Αυτοδυναμία ή χάος: Τα σενάρια της επόμενης μέρας των εκλογών
Απρόβλεπτες θα είναι οι εξελίξεις για την οικονομία αν στις εκλογές της 7ης Ιουλίου η Νέα Δημοκρατία δεν ξεπεράσει τις 150 έδρες
Δύο πόρτες έχει η πολιτική ζωή μετά τις 7 Ιουλίου: Σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία ή προσφυγή ξανά στις κάλπες στις 18 Αυγούστου, σε εκλογές που θα διεξαχθούν με απλή αναλογική και θα πυροδοτήσουν, πιθανώς, απρόβλεπτες εξελίξεις για τη χώρα. Οι δύο αυτοί δρόμοι, τους οποίους «έδειξε» με πρόσφατη συνέντευξή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, χαρακτηρίστηκαν ως «εκβιασμός» από τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά αποτυπώνουν την πολιτική πραγματικότητα, όπως ακριβώς είναι αυτή τη στιγμή στη χώρα.
Αν οι εθνικές εκλογές έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου (με 0,1% μόνο παραπάνω για τον Γιάνη Βαρουφάκη), η Ν.Δ. θα έχει οριακή αυτοδυναμία και θα προχωρήσει έτσι στον σχηματισμό κυβέρνησης. Με το 33,12% που συγκέντρωσε θα είχε 151 έδρες, ο ΣΥΡΙΖΑ 73, το Κίνημα Αλλαγής 23, το ΚΚΕ 16, η Χρυσή Αυγή 15, η Ελληνική Λύση 13 και το ΜέΡΑ25 9 (ο υπολογισμός γίνεται με το ΜέΡΑ25 στο 3% και όχι στο 2,99% που πήρε). Κι αυτό διότι το ποσοστό των κομμάτων που δεν έπιασαν το όριο του 3% και έμειναν εκτός Βουλής ήταν πολύ υψηλό, στο 18% (21% αν υπολογίσουμε εκτός το ΜέΡΑ25), κάτι που αυτόματα κατεβάζει τον πήχη της αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα.
Στις ευρωεκλογές, όμως, συμμετείχαν 40 κόμματα, ενώ στην κάλπη της 7ης Ιουλίου θα φτάσουν μόνο 20. Ετσι, αν το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων πέσει πολύ χαμηλά, στο 6% για παράδειγμα, η Ν.Δ. θα χρειαστεί να φτάσει στο 38% για να είναι αυτοδύναμη. Δεν είναι τυχαία, λοιπόν, η επιλογή της Πειραιώς να προσπαθεί, μεταξύ άλλων, να «συμπιέσει» τα ποσοστά της Ελληνικής Λύσης και της Χρυσής Αυγής, ώστε ιδεατά να μείνουν ακόμα και οι δύο εκτός του επόμενου Κοινοβουλίου. «Δεν το έχω κρύψει ότι στόχος μου, ιδανικό αποτέλεσμα, θα ήταν να αφήναμε και τη Χρυσή Αυγή και το κόμμα του κ. Βελόπουλου εκτός Βουλής, για διαφορετικούς λόγους το καθένα», δήλωσε προχθές ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ηδη, πάντως, στα ποιοτικά στοιχεία των τελευταίων δημοσκοπήσεων φαίνεται μια τάση μερίδας των ψηφοφόρων των δύο αυτών κομμάτων στην κάλπη της 26ης Μαΐου να μετακινούνται στη Ν.Δ. στις εθνικές εκλογές.
«Η χώρα χρειάζεται ισχυρή εντολή το βράδυ της 7ης Ιουλίου για να αποφύγουμε τις περιπέτειες. Εάν δεν μπορεί να σχηματιστεί για οποιονδήποτε λόγο κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, τότε η χώρα νομοτελειακά θα οδηγηθεί ξανά σε εκλογές τον Δεκαπενταύγουστο», είπε προ ημερών ο κ. Μητσοτάκης.
Αν, λοιπόν, η Ν.Δ. είναι πρώτη, αλλά όχι αυτοδύναμη, αναγκαστικά θα στραφεί στα κόμματα της αντιπολίτευσης για να αναζητήσει κυβερνητικό εταίρο. Πέρα από τη Χρυσή Αυγή, με την οποία κανείς δεν θέλει να συνεργαστεί, και το ΚΚΕ, το οποίο δεν θέλει να συνεργαστεί µε κανέναν, ο κ. Βαρουφάκης του ΜέΡΑ25 έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται ποτέ να δώσει ψήφο εµπιστοσύνης σε Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Βελόπουλος ξεκαθάρισε ότι δεν θέλει «συνεργασία µε κανέναν από τους αποτυχηµένους πολιτικούς που ηγούνται στη χώρα, αναφέροµαι στον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Τσίπρα», αποκλείοντας κι εκείνος µε τη σειρά του τη συµµετοχή σε κυβέρνηση συνασπισµού. Το Κίνηµα Αλλαγής έχει επίσης τονίσει ότι δεν θα µπει σε κυβέρνηση µε τη Ν.∆. («συµπλήρωµα για να βγουν οι αριθµοί δεν γινόµαστε», δήλωσε η Φώφη Γεννηµατά) και πως θα στηρίξει την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη σε τρία ζητήµατα: Την ολοκλήρωση της Συνταγµατικής Αναθεώρησης, την αλλαγή του εκλογικού νόµου και τις διαπραγµατεύσεις µε τους Ευρωπαίους. Ενα τέτοιο σενάριο, της λεγόµενης ψήφου ανοχής και της κυβέρνησης µειοψηφίας, απορρίπτεται εκ των προτέρων, σύµφωνα µε πληροφορίες από την Πειραιώς. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκλειστεί δηµόσια από τον κ. Μητσοτάκη ως πιθανός κυβερνητικός εταίρος (σενάριο µεγάλου συνασπισµού).
Συνεπώς, σε περίπτωση πρωτιάς χωρίς αυτοδυναµία της Ν.∆. είναι ουσιαστικά µονόδροµος οι τρεις διερευνητικές εντολές να επιστραφούν στον Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος, όπως υποχρεούται, θα προσπαθήσει να πετύχει τον σχηµατισµό κυβέρνησης µε τη συµµετοχή όλων των κοµµάτων. Η προσπάθεια αυτή µε µεγάλη βεβαιότητα θα αποβεί άκαρπη κι έτσι ο κ. Παυλόπουλος θα ζητήσει από την πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, να προχωρήσει στον σχηµατισµό υπηρεσιακής κυβέρνησης, που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές στις 18 ή στις 25 Αυγούστου.
Κρίσιμα ζητήματα
Η κυβέρνηση της κ. Σακελλαροπούλου θα κληθεί, ωστόσο, να διαχειριστεί κρίσιµα ζητήµατα. Θα πρέπει να εκπροσωπήσει τη χώρα στη συνεδρίαση του Eurogroup, όπου οι εταίροι µας θα προβάλουν τις ενστάσεις που έχουν για τα δηµοσιονοµικά µέτρα, να συµµετάσχει στις διαπραγµατεύσεις για τον νέο πρόεδρο της Κοµισιόν και του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου και, φυσικά, να διαχειριστεί την αυξανόµενη ένταση στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και τον κίνδυνο «θερµού επεισοδίου» τύπου Ιµίων στο Αιγαίο εξαιτίας της έντονης τουρκικής προκλητικότητας. Η µεγάλη διαφορά, όµως, σε σχέση µε το 2012 είναι ότι αυτή τη φορά οι επαναληπτικές εκλογές θα διεξαχθούν µε το σύστηµα της απλής αναλογικής. Tο αποτέλεσµα των ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου (µε το ΜέΡΑ25 στο 3%), αν επαναλαµβανόταν σε εθνικές εκλογές µε απλή αναλογική, θα είχε ως αποτέλεσµα στο Κοινοβούλιο οι έδρες να κατανεµηθούν ως εξής: Ν.∆. 121, ΣΥΡΙΖΑ 87, ΚΙΝ.ΑΛ. 28, ΚΚΕ 20, Χ.Α. 18, Ελληνική Λύση 15, ΜέΡΑ25 11.
Συνεπώς, ακόµα και αν οι κ. Μητσοτάκης και Γεννηµατά αποφάσιζαν τότε να συµπράξουν κυβερνητικά για να µην οδηγηθεί η χώρα για τρίτη φορά στις κάλπες, οι έδρες τους δεν θα έφταναν, αφού αθροιστικά θα συγκέντρωναν 149.
