Σε «παράσταση για ένα ρόλο» εξελίχθηκαν οι εσωκοµµατικές κάλπες ∆ηµοκρατικών και Ρεπουµπλικανών στη Super Tuesday, τη διαδικασία των ταυτόχρονων προκριµατικών εκλογών σε 15 Πολιτείες.

Οι Τζο Μπάιντεν και Ντόναλντ Τραµπ επιβεβαίωσαν την «εντός των τειχών» κυριαρχία τους, µε τον νυν πρόεδρο να επιτυγχάνει το απόλυτο, κερδίζοντας και στις 15 Πολιτείες, ενώ ο Τραµπ έφτασε σε παραλίγο sweep, κερδίζοντας σε 14 και αναγκάζοντας την άµεση διεκδικήτρια του χρίσµατος των Ρεπουµπλικανών, Νίκι Χέιλι, να αποσυρθεί από την κούρσα. Τα έως τώρα δεδοµένα δείχνουν ότι, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, οι προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεµβρίου θα είναι επανάληψη της διαδικασίας του 2020, µετά και την απόφαση του Ανωτάτου ∆ικαστηρίου των ΗΠΑ, που γνωστοποίησε ότι δικαστήριο της Πολιτείας του Κολοράντο δεν δύναται να απαγορεύσει τη συµµετοχή του Τραµπ στις προεδρικές εκλογές.

Χωρίς αντίπαλο

Ο 82χρονος Μπάιντεν, υπό το κύµα έντονης αµφισβήτησης και δηµοσκοπικής καταβαράθρωσης στα συγκριτικά στοιχεία µε τον Τραµπ, αξιοποίησε το «handicap» έλλειψης αντιπάλου, κερδίζοντας και στις 15 Πολιτείες. Βέβαια, δεν έλειψε και το... «κουφό» της διαδικασίας, καθώς η Αµερικανική Σαµόα, που βρίσκεται στον Ειρηνικό, αντί για τον ίδιο εξέλεξε τον άγνωστο σε όλους διεκδικητή του χρίσµατος, Τζέισον Πάλµερ.

Παράλληλα, ο Ντόναλντ Τραµπ πιστοποίησε εµφατικά την προτίµηση των Ρεπουµπλικανών στο πρόσωπό του, κατακτώντας 14 από τις 15 Πολιτείες, εκτός του Βερµόντ µε διαφορά 3.000 ψήφων. Αξιοσηµείωτο στατιστικό είναι η επικράτησή του σε Καλιφόρνια και Τέξας, στις δύο πολυπληθέστερες αµερικανικές Πολιτείες. Το γεγονός αυτό επέφερε την αναπόφευκτη -έπειτα και από τα συνεχόµενα κακά αποτελέσµατα- παραίτηση της Νίκι Χέιλι από την κούρσα για το χρίσµα, µε την ίδια να υπογραµµίζει ότι δεν µετανιώνει για την απόφασή της να συµµετάσχει, παραδεχόµενη όµως ότι «είναι ώρα να αναστείλω την εκστρατεία µου».

Αναπόφευκτα, η ίδια θα αποτελέσει τον «παράγοντα Χ» στη διαδικασία, καθώς ένα σηµαντικό µέρος των υποστηρικτών της είναι µετριοπαθείς, αναδεικνύοντας και την τάση εκείνων που δεν ταυτίζονται µε την πολιτική και τη λογική ευρύτερα του Τραµπ. Η ίδια, κατά την ανακοίνωση της εγκατάλειψης του χρίσµατος, δεν πήρε το µέρος του 78χρονου µεγιστάνα, αλλά τον έχρισε υπεύθυνο να κερδίσει τις ψήφους που χρειάζεται το Ρεπουµπλικανικό κόµµα. Ετσι τίθεται το ερώτηµα για το αν οι υποστηρικτές της θα απέχουν από τη διαδικασία του Νοεµβρίου ή µπορεί να ψηφίσουν «εκδικητικά» τους ∆ηµοκρατικούς. Και τα δύο αυτά σενάρια ευνοούν τον Τζο Μπάιντεν, που αυτήν τη στιγµή δεν έχει άµεση εσωκοµµατική απειλή.

Η επόµενη ηµέρα

Οι επιβλητικές επικρατήσεις του νυν και του πρώην προέδρου έδωσαν µία «µεγάλη ανάσα» εν όψει της συνέχειας, που όµως δεν εγγυάται και την τελική τους επιτυχία, καθώς και οι δύο έχουν να αντιµετωπίσουν κοµβικά ζητήµατα στον δρόµο προς τις κάλπες της 5ης Νοεµβρίου. Ο Ντόναλντ Τραµπ, υπό το πρίσµα της έλλειψης συγκέντρωσης µετριοπαθών Ρεπουµπλικανών ψηφοφόρων, θα έχει πλέον το στοίχηµα της κατάκτησής τους. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι οι τελευταίες δηµοσκοπήσεις προ της κάλπης της Super Tuesday, που ανέδειξαν ότι τα 2/3 των ψηφοφόρων της Χέιλι τον θεωρούν ακατάλληλο για τη θέση του προέδρου, επιρρίπτοντάς του ευθύνες τόσο για το πολιτικό του πλάνο και τον πολωτικό χαρακτήρα του όσο ακόµη και για την ηλικία του. Την ίδια στιγµή, ποσοστό άνω του 80% των ερωτηθέντων κατέστησαν σαφές πως δεν πρόκειται αυτόµατα να υποστηρίξουν τον νικητή των προκριµατικών του κόµµατος.

Την ίδια στιγµή, ο Μπάιντεν επιχειρεί να ξαναδηµιουργήσει τη συνθήκη του «αντι-Τραµπ µετώπου», επισηµαίνοντας ότι ο 78χρονος «είναι αποφασισµένος να καταστρέψει τη δηµοκρατία µας». Επιχειρώντας όµως να συσπειρώσει προς αυτήν την κατεύθυνση και µε την ταυτόχρονη δηµοσκοπική του πτώση και τους δείκτες σύγκρισης µε τον Τραµπ να µη γέρνουν την πλάστιγγα υπέρ του, ένα ακόµη ζήτηµα έρχεται να πιστοποιήσει την όλο και µειούµενη εµπιστοσύνη προς τον ίδιο. Συγκεκριµένα, µετά το Μίσιγκαν η Μινεσότα έδωσε 40.000 λευκά ψηφοδέλτια στην κάλπη των προκριµατικών, επ’ αφορµή των διαµαρτυριών ακτιβιστών ασκώντας πίεση για εκεχειρία στον πόλεµο στη Γάζα, σε µία Πολιτεία που ζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά µουσουλµανικού πληθυσµού της χώρας.

Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή της Κυριακής» στις 10/3