Μόσιαλος: Αισιοδοξία για το υποψήφιο εμβόλιο μίας δόσης της Johnson & Johnson
Το εμβόλιο της Johnson & Johnson είναι ασφαλές και φαίνεται πως ακόμα και με μία δόση δημιουργεί μια πολλά υποσχόμενη απόκριση σε αντισώματα -αλλά και ανοσοκυτταρική απόκριση- με ελάχιστες παρενέργειες, τόσο σε νέους όσο και σε ηλικιωμένους. Αυτό επισημαίνει σε ανάρτηση του στο Facebook ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE), αναφερόμενος στα αποτελέσματα της Φάσης 1-2, με τη συμμετοχή 805 συμμετεχόντων, της κλινικής δοκιμής του υποψηφίου εμβολίου της αμερικανικής εταιρείας, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «New England Journal of Medicine».
Όπως αναφέρει ο ίδιος, το ερώτημα είναι πλέον αν τα επίπεδα της ανοσοαπόκρισης που προκαλούνται με μία δόση, παρέχουν πλήρη προστασία στους εμβολιαζόμενους. Η συγκεκριμένη φάση της κλινικής δοκιμής όμως δεν θα δώσει στοιχεία αποτελεσματικότητας, δηλαδή δεν θα δείξει εάν το εμβόλιο προστατεύει τους ανθρώπους από μόλυνση ή συμπτώματα κοροναϊού. Η ερώτηση αυτή θα απαντηθεί με τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την κλινική δοκιμή Φάσης 3 και αναμένονται στα τέλη Ιανουαρίου.
Το εμβόλιο δοκιμάστηκε σε μια ομάδα ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω και σε μια ομάδα ηλικίας 18 έως 55 ετών. Ανεξάρτητα από την ηλικιακή ομάδα ή τη δοσολογία του εμβολίου, ο εμβολιασμός διέγειρε το ανοσοποιητικό σύστημα των εθελοντών. Έως την 29η ημέρα μετά την πρώτη δόση του εμβολίου, το 90% όλων των συμμετεχόντων είχε παράγει εξουδετερωτικά αντισώματα (αυτά που αναμένεται να σταματήσουν τη μόλυνση των κυττάρων από τον ιό). Τα αποτελέσματα επίσης έδειξαν πως δύο μήνες μετά την πρώτη δόση όλοι οι συμμετέχοντες είχαν αντισώματα. Τα επίπεδα αυτών των αντισωμάτων παρέμειναν σταθερά για τουλάχιστον 71 ημέρες.
Εάν το εμβόλιο μίας δόσης αποδειχθεί ασφαλές και αποτελεσματικό, η εταιρεία αναμένει να υποβάλει αίτηση για 'Αδεια Χρήσης Έκτακτης Ανάγκης στην αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και λίγο αργότερα, με αντίστοιχες αιτήσεις, σε όλο τον κόσμο.
Η επιστημονική δημοσίευση παρουσιάζει ενδιάμεσα στοιχεία της φάσης 1-2 της κλινικής μελέτης, που αφορούν κυρίως την ασφάλεια, την αντιδραστικότητα και την ανοσογονικότητα των δύο δοσολογικών σχημάτων (χαμηλή και υψηλή δόση) για τους νεότερους ή πιο ηλικιωμένους εθελοντές μετά τη λήψη της πρώτης δόσης του εμβολίου. Πρόκειται για αποτελέσματα από μια -ελεγχόμενη με εικονικό εμβόλιο και τυχαιοποιημένη- κλινική δοκιμή που διεξάχθηκε σε πολλαπλά κέντρα.
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες που καταγράφηκαν μετά την πρώτη δόση - σε όλες τις ηλικίες- ήταν κόπωση, κεφαλαλγία, μυαλγία και πόνος στο σημείο της ένεσης. Η πιο συχνή συστημική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν ο πυρετός. Οι συστημικές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν λιγότερο συχνές στους συμμετέχοντες ηλικίας 65 ετών και άνω σε σχέση με τους νεότερους, όπως και σε όσους έλαβαν τη χαμηλή δόση σε σχέση με εκείνους που έλαβαν την υψηλή δόση του εμβολίου.
Εξουδετερωτικά αντισώματα ανιχνεύθηκαν στο 90% ή περισσότερο των συμμετεχόντων την 29η μέρα μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Έφτασαν το 100% των συμμετεχόντων την 57η μέρα, με μια περαιτέρω αύξηση ανεξάρτητα από τη δοσολογία του εμβολίου ή την ηλικιακή ομάδα. Οι τίτλοι των αντισωμάτων παρέμειναν σταθεροί έως την 71η μέρα τουλάχιστον. Την 14η μέρα ανιχνεύθηκαν επίσης και κυτταρικές αποκρίσεις (CD4 + Τ-κυττάρων) σε ποσοστό 76-83% των νεότερων συμμετεχόντων και στο 60-67% των ηλικιωμένων.
Όπως αναφέρει ο κ. Μόσιαλος, το ανωτέρω προφίλ ασφάλειας και ανοσογονικότητας του εμβολίου, όπως προκύπτει από αυτά τα αποτελέσματα, συνηγορεί υπέρ της περαιτέρω ανάπτυξης και δοκιμής αυτού του εμβολίου. Επίσης θεωρεί σημαντικό πως η εταιρεία έχει δεδομένα σταθερότητας του εμβολίου σε θερμοκρασία δύο έως οκτώ βαθμούς για τρεις μήνες.
«Πολύ ενθαρρυντικά τα νέα λοιπόν. Περιμένουμε τα δεδομένα από τη φάση 3 της κλινικής δοκιμής του εμβολίου της Johnson & Johnson, την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου», καταλήγει.
Όπως αναφέρει ο ίδιος, το ερώτημα είναι πλέον αν τα επίπεδα της ανοσοαπόκρισης που προκαλούνται με μία δόση, παρέχουν πλήρη προστασία στους εμβολιαζόμενους. Η συγκεκριμένη φάση της κλινικής δοκιμής όμως δεν θα δώσει στοιχεία αποτελεσματικότητας, δηλαδή δεν θα δείξει εάν το εμβόλιο προστατεύει τους ανθρώπους από μόλυνση ή συμπτώματα κοροναϊού. Η ερώτηση αυτή θα απαντηθεί με τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την κλινική δοκιμή Φάσης 3 και αναμένονται στα τέλη Ιανουαρίου.
Το εμβόλιο δοκιμάστηκε σε μια ομάδα ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω και σε μια ομάδα ηλικίας 18 έως 55 ετών. Ανεξάρτητα από την ηλικιακή ομάδα ή τη δοσολογία του εμβολίου, ο εμβολιασμός διέγειρε το ανοσοποιητικό σύστημα των εθελοντών. Έως την 29η ημέρα μετά την πρώτη δόση του εμβολίου, το 90% όλων των συμμετεχόντων είχε παράγει εξουδετερωτικά αντισώματα (αυτά που αναμένεται να σταματήσουν τη μόλυνση των κυττάρων από τον ιό). Τα αποτελέσματα επίσης έδειξαν πως δύο μήνες μετά την πρώτη δόση όλοι οι συμμετέχοντες είχαν αντισώματα. Τα επίπεδα αυτών των αντισωμάτων παρέμειναν σταθερά για τουλάχιστον 71 ημέρες.
Εάν το εμβόλιο μίας δόσης αποδειχθεί ασφαλές και αποτελεσματικό, η εταιρεία αναμένει να υποβάλει αίτηση για 'Αδεια Χρήσης Έκτακτης Ανάγκης στην αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και λίγο αργότερα, με αντίστοιχες αιτήσεις, σε όλο τον κόσμο.
Η επιστημονική δημοσίευση παρουσιάζει ενδιάμεσα στοιχεία της φάσης 1-2 της κλινικής μελέτης, που αφορούν κυρίως την ασφάλεια, την αντιδραστικότητα και την ανοσογονικότητα των δύο δοσολογικών σχημάτων (χαμηλή και υψηλή δόση) για τους νεότερους ή πιο ηλικιωμένους εθελοντές μετά τη λήψη της πρώτης δόσης του εμβολίου. Πρόκειται για αποτελέσματα από μια -ελεγχόμενη με εικονικό εμβόλιο και τυχαιοποιημένη- κλινική δοκιμή που διεξάχθηκε σε πολλαπλά κέντρα.
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες που καταγράφηκαν μετά την πρώτη δόση - σε όλες τις ηλικίες- ήταν κόπωση, κεφαλαλγία, μυαλγία και πόνος στο σημείο της ένεσης. Η πιο συχνή συστημική ανεπιθύμητη ενέργεια ήταν ο πυρετός. Οι συστημικές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν λιγότερο συχνές στους συμμετέχοντες ηλικίας 65 ετών και άνω σε σχέση με τους νεότερους, όπως και σε όσους έλαβαν τη χαμηλή δόση σε σχέση με εκείνους που έλαβαν την υψηλή δόση του εμβολίου.
Εξουδετερωτικά αντισώματα ανιχνεύθηκαν στο 90% ή περισσότερο των συμμετεχόντων την 29η μέρα μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Έφτασαν το 100% των συμμετεχόντων την 57η μέρα, με μια περαιτέρω αύξηση ανεξάρτητα από τη δοσολογία του εμβολίου ή την ηλικιακή ομάδα. Οι τίτλοι των αντισωμάτων παρέμειναν σταθεροί έως την 71η μέρα τουλάχιστον. Την 14η μέρα ανιχνεύθηκαν επίσης και κυτταρικές αποκρίσεις (CD4 + Τ-κυττάρων) σε ποσοστό 76-83% των νεότερων συμμετεχόντων και στο 60-67% των ηλικιωμένων.
Όπως αναφέρει ο κ. Μόσιαλος, το ανωτέρω προφίλ ασφάλειας και ανοσογονικότητας του εμβολίου, όπως προκύπτει από αυτά τα αποτελέσματα, συνηγορεί υπέρ της περαιτέρω ανάπτυξης και δοκιμής αυτού του εμβολίου. Επίσης θεωρεί σημαντικό πως η εταιρεία έχει δεδομένα σταθερότητας του εμβολίου σε θερμοκρασία δύο έως οκτώ βαθμούς για τρεις μήνες.
«Πολύ ενθαρρυντικά τα νέα λοιπόν. Περιμένουμε τα δεδομένα από τη φάση 3 της κλινικής δοκιμής του εμβολίου της Johnson & Johnson, την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου», καταλήγει.