Πριν από λίγες ηµέρες ανακοινώθηκε από την εταιρεία Pfizer ότι το εµβόλιο για τον ιό SARS-CoV-2 έχει αποτελεσµατικότητα πάνω από 90%. Αναµένουµε και τις άλλες εταιρείες να ανακοινώσουν τα αποτελέσµατά τους, αλλά αναµένουµε για τις περισσότερες από αυτές αντίστοιχα η τουλάχιστον καλά αποτελέσµατα στον τοµέα της αποτελεσµατικότητας. Επίσης,µε τα µέχρι στιγµής δεδοµένα, τα επίπεδα ασφαλείας φαίνονται ότι θα είναι πολύ καλά, µε µικρές παρενέργειες.

Παίρνοντας, λοιπόν, ως δεδοµένο ότι θα έχουµε ένα αριθµό τριών-τεσσάρων τουλάχιστον ασφαλών και αποτελεσµατικών εµβολίων, τι σηµαίνει αυτό για την κοινωνία µας; Πότε θα µπορέσουµε να γυρίσουµε ξανά στην κανονικότητα; Για να απαντήσουµε στο ερώτηµα αυτό, πρέπει πρώτα να κάνουµε µια υποθετική ερώτηση. Εάν, για κάποιον τυχαίο λόγο, είχαµε τα εµβόλια αυτά στην αρχή της πανδηµίας, τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2020, πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση;

Λαµβάνοντας υπόψη τα δεδοµένα, η άποψή µου είναι ότι απλώς θα είχαµε µια περίοδο µε ελαφρά µέτρα προστασίας (µάσκες, αποφυγή συνωστισµών και ίσως κάποιους µικρούς περιορισµούς) µέχρι να αναπτύξουµε τη συλλογική ανοσία (αλλιώς, ανοσία αγέλης) σε διάστηµα µηνών µε µαζικούς εµβολιασµούς.

Ας υποθέσουµε, λοιπόν, ότι τουλάχιστον η Ευρώπη αποκτά τις απαραίτητες δόσεις εµβολίου µεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου για να εµβολιάσει το 70% του πληθυσµού της, κάτι που είναι ρεαλιστικό µε βάση τα στοιχεία που έχουµε. Πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση; Εγώ προβλέπω τη διαδικασία σε 3 φάσεις.

Στην πρώτη φάση, που µπορεί να διαρκέσει 2-3 µήνες, θα εµβολιαστούν ευπαθείς οµάδες, υγειονοµικοί και άλλοι πολίτες που αποτελούν κόµβο µετάδοσης. Σε αυτήν τη φάση θα πρέπει να κρατάµε αυστηρά µέτρα, σαν να µην υπάρχει εµβόλιο, καθώς ακόµη δε θα έχει χτιστεί η απαραίτητη ανοσία σε καµία οµάδα.

Στη δεύτερη φάση, όταν θα αρχίσει ο εµβολιασµός του γενικού πληθυσµού, θα έχει ήδη αποκτηθεί ανοσία σε µεγάλο ποσοστό στις ευπαθείς οµάδες,
οπότε θα βλέπουµε πολύ λιγότερες νοσηλείες, διασωληνώσεις και θανάτους. Παρ' όλα αυτά, όµως, δεν θα δούµε σοβαρή µείωση κρουσµάτων, καθώς µεταξύ των µη ευπαθών η µετάδοση θα συνεχιστεί και το ποσοστό των ευπαθών θα είναι µικρό για να προσφέρει σοβαρή παρεµπόδιση µετάδοσης. Σε αυτήν τη φάση θα υπάρχουν µέτρα, αλλά θα είναι σχετικά ελαφρά.

Στην τρίτη φάση, όταν πια θα έχει χτιστεί η ανοσία σε σηµαντικό µέρος του πληθυσµού, τότε πια τα µέτρα θα είναι απλώς µε τη µορφή συστάσεων και προσωπική επιλογή.

Κατά τη γνώµη µου, αυτό θα επιτευχθεί γύρω στον Ιούνιο και, εποµένως, θεωρητικά εκεί θα επανέλθουµε µε αντικειµενικά κριτήρια στην κανονικότητα του 2019. Ναι, θα χρειάζεται µια µικρή προσοχή σε ευπαθείς οµάδες που δεν µπορούν να κάνουν το εµβόλιο,όπως και επιτήρηση του ιού για µεταλλάξεις και ανάπτυξη επικαιροποιηµένων εµβολίων, αλλά όλα αυτά τα κάνουµε ήδη για τη γρίπη ως µέρος της ετήσιας ρουτίνας.

Η πιο δύσκολη µετάβαση στην κανονικότητα είναι η ψυχολογική, όπου θα µας πάρει χρόνο να κάνουµε πάλι συγκεντρώσεις, να αγκαλιάσουµε και
να φιλήσουµε φίλους και γνωστούς και να µπούµε µε άνεση σε εσωτερικούς χώρους χωρίς να σκεφτόµαστε ότι κάποιος θα µεταδώσει τον ιό. Η
κανονικότητά µας αντικειµενικά θα είναι σαν να είχαµε το εµβόλιο από τον Μάρτιο του 2020, αλλά το τραύµα που θα µας αφήσει αυτή η παρατεταµένη περίοδος αποµόνωσης θα πάρει καιρό να επουλωθεί, χωρίς φυσικά να βάλουµε στην εξίσωση τις µακροχρόνιες οικονοµικές και κοινωνικές συνέπειες που αφήνουν τα απαγορευτικά και τα µέτρα περιορισµού.

Οµως, ας µείνουµε µε ένα αισιόδοξο µήνυµα. Το εµβόλιο, κατά τη γνώµη µου, θα φέρει πίσω την πλήρη κανονικότητα, όχι µερική, όσον αφορά την
απειλή από τον ίδιο τον ιό, και αυτό νοµίζω πως όλοι πρέπει να το αναµένουµε ως ένα δεδοµένο. Μέχρι τότε, όµως, µάσκες παντού, αποστάσεις και περιορισµό κοινωνικών επαφών, ώστε να µπορέσουµε σχεδόν όλοι να χαρούµε µαζί τη µετά το εµβόλιο κανονικότητα.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» το Σάββατο, 14 Νοεμβρίου