«Η αυξητική τάση των κρουσμάτων κοροναϊού έχει φέρει τη χώρα σε μια επικίνδυνη καμπή» δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Ζούμε Αληθινά» με τον δημοσιογράφο Δημήτρη Γιαγτζόγλου, η καθηγήτρια Επιδημιολογίας στην ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου Αθηνών Αθηνά Λινού.

H κ. Λινού τόνισε ότι «το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη μείωση των κρουσμάτων καθώς σε διαφορετική περίπτωση δεν θα είναι δυνατόν να ελεγχθεί η κατάσταση στα νοσοκομεία και θα υπάρχουν πολλοί διασωληνωμένοι».

Την ίδια στιγμή ζήτησε να ληφθούν αυστηρότερα μέτρα σε οίκους ευγηρίας, φυλακές, καταυλισμούς που αποτελούν εστίες υπερμετάδοσης.

Ακόμη τόνισε πως για να αποτραπεί η διασπορά του ιού «θα πρέπει να υπάρξει καθολική χρήση μάσκας, μείωση των αποστάσεων σε χώρους εργασίας, σχολεία και μέσα μαζικής μεταφοράς».

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Αθηνάς Λινού στα Παραπολιτικά 90,1: 

Αναφερόμενη στην αυξητική τάση των κρουσμάτων στην Αττική, η κ. Λινού σημείωσε: «Τα δεδομένα αλλάζουν, υπάρχει μια μικρή αναλογικά αλλά αυξητική τάση αντί να υπάρξει σταθεροποίηση και μείωση των κρουσμάτων. Είμαστε σε μια επικίνδυνη καμπή γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι αν θα έχουμε υπερφόρτωση των νοσοκομειακών κλινών και των ΜΕΘ, μας ενδιαφέρει να μειωθούν αμέσως τα κρούσματα γιατί διαφορετικά δεν μπορεί να ελεγχθεί η κατάσταση».

Για την αύξηση των διασωληνωμένων, η καθηγήτρια Επιδημιολογίας ανέφερε: «Η διασωλήνωση συνήθως είναι αποτέλεσμα των κρουσμάτων, ένα ποσοστό των ανθρώπων που θα νοσήσουν θα οδηγηθούν στη διασωλήνωση. Αυτό πρακτικά μπορεί να σημαίνει ότι πρέπει να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες για να έχουμε και άλλες μονάδες αλλά αυτό είναι η ιατροκεντρική άποψη. Δηλαδή οι γιατροί έχουν συνηθίσει ιδιαίτερα στο δυτικό σύστημα δημόσιας υγείας να πιστεύουμε ότι πρέπει να σώσουμε όλους τους ανθρώπους και αυτό είναι το σωστό αλλά να μην σκεφτόμαστε ότι πρέπει να προλάβουμε τη νόσο και αυτό είναι χαρακτηριστικό από τις ειδικότητες που έχουμε στη χώρα μας».

«Έχουμε μεγάλο αριθμό εξαιρετικών ειδικευμένων γιατρών σε όλες τις ειδικότητες και ανύπαρκτη ουσιαστικά την Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Δηλαδή δεν έχουμε γενικούς γιατρούς, δεν έχουμε γιατρούς εργασίας, δεν έχουμε κοινωνικούς γιατρούς πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούμε να ασκήσουμε πρόληψη οι γιατροί και δεν πιστεύουμε στην πρόληψη οι γιατροί», επισήμανε η ίδια.

«Πιστεύω ότι αν δεν πάρουνε επιπλέον μέτρα, σοβαρά μέτρα, και αν δεν διευκολύνουμε τους ανθρώπους να τα εφαρμόσουν γιατί μπορεί να παίρνουμε ένα μέτρο το οποίο να είναι πρακτικά αδύνατο να εφαρμοστεί. Για παράδειγμα όπου έχουμε καταυλισμούς, όπου έχουμε αστέγους, όπου έχουμε φυλακές, όπου έχουμε γηροκομεία και δεν το κάνουμε πολύ εύκολο για τους εργαζόμενους εκεί να τηρούν μέτρα, μπορεί να υπήρξαν εργαζόμενοι οι οποίοι ήταν ημερομίσθιοι αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν πρακτικά να πουν «σήμερα δεν πάω στη δουλειά γιατί έχω δέκατα», γιατί δεν θα έχουν μετά φαγητό για την οικογένειά τους. Αν υπήρχε ένα επίδομα ότι άπαξ και είσαι ωρομίσθιος, δεν είσαι δημόσιος υπάλληλος και έχεις συμπτώματα, σου γίνεται αμέσως το τεστ και την ίδια μέρα αναλαμβάνει η πολιτεία να σου καλύψει το δεκαπενθήμερο καραντίνας που θα χρειαστεί τότε θα έτρεχαν οι άνθρωποι να κάνουν τεστ», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αναφορικά με τα πολλαπλά κρούσματα στους οίκους ευγηρίας, δήλωσε: «Ή τα πρωτόκολλα δεν τηρούνται ή δεν έχουν γίνει κατανοητά. Μη ξεχνάμε ότι σε όλες τις δομές πολλοί από τους εργαζόμενους σε χαμηλής ιεραρχίας θέσεις μπορεί να είναι αλλοδαποί, μπορεί να είναι ανθρωποι που έχουν χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, όλοι αυτοί οι ανθρωποι αν δεν εκπαιδευτούν σωστά και χωρίς φόβο από ψυχολόγους, από κοινωνικούς λειτουργούς και όχι να πάρουν ένα χαρτί που να λεει αυτό πρέπει να κάνεις, αν δεν κάνουν και πρακτική στην εφαρμογή των μέτρων δεν φταίνε οι άνθρωποι».

«Πρέπει να υπάρξει καθολική χρήση μάσκας σε όλους τους χώρους και μείωση των αποστάσεων είτε στα σχολεία είτε στους χώρους εργασίας ή στα ΜΜΜ. Θεωρώ παράλογο να μην υπάρχει μάσκα στο προαύλιο», τόνισε η κ. Λινού.