Επί της αρχής φαίνεται να συμφώνησαν η Τερέζα Μέι και η ΕΕ στο θέμα του Brexit, ανοίγοντας το δρόμο για το οριστικό «πράσινο φως» στη Σύνοδο της ΕΕ την ερχόμενη Κυριακή. Η πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τερέζα Μέι, αναμένεται να κάνει δηλώσεις.

Το κείμενο φαίνεται να έχει «κάτι για όλους», όπως αναφέρουν οι πολιτικοί ανταποκριτές από τις Βρυξέλλες, αλλά τα περισσότερα ζητήματα μένουν προς διαπραγμάτευση για την μεταβατική περίοδο μετά την οριστική έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, τον Μάρτιο του 2019.

Το σχετικό Tweet έκανε ο πρόεδρος του Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ. 

Στο προσχέδιο του κειμένου αναφέρεται ότι στην τελική συμφωνία δεν πρέπει να παραβιάζονται οι «τέσσερις βασικές ελευθερίες» της Ένωσης, δηλαδή η ελεύθερη διακίνηση προσώπων, υπηρεσιών, κεφαλαίων.

«Η μελλοντική σχέση θα βασίζεται στην ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της κάθε πλευράς» αναφέρεται.

Πάντως, σε μια προσπάθεια να μην υπάρξουν περαιτέρω διαφωνίες στους κόλπους της ΕΕ για την πολύπαθη συμφωνία, στο σχέδιο δεν γίνεται καμία αναφορά στο Άρθρο 184 που αφορά στη σχέση της Βρετανίας με το Γιβραλτάρ και την ανάμειξη της Ισπανίας σε αυτό το θέμα. Ο Πέδρο Σάντσεθ -πρωθυπουργός της Ισπανίας- έχει ήδη απειλήσει ότι θα μπλοκάρει το Brexit, σε περίπτωση που δεν αποσαφηνιστεί η ανάμειξη της Μαδρίτης (σε επίπεδο επιτροπής) στη μελλοντική σχέση του «Βράχου» με την ΕΕ.

Στο κείμενο υπογραμμίζεται η «ειδική σχέση» του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ένωση, τόσο στον εμπορικό-οικονομικό τομέα, όσο και σε άλλα θέματα όπως η εξωτερική πολιτική, η πολιτική ασφάλειας, η δικαστική συνεργασία κλπ.

Παράλληλα, αφήνεται ανοικτό το ενδεχόμενο παράτασης της μεταβατικής περιόδου, που επισήμως τελειώνει τον Δεκέμβριο του 2020, μέχρι και την 1η Ιανουαρίου 2023. Δηλαδή, επτά ολόκληρα χρόνια μετά το δημοψήφισμα για το Brexit. Αυτό πάντως θα πρέπει να αποφασιστεί μέχρι τον Ιούλιο του 2020.

Πάντως, η παράταση της μεταβατικής περιόδου έχει πολιτικό κόστος για το Λονδίνο, ιδιαίτερα για τη συντηρητική κυβέρνηση της Μέι, που μετά βίας καταφέρνει -όπως τουλάχιστον δείχνουν οι πρώτες αντιδράσεις- από τη συμφωνία για το Brexit.

Eίναι προφανές ότι μια 7ετής μεταβατική περίοδος θα δημιουργήσει δυσαρέσκεια στο Λονδίνο, ενισχύοντας τις φωνές των ευρωσκεπτικιστών που ήδη μιλούν για παγίδευση της χώρας στην Ένωση.

Επιπλέον, σε όλη τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, η Βρετανία οφείλει να συμμορφώνεται με όλους τους κανόνες της ΕΕ, αλλά θα χάσει την ιδιότητα του θεσμικού της μέλους.

Στο κείμενο ασφαλώς γίνεται αναφορά και στον «λογαριασμό» της εξόδου. Αποφεύγεται, όμως, αναφορά σε συγκεκριμένο νούμερο, αλλά το ποσό θα κυμαίνεται περί τα 39 δισ. λίρες. Μέρος των χρημάτων αφορά ασφαλώς τη συνεισφορά του Ηνωμένου Βασιλείου στον κοινοτικό προϋπολογισμό στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Το 2018 η συνεισφορά αυτή θα αγγίξει τα 11 δισ. λίρες. Αν φυσικά υπάρξει παράταση της μεταβατικής περιόδου, θα υπάρξει και παράταση της συνεισφοράς.

Για το θέμα των κοινοτικών που ζουν και εργάζονται στη Βρετανία, δεν υπάρχουν αλλαγές σε σχέση με όσα ήταν ήδη γνωστά: Κοινοτικοί στη Βρετανία και Βρετανοί στην ΕΕ διατηρούν τα δικαιώματά τους, όπως τώρα. Το ίδιο θα συμβεί και σε όσους μετακομίσουν στη Βρετανία (ή Βρετανούς που θα μετακινηθούν σε χώρα-μέλος της ΕΕ) στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

Πάντως, για το θέμα της Βορείου Ιρλανδίας, στο τραπέζι παραμένει το θέμα του backstop. Καταρχήν και τα δύο μέρη συμφωνούν ότι δεν πρέπει να υπάρχει σκληρό σύνορο μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, όπως θα ήταν το φυσιολογικό, δεδομένου ότι η Β.Ιρλανδία ως κομμάτι της Βρετανίας φεύγει από την ΕΕ, άρα συνορεύει με χώρα-μέλος της ΕΕ. Αυτό θα ήταν επικίνδυνο, πέρα από το εμπόριο και τις διμερείς σχέσεις, και για την ειρήνη στη Βόρειο Ιρλανδία.

Τα δύο μέρη έχουν συμφωνήσει να βρουν λύση στο πώς να μην μπει σύνορο. Αν όμως Λονδίνο και Βρυξέλλες δεν βρουν λύση, τότε θα έρθει το backstop, ένα δίχτυ ασφαλείας με λίγα λόγια που υποτίθεται ότι θα αποτρέψει το σκληρό σύνορο.

Εδώ όμως υπάρχει η βασική διαφορά: Στο Λονδίνο αρκετοί (ιδίως οι ευρωσκεπτικιστές, αλλά και οι τέσσερις υπουργοί της Μέι που παραιτήθηκαν) βλέπουν το backstop ως υπονόμευση της εδαφικής ακεραιότητας του Ηνωμένου Βασιλείου. Το ακριβώς αντίθετο λένε στις Βρυξέλλες: το σχέδιο των Βρετανών υπονομεύει την ενιαία αγορά-τελωνειακή ένωση.

Πρέπει λοιπόν να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές. Και αν δεν συμφωνήσουν, δεν υπάρχει γενικότερα Brexit.