της διαχρονικής συµπάθειας των Ελλήνων στη συγκεκριµένη κοινωνική οµάδα όσο και εξαιτίας του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ που έχει σταθεί η αιτία να καθυστερήσει η διαδικασία προώθησης των προβλεπόµενων κονδυλίων στους κανονικούς εκπροσώπους του πρωτογενούς τοµέα στη χώρα. Λέγαµε µάλιστα, ότι από την αναγνώριση του δίκιου των αγροτοκτηνοτρόφων µέχρι την ατάκα «το παρατράβηξαν», η απόσταση είναι παραδοσιακά µικρή για τα εγχώρια πολιτικά και κοινωνικά δεδοµένα. Όπως και η αντίστοιχη ανάµεσα στην κατανόηση των αιτηµάτων και την επωδό περί «ταλαιπωρίας των πολιτών» από τη χρονική διάρκεια των µπλόκων και του οικονοµικού πλήγµατος για άλλες κοινωνικές οµάδες οι οποίες -λόγω του γεγονότος ότι δεν έχουν τρακτέρ να βγάλουν στους δρόµους- έµεναν σταθερά σε δεύτερη µοίρα από την εκάστοτε κυβέρνηση σε σχέση µε τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους που είχαν τη δυνατότητα να πιέσουν περισσότερο, µε φόντο τα µπλόκα στις εθνικές οδούς.

Οι εικόνες βίας στην Κρήτη, σε συνδυασµό µε το κλείσιµο και των αεροδροµίων -µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις περιοχές που ήδη βρίσκονται µπλοκαρισµένες σε επίπεδο οδικών αξόνων εδώ και καιρό- και η ταυτόχρονη εξαγγελία Μητσοτάκη περί µισού δισ. ευρώ επιπλέον, το οποίο θα κατευθυνθεί στον αγροτικό κόσµο για να ισορροπήσει το πράγµα µετά τις καθυστερήσεις και το όλο µπέρδεµα που προκλήθηκε στον απόηχο του ΟΠΕΚΕΠΕ, έφεραν λίγο ή πολύ στο προσκήνιο την αντίστοιχη κουβέντα.

Και όλα αυτά ενώ ακόµη υπάρχει ένα µικρό χρονικό περιθώριο για να αποφευχθεί το εφιαλτικό σενάριο των Χριστουγέννων µε την αγροτιά στους δρόµους. Είναι σαφές ότι φαινόµενα όπως αυτά της Μεγαλονήσου, απλώς οδηγούν τους αγρότες σε µια κατάσταση κατά την οποία -επικοινωνιακά τουλάχιστον- χάνουν το δίκιο τους έναντι της κοινωνίας. Το ίδιο ισχύει και για τις µεγαλοστοµίες περί εορτασµού των Χριστουγέννων στα µπλόκα, κάτι που -αν υλοποιηθείθα ισοδυναµεί µε καταστροφή για ουκ ολίγες κατηγορίες του πληθυσµού.

Πάρτε για παράδειγµα εκείνους που δραστηριοποιούνται τουριστικά στους χειµερινούς προορισµούς της ηπειρωτικής Ελλάδας, τα καταλύµατα και οι ταβέρνες των οποίων δεν είναι φυσικά ούτε αλυσίδες πεντάστερων ξενοδοχείων ούτε πανάκριβα εστιατόρια µε αστέρια Mισελέν και γκουρµέ επιλογές. Ανήκουν κατά βάση σε ανθρώπους ανάλογης προέλευσης και µε τις ίδιες αγωνίες µε τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους, τις περισσότερες φορές µάλιστα, αφού µιλάµε για περιοχές της ελληνικής υπαίθρου, µπορεί να είναι συγγενείς ή γείτονες.

Και αντιστοίχως, οι επιχειρήσεις αυτές δεν απευθύνονται στο… jet set αυτού του τόπου, αλλά κατά βάση στη λεγόµενη µεσαία τάξη ή έστω το κοµµάτι εκείνο που έχει τη δυνατότητα να ταξιδέψει για λίγες ηµέρες εντός συνόρων. Αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, και ενώ παράλληλα θα µεγεθύνονται οι συνέπειες των µπλόκων, τότε είναι σαφές ότι οι άνθρωποι που σήµερα έχουν κλείσει τα µεγάλα οδικά δίκτυα θα έχουν ρίξει… πολύ νερό στον µύλο της κυβέρνησης (ανεξαρτήτως µάλιστα και των όποιων θετικών ειδήσεων θα υπάρξουν για τους ίδιους) και επιπλέον θα έχουν χάσει ένα σηµαντικό µέρος του ξεκάθαρου ηθικού πλεονεκτήµατος, το οποίο διαθέτουν αυτήν τη στιγµή. Στον αντίποδα -είναι πανθοµολογούµενο πως- αν επικρατήσει η ψυχραιµία, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό όταν σε πνίγουν το δίκιο και η αγωνία για το µέλλον, τότε και καλύτερο θα είναι το αποτέλεσµα των κινητοποιήσεων και οι αγρότες θα µπορούν να εκπέµψουν εκ νέου ηχηρό µήνυµα -και µε την απόλυτη στήριξη της κοινωνίας- αν και εφόσον οι κυβερνώντες δεν υλοποιήσουν τις δεσµεύσεις που έλαβαν απέναντί τους.

Θα πρέπει τέλος, οι ίδιοι οι εκπρόσωποι αγροτών και κτηνοτρόφων, να αποµονώσουν ενέργειες και αποφάσεις που εκθέτουν τους αγώνες τους και κατ’ επέκταση «παραγονταραίους» παλαιάς κοπής, η δράση των οποίων θα µπορούσε να δώσει δικαίωµα περί ανάπτυξης µιας επιχειρηµατολογίας για -έστω και µερικήκοµµατική καθοδήγηση των κινητοποιήσεων. Τα υπόλοιπα επί της οθόνης…

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή