Η παγκόσμια κοινότητα συνεχίζει να δίνει τη μάχη της ενάντια στον κοροναϊό, έχοντας προς το παρόν στα χέρια της ένα μόνο όπλο, που δεν είναι άλλο από το εμβόλιο.

Ενώ έχει ξεκινήσει ήδη η χορήγηση της τρίτης δόσης στους άνω των 50, στην τελική ευθεία βρίσκεται και η διαδικασία για τη χορήγηση αναμνηστικής (δεύτερης) δόσης εμβολίου στα άτομα που έχουν λάβει το μονοδοσικό σκεύασμα της Johson & Johnson.

Οι περίπου 550.000 πολίτες που έχουν εμβολιαστεί με το συγκεκριμένο εμβόλιο θα μπορούν να προγραμματίσουν στην πλατφόρμα του εμβολιασμού το ραντεβού τους για την επιπλέον ανοσολογική ενίσχυση του οργανισμού τους έναντι του κοροναϊού.

Σύμφωνα με μελέτες, φαίνεται ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου αυτού, που είναι κατώτερη συγκριτικά με τα άλλα εμβόλια, της τάξεως του 70%, με τη δεύτερη δόση αγγίζει το 90%.

Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμού εκτιμά τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα και τις γνωμοδοτήσεις των αρμόδιων ρυθμιστικών φορέων σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες, και αναμένεται να δώσει το πράσινο φως για τον εμβολιασμό για την υπενθυμιστική δόση και για όσους έχουν κάνει το μονοδοσικό.

Η σύσταση θα είναι εμβολιασμός είτε με το Johnson & Johnson που έγινε ο αρχικός εμβολιασμός είτε με εμβόλιο mRΝΑμετά τη συμπλήρωση του διμήνου από την αρχική ανοσοποίηση.


Γιατί ειδικοί ζητούν την αναμνηστική δόση για όλους

Στην αξία της τρίτης δόσης για την ενίσχυση των ευάλωτων και των ηλικιωμένων αναφέρθηκε κατά τη χθεσινή ενημέρωση των ειδικών της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Βάνα Παπαευαγγέλου.

«Προτρέπω όλους να μην είναι εφησυχασμένοι με το σκεπτικό "έκανα τις δύο δόσεις, είμαι προστατευμένος". Φαίνεται ότι υπάρχει αξία, ιδιαίτερα στα άτομα μεγάλης ηλικίας, γιατί ξέρουμε ότι η ανοσία που προσφέρει το εμβόλιο μειώνεται μετά το εξάμηνο, ιδιαίτερα στους ανθρώπους άνω των 60 ετών.

Όσοι είναι άνω των 60 χρόνων, πρέπει να κάνουν τώρα την τρίτη δόση για να προλάβουν, κι εφόσον έχουν κλείσει το εξάμηνο από τη δεύτερη δόση» τόνισε η καθηγήτρια. Επισήμανε ότι οι κύριοι παράγοντες για τη μείωση της ανοσίας μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης είναι η ηλικία και τα υποκείμενα νοσήματα που εμποδίζουν την καλή ανοσοποίηση μέσω εμβολιασμού.

Ωστόσο, η κυρία Παπαευαγγέλου εξήγησε και την αναγκαιότητα για τη χορήγηση της τρίτης δόσης στα άτομα νεότερης ηλικίας. «Οι νεότεροι πρέπει να σκεφτούν τις οικογένειες τους. Αν, δηλαδή, κάποιος μένει με τον γονιό του- ο οποίος είναι μεγάλης ηλικίας- και έχει μια κοινωνική ζωή, εργάζεται, βγαίνει, καλό είναι να κάνει την αναμνηστική δόση τώρα, μόλις συμπληρώσει το εξάμηνο από τη δεύτερη δόση, με την έννοια ότι θα προστατεύσει όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και δεν θα μεταφέρει τη λοίμωξη μέσα στην οικογένεια» είπε η καθηγήτρια, υπενθυμίζοντας πως η ενδοοικογενειακή διασπορά είναι η κύρια πηγή διασποράς του ιού.

Στο θέμα αναφέρθηκε και ο καθηγητής Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Γκίκας Μαγιορκίνης. «Με τις αναμνηστικές δόσεις θα έχουμε πολύ πολύ καλύτερη ανοσία σε βάθος χρόνου και για πολύ περισσότερα εύρη στελεχών του κοροναϊού», υπογράμμισε.