«Καμπανάκι» από Γκάγκα: Έχουμε διασωληνωμένο 20χρονο και 30χρονο - Πρέπει να ανοίξουμε με μέτρα
Σύμφωνα με την κ. Γκάγκα «θα μπορέσουμε σταδιακά να ανοίξουμε αν τηρούμε αυστηρά τα μέτρα»
Για τις εξελίξεις από το μέτωπο του κοροναϊού αλλά και την πίεση που δέχονται τα νοσοκομεία μίλησαν οι Μίνα Γκάγκα και ο Στέλιος Λουκίδης σε συνέντευξη που παραχώρησαν το πρωί του Σαββάτου.
«Πίεση υπάρχει στο σύστημα Υγείας. Διασωληνώσαμε προχθές ασθενή, έμεινε μιάμιση μέρα στην κλινική και μετακινήθηκε. Από άποψη στρες και άγχους, η πρώτη περίοδος ήταν πιο δύσκολη, γιατί δεν είχαμε εμβολιαστεί. Η πίεση είναι μεγαλύτερη τώρα γιατί έχουμε και νεότερους ανθρώπους που κινδυνεύουν. Οι ασθενείς δεν καταλαβαίνουν πάντα ότι έχουν δύσπνοια, αν δεν τους βοηθήσουμε δεν θα μπορούν να αναπνέουν και έτσι φτάνουμε στη διασωλήνωση» ανέφερε η καθηγήτρια πνευμονολογίας μιλώντας στο OPEN ενώ πρόσθεσε πως υπάρχουν ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται παρά τα φάρμακα και την χορήγηση οξυγόνου. «Παραπάνω βάρος, διαβήτης, υπέρταση, προβλήματα με το θυρεοειδή συνδέονται με βαρύτερη νόσο. Αλλά υπάρχουν και νέοι άνθρωποι χωρίς προβλήματα που νοσούν σοβαρά. Έχουμε διασωληνωμένο 20χρονο και 30χρονο, η μέση ηλικία όμως είναι 50χρονοι και 60χρονοι», ανέφερε συμπληρώνοντας ότι δεν ξέρουμε ποιος θα είναι αυτός που δεν θα πάει καλά, για αυτό και πρέπει να προσέχουμε.
Σύμφωνα με την κ. Γκάγκα «θα μπορέσουμε σταδιακά να ανοίξουμε αν τηρούμε αυστηρά τα μέτρα. Ναι, τα self test είναι έγκυρα αλλά μπορεί να γίνουν θετικά την επόμενη από την ημέρα που θα το κάνουμε. Κάθε ημέρα πρέπει να τηρούμε τα μέτρα. Η μεγάλη μας ασφάλεια είναι να τηρούμε τα μέτρα».
«Είναι πολύ σημαντικό να ανοίξουν σχολεία και λιανεμπόριο, (…) τηρώντας αυστηρά τα μέτρα», είπε η κ. Γκάγκα ξεκαθαρίζοντας πως η επιδημιολογική παρατήρηση θα δείξει αν είναι εφικτό το άνοιγμα στις 5 Απριλίου. «Θα είναι πιο ασφαλές να ανοίξουμε πράγματα με μέτρα, παρά ασύντακτα. Η εστίαση θα πάει τελευταία γιατί αναγκαστικά βγάζεις τη μάσκα, γιατί η διαμόλυνση μπορεί να είναι πάρα πολύ μεγάλη αν υπάρχει έξοδος με άλλη παρέα κάθε φορά».
Λουκίδης: «Μάχη που δεν έχουμε ξαναδώσει»
Από την πλευρά του, μιλώντας στο OPEN, ο Στέλιος Λουκίδης, πρόεδρος Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, σημείωσε ότι η πίεση στο σύστημα Υγείας δεν έχει εξαφανιστεί. «Στην τελευταία εφημερία είχαμε μικρότερο αριθμό εισαγωγών αλλά το κρατάμε με επιφύλαξη. Αν συνεχιστεί θα είναι ένα καλό σήμα ότι μειώνονται οι εισαγωγές. Ο αριθμός τον εξιτηρίων είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με το πρώτο κύμα, έχουμε και νεότερες ηλικίες και γίνονται καλά πιο γρήγορα. Δεν φτάσαμε σε σημείο να κάνουμε διαλογή ασθενών, ευτυχώς», ανέφερε.
«Δίνουμε μια μάχη που δεν έχουμε ξαναδώσει σαν υγειονομικοί οπότε είναι για εμάς και ένα μεγάλο στοίχημα και θέλουμε να το κερδίσουμε. Όσοι νοσούν ελαφρά είναι πιο νέοι με λιγότερα νοσήματα, που δεν είναι υπέρβαροι, αλλά υπάρχουν και μελέτες που αφορούν γενετικά στοιχεία, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει γενετική προδιάθεση η οποία συνδέεται με μια επίδραση στον τρόπο που δρα ο ιός», υπογράμμισε. Σύμφωνα με τον κ. Λουκίδη, το πρόβλημα είναι οι ασυμπτωματικοί και όπως τόνισε «από τα self test μπορούμε να βοηθηθούμε, θα μπορούσαν να ανοίξουν 5 Απριλίου τα σχολεία. Για την εστίαση θα πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά δεν είμαι κατά, αν υπάρχει πιο στενή παρακολούθηση επιδημιολογικά».
«Πίεση υπάρχει στο σύστημα Υγείας. Διασωληνώσαμε προχθές ασθενή, έμεινε μιάμιση μέρα στην κλινική και μετακινήθηκε. Από άποψη στρες και άγχους, η πρώτη περίοδος ήταν πιο δύσκολη, γιατί δεν είχαμε εμβολιαστεί. Η πίεση είναι μεγαλύτερη τώρα γιατί έχουμε και νεότερους ανθρώπους που κινδυνεύουν. Οι ασθενείς δεν καταλαβαίνουν πάντα ότι έχουν δύσπνοια, αν δεν τους βοηθήσουμε δεν θα μπορούν να αναπνέουν και έτσι φτάνουμε στη διασωλήνωση» ανέφερε η καθηγήτρια πνευμονολογίας μιλώντας στο OPEN ενώ πρόσθεσε πως υπάρχουν ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται παρά τα φάρμακα και την χορήγηση οξυγόνου. «Παραπάνω βάρος, διαβήτης, υπέρταση, προβλήματα με το θυρεοειδή συνδέονται με βαρύτερη νόσο. Αλλά υπάρχουν και νέοι άνθρωποι χωρίς προβλήματα που νοσούν σοβαρά. Έχουμε διασωληνωμένο 20χρονο και 30χρονο, η μέση ηλικία όμως είναι 50χρονοι και 60χρονοι», ανέφερε συμπληρώνοντας ότι δεν ξέρουμε ποιος θα είναι αυτός που δεν θα πάει καλά, για αυτό και πρέπει να προσέχουμε.
Σύμφωνα με την κ. Γκάγκα «θα μπορέσουμε σταδιακά να ανοίξουμε αν τηρούμε αυστηρά τα μέτρα. Ναι, τα self test είναι έγκυρα αλλά μπορεί να γίνουν θετικά την επόμενη από την ημέρα που θα το κάνουμε. Κάθε ημέρα πρέπει να τηρούμε τα μέτρα. Η μεγάλη μας ασφάλεια είναι να τηρούμε τα μέτρα».
«Είναι πολύ σημαντικό να ανοίξουν σχολεία και λιανεμπόριο, (…) τηρώντας αυστηρά τα μέτρα», είπε η κ. Γκάγκα ξεκαθαρίζοντας πως η επιδημιολογική παρατήρηση θα δείξει αν είναι εφικτό το άνοιγμα στις 5 Απριλίου. «Θα είναι πιο ασφαλές να ανοίξουμε πράγματα με μέτρα, παρά ασύντακτα. Η εστίαση θα πάει τελευταία γιατί αναγκαστικά βγάζεις τη μάσκα, γιατί η διαμόλυνση μπορεί να είναι πάρα πολύ μεγάλη αν υπάρχει έξοδος με άλλη παρέα κάθε φορά».
Λουκίδης: «Μάχη που δεν έχουμε ξαναδώσει»
Από την πλευρά του, μιλώντας στο OPEN, ο Στέλιος Λουκίδης, πρόεδρος Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, σημείωσε ότι η πίεση στο σύστημα Υγείας δεν έχει εξαφανιστεί. «Στην τελευταία εφημερία είχαμε μικρότερο αριθμό εισαγωγών αλλά το κρατάμε με επιφύλαξη. Αν συνεχιστεί θα είναι ένα καλό σήμα ότι μειώνονται οι εισαγωγές. Ο αριθμός τον εξιτηρίων είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με το πρώτο κύμα, έχουμε και νεότερες ηλικίες και γίνονται καλά πιο γρήγορα. Δεν φτάσαμε σε σημείο να κάνουμε διαλογή ασθενών, ευτυχώς», ανέφερε.
«Δίνουμε μια μάχη που δεν έχουμε ξαναδώσει σαν υγειονομικοί οπότε είναι για εμάς και ένα μεγάλο στοίχημα και θέλουμε να το κερδίσουμε. Όσοι νοσούν ελαφρά είναι πιο νέοι με λιγότερα νοσήματα, που δεν είναι υπέρβαροι, αλλά υπάρχουν και μελέτες που αφορούν γενετικά στοιχεία, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει γενετική προδιάθεση η οποία συνδέεται με μια επίδραση στον τρόπο που δρα ο ιός», υπογράμμισε. Σύμφωνα με τον κ. Λουκίδη, το πρόβλημα είναι οι ασυμπτωματικοί και όπως τόνισε «από τα self test μπορούμε να βοηθηθούμε, θα μπορούσαν να ανοίξουν 5 Απριλίου τα σχολεία. Για την εστίαση θα πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά δεν είμαι κατά, αν υπάρχει πιο στενή παρακολούθηση επιδημιολογικά».