O εφιάλτης της πυρκαγιάς και της καταστροφής ξεκίνησε το απόγευµα της ∆ευτέρας, λίγα λεπτά πριν από τις πέντε, όταν εκδηλωνόταν εστία φωτιάς σε δασική έκταση στην περιοχή της Καλλιτεχνούπολης, στις δυτικές πλαγιές του Πεντελικού Ορους, κάτω από το Νταού Πεντέλης.

Οι δυνάµεις της Πυροσβεστικής, όµως, ήταν απασχοληµένες στη δυτική πλευρά της Αττικής, την Κινέτα, όπου ήταν σε εξέλιξη άλλη πυρκαγιά, καταστρέφοντας δασικές εκτάσεις και σπίτια. Η φωτιά που είχε ξεσπάσει στα Γεράνεια Ορη, διαψεύδοντας κάθε επιστηµονική πρόβλεψη, άλλαξε αιφνιδιαστικά κατεύθυνση και άρχισε να κατευθύνεται προς κατοικηµένες περιοχές. Οι οικισµοί Πανόραµα 1 και Πανόραµα 2 στη Γαλήνη και στη Μαρούλα εκκενώθηκαν, αλλά οι περιουσίες έγιναν παρανάλωµα του πυρός, µε τις φλόγες να φτάνουν µέχρι την παραλία.

Την ίδια ώρα, όµως, οι δυτικοί άνεµοι έσπρωχναν µε µεγάλη ταχύτητα τη φωτιά από την Καλλιτεχνούπολη προς τον οικισµό του Νέου Βουτζά στην Ανατολική Αττική. Κοινό σηµείο ο άνεµος, ο µεγάλος αντίπαλος των πυροσβεστών εκτός από την ίδια την πυρκαγιά...

Ο καθοριστικός παράγοντας, που άλλαξε τα δεδοµένα και καθόρισε την πορεία και την εξέλιξη των πύρινων µετώπων. Οπως έγινε γνωστό τις επόµενες µέρες, οι ριπές των ανέµων έφταναν µέχρι και τα 120 χιλιόµετρα την ώρα, ενώ στην περιοχή της Ραφήνας η ένταση των ανέµων έφτανε τα 12 Μποφόρ, µε ανατολική κατεύθυνση, δηµιουργώντας στροβιλισµούς και θερµούς ανέµους που θέριευαν τις φλόγες και δυσχέραιναν το έργο των πυροσβεστών. ∆εύτερο κοινό σηµείο, το νοητό όριο των δύο οδικών αρτηριών, της Λεωφόρου Μαραθώνος και της Ε.Ο. Αθηνών-Κορίνθου, που λειτουργούν σαν αντιπυρικές ζώνες, κάτι που στις καταστροφικές πυρκαγιές της περασµένης εβδοµάδας δεν συνέβη. Οταν οι δείκτες του ρολογιού έδειξαν 7 το απόγευµα, όλα είχαν τελειώσει για το Μάτι.

Η φωτιά είχε κατέβει από τον Νέο Βουτζά, είχε περάσει τη Λεωφόρο Μαραθώνος και έκαιγε δέντρα και σπίτια σε όλη την περιοχή που εκτείνεται από τον κεντρικό οδικό άξονα µέχρι τη θάλασσα. Αυτή η περιοχή έγινε ο τάφος δεκάδων ανθρώπων. Κάτοικοι της περιοχής που προσπαθούσαν να φύγουν, αυτοκίνητα που γύρισαν πίσω από τη Λεωφόρο Μαραθώνος και άνθρωποι που παραθέριζαν και έψαχναν τρόπο να γλυτώσουν από τις φλόγες, εγκλωβίστηκαν και έχασαν τη ζωή τους. Στο Μάτι εγκλωβίστηκαν όµως και όσοι έφυγαν από τον Νέο Βουτζά για να γλυτώσουν τη φωτιά και τελικά αυτή τους «κυνήγησε». Οσο περνούσε η ώρα, οι φλόγες έφταναν στην παραλία και ανάγκαζαν τους ανθρώπους να βουτήξουν στα νερά και να κολυµπήσουν, στην προσπάθειά τους να µην καούν ζωντανοί.

Αλλοι έχασαν τον προσανατολισµό τους από τους καπνούς και τις φλόγες και έφτασαν µέχρι τον γκρεµό. ∆εν υπήρχε όµως διέξοδος. Από τη µία ο γκρεµός ύψους 15 µέτρων και από την άλλη το φλεγόµενο Μάτι. Ο θάνατος τους είχε περικυκλώσει και πέθαναν µε την ελπίδα ότι θα διασωθούν.

Η κακή ρυµοτοµία της περιοχής και η έλλειψη συντονισµού από τις αρµόδιες Αρχές, όπως καταγγέλλουν άνθρωποι που είδαν τον θάνατο µε τα µάτια τους, παγίδευσαν έναν µεγάλο όγκο αυτοκινήτων σε δρόµους που δεν µπορούσαν να τον υποστηρίξουν, χωρίς παράλληλα να υπάρχει ένα εφαρµόσιµο σχέδιο διαφυγής.

Ο απολογισµός λίγες ηµέρες µετά είναι συγκλονιστικός: 87 νεκροί (σ.σ.: επισηµαίνεται ότι µέχρι χθες, Παρασκευή, η Πυροσβεστική µιλούσε για 83 νεκρούς, ενώ η ιατροδικαστική υπηρεσία για 87), πάνω από 100 αγνοούµενοι και περισσότεροι εγκαυµατίες. Από την Τρίτη το µεσηµέρι, οι οικογένειες των ανθρώπων που αγνοούνται πήγαιναν στα ειδικά συνεργεία που είχαν στηθεί στου Γουδή για να µάθουν από την εξέταση DNA αν έχει βρεθεί ο άνθρωπός τους νεκρός. Η απάντηση τους βύθιζε είτε στην απόγνωση και την αγωνία, είτε στη θλίψη και το πένθος, ενώ παρατηρήθηκε διχογνωµία µεταξύ της Πυροσβεστικής και των ιατροδικαστών για τον αριθµό των νεκρών.  

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ  

Μέσα από τα αποκαΐδια και την απέραντη θλίψη για τους θανάτους αθώων ανθρώπων στην Ανατολική Αττική, η µοναδική αχτίδα φωτός ήρθε από το αυθόρµητο κύµα αλληλεγγύης. Από τις πρώτες πρωινές ώρες της Τρίτης, όταν οι εστίες σε Μάτι, Ραφήνα και Κόκκινο Λιµανάκι έσβησαν, εκατοντάδες πολίτες εµφανίστηκαν στα κτίρια των ∆ήµων Ραφήνας-Πικερµίου και Μαραθώνα-Νέας Μάκρης για να προσφέρουν τρόφιµα, ρούχα και φάρµακα για τους πυροπαθείς. Μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες, οι αρµόδιοι φορείς ενηµέρωσαν αρχικά ότι δεν χρειάζονται άλλα ρούχα και το µεσηµέρι της Τετάρτης ότι είναι πλήρεις και από τρόφιµα. Οι µοναδικές ανάγκες που υπήρχαν µέχρι και τις τελευταίες ώρες, ήταν για φάρµακα, φακούς και, το κυριότερο, για ανθρώπινο δυναµικό. Οι εθελοντές, που έσπευσαν αυθόρµητα στις περιοχές της Ανατολικής Αττικής, ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που βοήθησε χιλιάδες ανθρώπους. ∆εν ήταν λίγες οι φορές που οι εθελοντές κάλυψαν την ελλιπή λειτουργία του κρατικού µηχανισµού και τον αντικατέστησαν κυριολεκτικά, µε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και εκείνο της ανθρώπινης αλληλεγγύης να κυριαρχούν και τελικά να σώζουν ζωές.

TΑ ΤΡΑΓΙΚΑ ΛΑΘΗ

Οσα εκτυλίχθηκαν το βράδυ της Δευτέρας στη Ραφήνα και στο Μάτι αναδεικνύουν την εγκληματική έλλειψη συντονισμού. Στις 6 το απόγευμα, ο λιμενάρχης Ραφήνας, μη μπορώντας να επικοινωνήσει με κάποιον υπεύθυνο για τον συντονισμό και έχοντας στη διάθεσή του μόνο δύο πλωτά του Λιμενικού και τα παραπλέοντα σκάφη των πολιτών, ήρθε σε επικοινωνία με τη ΜΥΑ (Μονάδα Υποβρυχίων Αποστολών) του Λιμενικού, η οποία εδρεύει στον Αγ. Κοσμά. Τελικά διατέθηκαν 40 βατραχάνθρωποι με σκάφη Lambrο, τα οποία, πλέοντας με ταχύτητα 30 κόμβων και ανέμους 7 Μποφόρ, έφτασαν στη θαλάσσια περιοχή της Ραφήνας μεταξύ 21:00 και 21:15. Την ώρα που οι βατραχάνθρωποι έσωζαν πολίτες από το Μάτι, το Κόκκινο Λιμανάκι και τα ανοιχτά της θάλασσας, επιβαίνοντας στα αλιευτικά, ο λιμενάρχης προσπαθούσε να έρθει σε επικοινωνία με τη Γ.Γ. Πολιτικής Προστασίας χωρίς επιτυχία. Εκείνο που περιέπλεξε τα πράγματα ήταν η απόφαση να καταπλεύσει η φρεγάτα «ΕΛΛΗ» στην περιοχή. Εκτός από το ότι καθυστέρησε, κάνοντας τη διαδρομή Ανδρος - Ραφήνα, ανέλαβε τη διοίκηση της επιχείρησης διάσωσης χωρίς να μπορεί να τη συντονίσει διά ζώσης ο επικεφαλής, καθώς η φρεγάτα είχε αγκυροβολήσει σε απόσταση 3,5 ναυτικών μιλίων, ενώ ο αρχηγός του Λιμενικού βρισκόταν στο ξενοδοχείο «Ramada» στο Μάτι για να συντονίσει την επιχείρηση.    

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, Σάββατο 28 Ιουλίου, 2018