Η Rachel Held Evans αποφάσισε να περάσει έναν χρόνο από τη ζωή της όπως ακριβώς προστάζει η Βίβλος για τις γυναίκες και το αποτέλεσμα ήταν να περιγράψει όλη αυτήν την εμπειρία της στο βιβλίο της με τίτλο «Α Year of Biblical Womanhood».

Η ίδια, μεγαλωμένη στον συντηρητικό αμερικανικό Νότο, έγραψε αυτό το βιβλίο όχι επειδή είναι αντίθετη με τη θρησκεία της, αλλά επειδή θέλησε να υπερασπιστεί τη δική της πίστη και να δείξει πόσο αντιφεμινιστικά μπορεί να είναι τελικά τα κηρύγματα της Βίβλου.

Στο βιβλίο της αναλύει κάθε σημαντική αναφορά στο γυναικείο φύλο που συμπεριλαμβάνεται στις Γραφές, τόσο από τη χριστιανική παράδοση, όσο και από την εβραϊκή. Επιπλέον, παρουσιάζει και μια αντικειμενική οπτική της ζωής της ενορίας της, χωρίς όμως να ανήκει σε εκείνη την ομάδα των πιστών που ακολουθούν το κλασικό «πίστευε και μη ερεύνα».

Μάλιστα, η εν λόγω συγγραφέας, με την προσωπική της ζωή αποδεικνύει πως για να είναι κάποιος καλός χριστιανός, δεν σημαίνει απαραίτητα πως πρέπει να ακολουθεί όλους τους κανόνες της Εκκλησίας.

 

Για παράδειγμα, η ίδια είναι παντρεμένη, αλλά δεν έχει παιδιά, απορρίπτοντας έτσι τη μητρότητα, που υποτίθεται πως είναι ο σκοπός μιας σωστής χριστιανής. Ως επιχειρήματά της παραβάλει ιστορίες από τη χριστιανική λογοτεχνία, στις οποίες κάποιοι από τους Μεγάλους Πατέρες αναφέρονται σε άτεκνες γυναίκες, τη συνεισφορά των οποίων αναγνώριζαν, όπως αναγνώριζαν και την αξία των μητέρων.

 
Η Evans δεν έχει καμιά πρόθεση να σατιρίσει τη θρησκεία της, όμως αυτό δεν την εμποδίζει από το να αστεΐζεται με τα βιβλικά της καθήκοντα και να απορεί για κάποια από αυτά, όπως π.χ. για το γεγονός πως το διάστημα που είχε περίοδο θεωρούνταν ακάθαρτη και της απαγορευόταν να αγγίξει οποιοδήποτε, ενώ μάλιστα κουβαλούσε μαζί της όπου πήγαινε και ένα μαξιλαράκι, για να μην ακουμπά πουθενά και το σώμα της. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα της τολμηρής συγγραφέα ήταν όταν έπρεπε να ακολουθήσει τους κανόνες της Γραφής στο σπίτι.

Το μαγείρεμα ήταν ευτυχώς το ευκολότερο κομμάτι, σε αντίθεση με το ράψιμο, τον αργαλειό και άλλες 27 οικιακές εργασίες, για τις οποίες δεν είχε ιδέα. Βρήκε λύση όμως, οργανώνοντας πάρτι ραπτικής, όπου μεγαλύτερες γυναίκες τής μάθαιναν τις δουλειές, ενώ όπως παραδέχεται και εκείνη, η νοοτροπία των γυναικών αυτών τη δίδαξε πολλά για το παραδοσιακό νοικοκυριό. Πάντως η Evans δεν θεωρεί ηττημένες τις γυναίκες που εγκαταλείπουν τις δουλειές τους και γυρνούν στα οικιακά, αρκεί να είναι καθαρά δική τους επιλογή, μιας και πιστεύει πως ο καλύτερος φεμινισμός είναι εκείνος που έχει πολυφωνία και δίνει επιλογές.