Φθινοπωρινές προβλέψεις Κομισιόν: Ανάπτυξη 2,1% το 2025, 2,2% το 2026 και 1,7% το 2027 για την Ελλάδα
Τι λέει για χρέος, ανεργία, πληθωρισμό
Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά, στο 2,4% έως το 2027, καθώς η ισχυρή ζήτηση και η προβλεπόμενη αύξηση των τιμών ενέργειας θα ασκήσουν ανοδική πίεση στις καταναλωτικές τιμές, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κομισιόν
Με ανάπτυξη 2,1% θα κλείσει το 2025 για την ελληνική οικονομία, ενώ προβλέπεται 2,2% το 2026, αλλά και 1,7% το 2027, σύμφωνα με τη φθινοπωρινή έκθεση της Κομισιόν για τη χώρα μας, που παρουσίασε στις Βρυξέλλες ο Επίτροπος Οικονομίας και Παραγωγικότητας, Βάλντις Ντομπρόβσκις. Παράλληλα, η Κομισιόν έκανε τις εκτιμήσεις της για τον πληθωρισμό, την ανεργία και το δημόσιο χρέος. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ, όμως, αναμένεται να μετριαστεί στο 1,7% το 2027, καθώς ολοκληρώνεται η υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Σύμφωνα με την ανάλυση, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά, στο 2,4% έως το 2027, καθώς η ισχυρή ζήτηση και η προβλεπόμενη αύξηση των τιμών ενέργειας θα ασκήσουν ανοδική πίεση στις καταναλωτικές τιμές.
Διαβάστε: Αναβάθμιση από τον οίκο Fitch: Τι σημαίνει για την ελληνική οικονομία - Πώς επηρεάζονται μισθοί, δάνεια, επενδύσεις
Ταυτόχρονα, η ανεργία μειώνεται σε επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία δεκαετία, ωστόσο, παραμένουν δομικές προκλήσεις. Οι δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας παραμένουν ευνοϊκές για την περίοδο 2025-27, με γενικά σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα, παρά τις μειώσεις φόρων και τα κοινωνικά μέτρα. Η ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη του ΑΕΠ και τα πλεονάσματα προϋπολογισμού αναμένεται να διατηρήσουν τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ σε πτωτική τάση, υποχωρώντας κάτω από το 140% έως το 2027.
Κομισιόν: Το πρώτο εξάμηνο του 2025, η ελληνική οικονομία σημείωσε ετήσια άνοδο 2%
Στο πρώτο εξάμηνο του 2025, η ελληνική οικονομία αυξήθηκε κατά 2% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω της ιδιωτικής κατανάλωσης και του τουρισμού. Οι επενδύσεις ενισχύθηκαν το δεύτερο τρίμηνο, ειδικά στις κατασκευές και στις επενδύσεις εξοπλισμού. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, η ελληνική οικονομία σημείωσε ετήσια άνοδο 2%, κυρίως χάρη στην ιδιωτική κατανάλωση και τον τουρισμό. Οι επενδύσεις παρουσίασαν άνοδο στο δεύτερο τρίμηνο, ιδιαίτερα στους τομείς των κατασκευών και του εξοπλισμού. Σε γενικές γραμμές, προβλέπεται ότι η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχιστεί με παρόμοιο ρυθμό τόσο στο δεύτερο μισό του 2025 όσο και μέσα στο 2026. Η επενδυτική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα παραμείνει δυναμική και στις δύο χρονιές, ενισχυμένη από τη σημαντική αύξηση των επιχειρηματικών δανείων και την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF).
Επιπλέον, ένα νέο πακέτο επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων αναμένεται να ενισχύσει την αύξηση των καθαρών μισθών και την ιδιωτική κατανάλωση. Η ζήτηση εισαγωγών αναμένεται να παραμείνει ισχυρή, δεδομένου του υψηλού εισαγωγικού περιεχομένου των επενδύσεων. Παρά το γεγονός ότι δεν αναμένεται απότομη «πτώση», η ανάπτυξη προβλέπεται να επιβραδυνθεί μετά το 2026, καθώς ολοκληρώνεται η εφαρμογή του RRF. Η ανάπτυξη του ΑΕΠ προβλέπεται να παραμείνει σχετικά σταθερή, με ρυθμούς 2,1% το 2025 και 2,2% το 2026, πριν μετριαστεί στο 1,7% το 2027.
Παρά την ανθεκτικότητα που έχει επιδείξει η οικονομία έως τώρα απέναντι σε εξωτερικές προκλήσεις, μια παρατεταμένη αύξηση γεωπολιτικής ή εμπορικής αβεβαιότητας και του κόστους χρηματοδότησης θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τις εξαγωγές, ιδίως στον τομέα του τουρισμού, και την επενδυτική δραστηριότητα.
Οι εκτιμήσεις για την αγορά εργασίας
Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 8,2% τον Οκτώβριο του 2025, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2009, αλλά παραμένει υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ. Μετά την κορύφωση το δεύτερο τρίμηνο του 2024, τα ποσοστά κενών θέσεων έχουν μειωθεί ελαφρώς, αν και εξακολουθούν να υποδηλώνουν σχετικά σφιχτή αγορά εργασίας, ιδιαίτερα στους τομείς του τουρισμού και των κατασκευών.
Η απασχόληση προβλέπεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, αλλά με πιο αργό ρυθμό, εξαιτίας δομικών προβλημάτων όπως η έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων και τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ειδικά μεταξύ των γυναικών. Οι αποδοχές ανά εργαζόμενο αναμένεται να αυξηθούν ταχύτερα, με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,6% κατά την περίοδο των προβλέψεων. Σε αυτό συμβάλλουν οι προηγούμενες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση για τα εισοδήματα φυσικών προσώπων.
Κομισιόν: Οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό
Μετά από μέσο όρο 3,1% στο πρώτο εξάμηνο του 2025, ο συνολικός πληθωρισμός μειώθηκε στο 1,7% τον Οκτώβριο, κυρίως λόγω της μείωσης του πληθωρισμού ενέργειας και υπηρεσιών. Ωστόσο, η ισχυρή ζήτηση και η σχετικά σφιχτή αγορά εργασίας αναμένεται να διατηρήσουν την ανοδική πίεση στις καταναλωτικές τιμές. Ως αποτέλεσμα, ο πληθωρισμός προβλέπεται να μειωθεί μόνο αργά, φτάνοντας στο 2,8% το 2025 και στο 2,3% το 2026. Ενώ ο συνολικός πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα αναμένεται να μειωθεί, η προβλεπόμενη αύξηση των τιμών ενέργειας αναμένεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό στο 2,4% το 2027.
Σταθερή δημοσιονομική θέση παρά τα επεκτατικά μέτρα
Το συνολικό πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να υποχωρήσει από 1,2% του ΑΕΠ το 2024 σε περίπου 1,1% το 2025. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος από 4,7% σε 4,3%, η οποία όμως μετριάζεται εν μέρει από τη μείωση των πληρωμών για τόκους. Η πτώση αυτή σχετίζεται κυρίως με επεκτατικές παρεμβάσεις (περίπου 0,7% του ΑΕΠ), όπως η περαιτέρω μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης κατά μία ποσοστιαία μονάδα, οι αυξήσεις στις αποδοχές του δημόσιου τομέα, η επιδότηση ενοικίου με εισοδηματικά κριτήρια και η καθιέρωση μόνιμου ετήσιου επιδόματος 250 ευρώ για ευάλωτες ομάδες.
Επιπλέον πιέσεις προέρχονται από αυξημένες δαπάνες για την υγεία και την άμυνα, καθώς και από χρηματοοικονομική διόρθωση που σχετίζεται με τις κοινοτικές αγροτικές ενισχύσεις, αντιστοιχώντας σε 0,2% του ΑΕΠ. Αυτές οι επιδράσεις αντισταθμίζονται εν μέρει από αυξημένα έσοδα, υποστηριζόμενα από συνεχιζόμενα μέτρα φορολογικής συμμόρφωσης, την επέκταση της ψηφιακής κάρτας εργασίας σε νέους τομείς για μείωση της αδήλωτης εργασίας και υψηλότερα τέλη της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το 2026, το ισοζύγιο προϋπολογισμού προβλέπεται να φτάσει στο 0,3%, με μείωση 0,8 μονάδων σε σχέση με το 2025. Αυτό αντιστοιχεί σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,4% του ΑΕΠ. Η μείωση αυτή αντανακλά κυρίως το πρόσφατα ανακοινωθέν επεκτατικό πακέτο, εκτιμώμενο ότι θα κοστίσει 0,6% του ΑΕΠ το 2026 και 0,8% του ΑΕΠ το 2027. Το πακέτο συνδυάζει μειώσεις στον φόρο εισοδήματος, στον φόρο ακίνητης περιουσίας και στο ΦΠΑ, μαζί με στοχευμένες αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς του δημόσιου τομέα. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στην ανακούφιση των πιέσεων κόστους διαβίωσης και στην παροχή στήριξης σε νοικοκυριά με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, οικογένειες με παιδιά, συνταξιούχους και κατοίκους μικρών χωριών. Η πρόβλεψη ενσωματώνει επίσης αυξημένες δαπάνες για την άμυνα, που αναμένεται να αυξηθούν από 2,4% του ΑΕΠ το 2025 σε 2,6% το 2026.
Το 2027, το συνολικό ισοζύγιο προβλέπεται να μειωθεί στο 0,0% του ΑΕΠ, αντιστοιχώντας σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,2%. Η επιδείνωση αυτή οφείλεται κυρίως στις υψηλότερες δαπάνες τόκων και στις πλήρεις επιπτώσεις του νέου δημοσιονομικού πακέτου. Ο δείκτης δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ ανήλθε στο 154,2% το 2024, 55 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το μέγιστο του 2020. Αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, φτάνοντας στο 138% το 2027, με την πτώση να τροφοδοτείται από την ονομαστική ανάπτυξη του ΑΕΠ και τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού.
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρη την έκθεση της Κομισιόν.
En