Μπορεί στη μυθοπλασία τα ετερώνυμα να έλκονται, αλλά στην πραγματική ζωή για τα άτομα με ψυχικές παθήσεις, φαίνεται ότι τα ζευγάρια πολύ συχνά έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Μια γενικευμένη μελέτη σχεδόν 15 εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλη την Ευρώπη και την Ασία έδειξε ότι τα άτομα με ψυχιατρικές διαταραχές έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να παντρευτούν κάποιον ή κάποια με παρόμοια πάθηση παρά να έχουν σύζυγο χωρίς κάποια πάθηση. Η τάση αυτή φαίνεται να είναι αξιοσημείωτα σταθερή σε όλες τις γενιές και τους πολιτισμούς, γεγονός που υποδηλώνει ότι πρόκειται για ένα φυσιολογικό χαρακτηριστικό των ανθρωπίνων σχέσεων και όχι για μια ιδιορρυθμία μιας μεμονωμένης κοινωνίας.

Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Human Behaviour», εξέτασε εννέα παθήσεις: σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή, κατάθλιψη, άγχος, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), αυτισμός, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (ΙΨΔ-OCD), διαταραχή χρήσης ουσιών και νευρική ανορεξία. Βασισμένη σε δεδομένα από περισσότερα από 14,8 εκατομμύρια άτομα στην Ταϊβάν, τη Δανία και τη Σουηδία, είναι μία από τις μεγαλύτερες μελέτες του είδους της. Τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά συνεπή. Σε όλες σχεδόν τις διαταραχές, τα άτομα με ψυχιατρικές παθήσεις είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να παντρευτούν κάποιον ή κάποια που έπασχε επίσης από ψυχιατρική πάθηση. Οι σύζυγοι ήταν επίσης πιθανό να έχουν την ίδια διαταραχή.

Αυτό το μοτίβο φαίνεται ότι είχε σημαντικές συνέπειες για την επόμενη γενιά: τα παιδιά με δύο γονείς που έπασχαν από την ίδια διαταραχή είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν την πάθηση από ό,τι εκείνα με έναν μόνο πάσχοντα γονέα. Αυτό ήταν ιδιαίτερα έντονο για τη σχιζοφρένεια, την κατάθλιψη, τη διπολική διαταραχή και τη διαταραχή χρήσης ουσιών, παθήσεις στις οποίες η γενετική θεωρείται ότι παίζει ρόλο. Προηγούμενες μελέτες είχαν κάνει νύξη για αυτό το μοτίβο στις σκανδιναβικές χώρες. Η νέα ανάλυση επεκτείνει την εν λόγω παρατήρηση σε όλους τους πολιτισμούς, από την ανατολική Ασία έως τη βόρεια Ευρώπη, και όλες τις γενιές, καλύπτοντας άτομα που γεννήθηκαν από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1990. «Το κύριο αποτέλεσμα είναι ότι το μοτίβο ισχύει σε όλες τις χώρες, τους πολιτισμούς και τις γενιές», δήλωσε στο περιοδικό ο Τσουν Τσιέ Φαν του Ινστιτούτου Laureate για την Έρευνα του Εγκεφάλου στην Τάλσα της Οκλαχόμα, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας.

Η μελέτη ήταν παρατηρητική, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούσε να εξηγήσει με βεβαιότητα γιατί τα άτομα με ψυχιατρικές διαταραχές συχνά γίνονται ζευγάρι. Ωστόσο, οι ερευνητές πρότειναν τρεις εύλογες εξηγήσεις. Οι άνθρωποι μπορεί να έλκονται από άλλους που μοιάζουν με τους εαυτούς τους, ίσως επειδή η κοινή εμπειρία προάγει την κατανόηση και την ενσυναίσθηση. Οι σύζυγοι μπορεί επίσης να μοιάζουν περισσότερο με την πάροδο του χρόνου μέσω του κοινού περιβάλλοντος, μια διαδικασία που ονομάζεται σύγκλιση. Τέλος, ο παρατεταμένος κοινωνικός στιγματισμός γύρω από την ψυχιατρική ασθένεια μπορεί να περιορίσει τη «δεξαμενή» των πιθανών συντρόφων, διαμορφώνοντας ανεπαίσθητα τις επιλογές.

Ακόμη και με τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές στην Ταϊβάν, όπως η έναρξη της καθολικής υγειονομικής περίθαλψης το 1995, τα πρότυπα της συζυγικής ομοιότητας παρέμειναν σταθερά και ταυτίζονταν σε μεγάλο βαθμό με τα σκανδιναβικά δεδομένα. Αυτό υποδηλώνει ότι το φαινόμενο δεν οφείλεται κυρίως στην κουλτούρα ή σε έναν παράγοντα όπως η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη. Πιστεύεται ότι τόσο η γενετική όσο και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη ψυχιατρικών διαταραχών.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο επιπολασμός των ψυχιατρικών διαταραχών ποικίλλει. Περίπου το 3% των ενηλίκων βιώνουν κατάθλιψη σε οποιαδήποτε δεδομένη εβδομάδα, ενώ η διπολική διαταραχή επηρεάζει περίπου το 2% κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Η ΔΕΠΥ επηρεάζει περίπου το 5% των παιδιών, αν και μόνο το ένα τρίτο περίπου έχει λάβει επίσημη διάγνωση.


ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing