Αφόρητο πονοκέφαλο έχει προκαλέσει στο επιτελείο των Δημοκρατικών το σκάνδαλο χρηματισμού που ξέσπασε την Παρασκευή, με πρωταγωνιστές τον γερουσιαστή από το Νιου Τζέρσεϊ, Μπομπ Μενέντεζ, επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, και την από τριετίας σύζυγό του, Ναντίν Αρσλανιάν.

Ως εκτελεστικό όργανο του «Μενέντεζ-gate» παρουσιάζεται η 56χρονη Αρσλανιάν, η οποία διατηρούσε ερωτική σχέση με τον 69χρονο γερουσιαστή από το 2018, δύο χρόνια πριν από τον γάμο τους τον Οκτώβριο του 2020. Παρ’ όλο τον ρομαντισμό με τον οποίο περιέβαλλαν τη σχέση τους οι δημοσιογράφοι, κυρίως λόγω της πρότασης γάμου που της έκανε ο γερουσιαστής στο Ταζ-Μαχάλ, η Αρσλανιάν φέρεται ως το πρόσωπο που χάραξε τον δρόμο για τις αμφιλεγόμενες συνδιαλλαγές του γερουσιαστή.

Άλλωστε τον Ιούνιο του 2019 η μέχρι τότε άνεργη Αρσλανιάν ίδρυσε τη διεθνή εταιρεία Strategic International Business Consultants, που θεωρείται εφαλτήριο για πολλές από τις επαφές που κατονομάζονται στην υπόθεση Μενέντεζ.

Κατηγορητήριο και πειστήρια

Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ, για τους φίλους Μπομπ, ο αυτοδημιούργητος γερουσιαστής κουβανικής καταγωγής, που ξεκίνησε από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα για να ανέλθει στους επιφανείς της αμερικανικής Γερουσίας, βρίσκεται για τρίτη φορά αντιμέτωπος με κατηγορίες χρηματισμού. Το 2006 είχε ξεκινήσει έρευνα, η οποία κατέληξε σε αδιέξοδο, ενώ το 2017, όταν κάθισε στο εδώλιο κατηγορούμενος για δωροδοκία, απαλλάχθηκε λόγω κακοδικίας.

Αυτή τη φορά το κατηγορητήριο 39 σελίδων εναντίον του ζεύγους Μενέντεζ και τριών ακόμη προσώπων, φερόμενων ως συνεργών τους, είναι καταιγιστικό. Ο γερουσιαστής κατηγορείται ότι χρηματίστηκε προκειμένου να μεταφέρει απόρρητες πληροφορίες στην αιγυπτιακή κυβέρνηση για να ενισχύσει τη θέση της, καταχρώμενος τη θέση του ως επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων.

Ως συνεργοί του, εκτός από τη σύζυγό του, κατονομάζονται ο μεγαλοκατασκευαστής από το Νιου Τζέρσεϊ Φρεντ Ντέιμπς, ο αιγυπτιακής καταγωγής επιχειρηματίας Γουέλ Χάνα και ο πρώην ασφαλιστής Χοσέ Ουρίμπε.

Αντίστοιχα των κατηγοριών που του απαγγέλθηκαν από τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς είναι και τα πειστήρια του εγκλήματος: κατά την έφοδο του FBI στο σπίτι του ζεύγους το 2022 βρέθηκαν πάνω από 480.000 δολάρια σε μετρητά, καταχωνιασμένα σε ρούχα και ντουλάπια, ράβδοι χρυσού αξίας μεγαλύτερης των 100.000 δολαρίων και τραπεζικοί λογαριασμοί.

Επιπλέον, το 2019 οι δύο συγκατηγορούμενοι Χοσέ Ουρίμπε και Γουέλ Χάνα αγόρασαν στην κυρία Μενέντεζ μία Μερσεντές κάμπριο, που θεωρείται ως τεκμήριο δωροληψίας, και τη βοήθησαν οικονομικά για να αποπληρώσει την υποθήκη του σπιτιού της.

Για την ώρα, οι κατηγορούμενοι αναμένεται να εμφανιστούν μεθαύριο στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν, όπου θα τους απαγγελθούν κατηγορίες, αλλά εάν αποδειχθεί η ενοχή τους, και οι πέντε εμπλεκόμενοι θα υποχρεωθούν να περάσουν δεκαετίες στη φυλακή.

Η πολιτική διάσταση

Ίσως πιο χαμένος και από τον Μενέντεζ -τον συμπαθή γερουσιαστή που, από τη θέση τού επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, μιλούσε ανοιχτά υπέρ της Ελλάδας με κάθε ευκαιρία- είναι ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν.

Στην τελική ευθεία των προεδρικών εκλογών του 2024, ο Μπάιντεν χάνει τον βασικό υποστηρικτή του σε θέματα αιχμής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής: το υπέρογκο πακέτο της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία, πρώτα από όλα, που έχει ξεπεράσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά και το διπλωματικό μπρα ντε φερ με την κραταιά, άρα και πιο επιθετική προς τις ΗΠΑ, Κίνα.

Ο άνθρωπος που, όπως δήλωσε ένας εκ των Ρεπουμπλικανών συνεργατών του, «είτε το θέλουμε είτε όχι, έχει παίξει τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση της σύγχρονης αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής», προς το παρόν απέχει από τα καθήκοντά του.

«Σκάβουν τον πολιτικό μου τάφο με υπόνοιες και μισόλογα», ισχυρίζεται ο ίδιος ο Μενέντεζ, αλλά οι φωνές που ζητούν την παραίτησή του από τη θέση επιρροής που κατέχει στη Γερουσία πληθαίνουν.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή