Σε έναν βραχίονα εκκλησιαστικής διπλωματίας και άσκησης πίεσης στην περιοχή των Βαλκανίων έχει εξελιχθεί το ζήτημα της Αρχιεπισκοπής Αχρίδας λιγότερο από έναν χρόνο μετά την αποστολή επιστολής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, Στέβο Πενταρόφσκι, προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο με την οποία ζητούσε την επίδοση Τόμου Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Αχρίδας και στη συνέχεια την επούλωση του σχίσματος μεταξύ του Πατριαρχείου Σερβίας και της Εκκλησίας των Σκοπίων, μετά και την απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου της 9ης Μαΐου.

Ένας από τους όρους οι οποίοι είχαν τεθεί ήταν ότι τα όρια της Εκκλησίας που επανήλθε στην κανονικότητα θα ταυτίζονταν με τα όρια του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας, όπως ονομάστηκε το κράτος μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Μέσα στους μήνες που ακολούθησαν σημειώθηκε μία στασιμότητα στην εξέλιξη του αιτήματος της αυτοκεφαλίας. Η Εκκλησία των Σκοπίων εξακολουθεί να αυτοαποκαλείται «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία -Αρχιεπισκοπή Οχρίδας» παρά την πρόβλεψη στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου που απαλείφει την εθνοτική αναφορά σε «μακεδονική», ένα κατάλοιπο του θρησκευτικού εθνοφυλετισμού. Στη λογική αυτή διαμορφώνεται ένας άξονας με το Πατριαρχείο Μόσχας και το Πατριαρχείο Σερβίας.

Το Πατριαρχείο Βουλγαρίας ακολούθησε την ονομασία «Ορθόδοξη Εκκλησία της Δημοκρατίας της Βορείου Μακεδονίας» ενώ τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες της Κύπρου και της Αλβανίας, μέχρι στιγμής δεν έχουν τοποθετηθεί.

Την ίδια στιγμή η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της γειτονικής χώρας συνεδρίασε την Τρίτη και εξέδωσε ανακοίνωση για την αποκατάσταση της ευχαριστιακής κοινωνίας και την επιστροφή στην κανονικότητα από τοπικές ορθόδοξες Εκκλησίες της Ρουμανίας και της Τσεχίας και Σλοβακίας καθώς και το Πατριαρχείο Γεωργίας.

Στην ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου ωστόσο υπάρχουν αναφορές σε «Μακεδονική Εκκλησία». Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Η Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία – Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας είναι ο θεματοφύλακας της Συνταγματικής της τάξης και των κανόνων που αναφέρονται στη συνταγματική της ονομασία MOC – OA και στο αυτοκέφαλό της καθεστώς και καθοδηγείται από τους ιερούς κανόνες, τα δόγματα, τις Ιερές Γραφές και την Ιερά Παράδοση. Ο προκαθήμενος και οι επίσκοποι – μέλη της Συνόδου της Αγίας Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας τα τηρούν κατηγορηματικά, τα συντηρούν και δεν τα εγκαταλείπουν».

Μεγάλος σύμμαχος της Εκκλησίας των Σκοπίων εμφανίζεται να είναι το Πατριαρχείο Μόσχας, το οποίο χαιρέτισε τη «χορήγηση Αυτοκεφάλου στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδος από το Πατριαρχείο Σερβίας» παρόλο που ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος είχε ξεκαθαρίσει στο παρελθόν ότι «η χορήγηση του Τόμου της Αυτοκεφαλίας θα έλθει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο». Ο προκαθήμενος της Εκκλησίας των Σκοπίων κατά τη διάρκεια πρόσφατης περιοδείας του προέδρου του ΤΕΕΣ, Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Αντωνίου, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι θα έχει «την ολόπλευρη υποστήριξη του Πατριαρχείου Μόσχας». Επιπλέον, τον περασμένο Ιανουάριο ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδας Στέφανος, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων της Ρωσικής Εκκλησίας, είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο, εκφράζοντάς του ευγνωμοσύνη του εκ μέρους της «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας για την αναγνώριση του κανονικού αυτοκεφάλου από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία».

Ο άξονας Μόσχας, Βελιγραδίου και Σκοπίων ασκεί πίεση τόσο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών καθώς εκμεταλλεύεται ένα κενό της Συμφωνίας των Πρεσπών επαναφέροντας ένα θέμα το οποίο τυπικά έχει λήξει και προκαλεί μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα από τη στιγμή που ένα μεγάλος μέρος των προβλέψεων της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν τηρείται ενώ υπάρχει και ένα φάσμα το οποίο δεν καλύπτεται με αποτέλεσμα να είναι πεδίο άσκησης αλυτρωτισμού.