Η µόνη κυβέρνηση που µπορεί να προκύψει µε την απλή αναλογική είναι αυτή στην οποία θα συµµετάσχουν τα δύο πρώτα κόµµατα, δηλαδή η Νέα ∆ηµοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ. ∆εδοµένου του πολιτικού και ιδεολογικού χάσµατος µεταξύ τους, µια τέτοια κυβέρνηση συνασπισµού είναι απίθανο να µακροηµερεύσει ή να εκπέµψει στο εσωτερικό και διεθνώς πολιτική σταθερότητα. Είναι εύλογο, συνεπώς, το συµπέρασµα ότι οι εξελίξεις που θα πυροδοτήσει µια νίκη χωρίς αυτοδυναµία της Νέας ∆ηµοκρατίας είναι απρόβλεπτες και µπορεί να οδηγήσουν τη χώρα σε µεγάλες περιπέτειες µε αβέβαιη κατάληξη. Αυτό εξάλλου είχε κατά νου ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν δήλωνε προχθές σε ραδιοφωνική του συνέντευξη πως «αν δεν προκύψει κυβέρνηση για οποιονδήποτε λόγο, τότε η χώρα θα οδηγηθεί και πάλι άµεσα σε εκλογές µε απλή αναλογική, οι οποίες θα οδηγήσουν νοµοτελειακά τη χώρα -κατά την άποψή µου- σε ακυβερνησία».
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 29/6/2019
Αν οι εθνικές εκλογές έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου (με 0,1% μόνο παραπάνω για τον Γιάνη Βαρουφάκη), η Ν.Δ. θα έχει οριακή αυτοδυναμία και θα προχωρήσει έτσι στον σχηματισμό κυβέρνησης. Με το 33,12% που συγκέντρωσε θα είχε 151 έδρες, ο ΣΥΡΙΖΑ 73, το Κίνημα Αλλαγής 23, το ΚΚΕ 16, η Χρυσή Αυγή 15, η Ελληνική Λύση 13 και το ΜέΡΑ25 9 (ο υπολογισμός γίνεται με το ΜέΡΑ25 στο 3% και όχι στο 2,99% που πήρε). Κι αυτό διότι το ποσοστό των κομμάτων που δεν έπιασαν το όριο του 3% και έμειναν εκτός Βουλής ήταν πολύ υψηλό, στο 18% (21% αν υπολογίσουμε εκτός το ΜέΡΑ25), κάτι που αυτόματα κατεβάζει τον πήχη της αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα.
Στις ευρωεκλογές, όμως, συμμετείχαν 40 κόμματα, ενώ στην κάλπη της 7ης Ιουλίου θα φτάσουν μόνο 20. Ετσι, αν το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων πέσει πολύ χαμηλά, στο 6% για παράδειγμα, η Ν.Δ. θα χρειαστεί να φτάσει στο 38% για να είναι αυτοδύναμη. Δεν είναι τυχαία, λοιπόν, η επιλογή της Πειραιώς να προσπαθεί, μεταξύ άλλων, να «συμπιέσει» τα ποσοστά της Ελληνικής Λύσης και της Χρυσής Αυγής, ώστε ιδεατά να μείνουν ακόμα και οι δύο εκτός του επόμενου Κοινοβουλίου. «Δεν το έχω κρύψει ότι στόχος μου, ιδανικό αποτέλεσμα, θα ήταν να αφήναμε και τη Χρυσή Αυγή και το κόμμα του κ. Βελόπουλου εκτός Βουλής, για διαφορετικούς λόγους το καθένα», δήλωσε προχθές ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ηδη, πάντως, στα ποιοτικά στοιχεία των τελευταίων δημοσκοπήσεων φαίνεται μια τάση μερίδας των ψηφοφόρων των δύο αυτών κομμάτων στην κάλπη της 26ης Μαΐου να μετακινούνται στη Ν.Δ. στις εθνικές εκλογές.
«Η χώρα χρειάζεται ισχυρή εντολή το βράδυ της 7ης Ιουλίου για να αποφύγουμε τις περιπέτειες. Εάν δεν μπορεί να σχηματιστεί για οποιονδήποτε λόγο κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, τότε η χώρα νομοτελειακά θα οδηγηθεί ξανά σε εκλογές τον Δεκαπενταύγουστο», είπε προ ημερών ο κ. Μητσοτάκης.
Αν, λοιπόν, η Ν.Δ. είναι πρώτη, αλλά όχι αυτοδύναμη, αναγκαστικά θα στραφεί στα κόμματα της αντιπολίτευσης για να αναζητήσει κυβερνητικό εταίρο. Πέρα από τη Χρυσή Αυγή, με την οποία κανείς δεν θέλει να συνεργαστεί, και το ΚΚΕ, το οποίο δεν θέλει να συνεργαστεί µε κανέναν, ο κ. Βαρουφάκης του ΜέΡΑ25 έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται ποτέ να δώσει ψήφο εµπιστοσύνης σε Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Βελόπουλος ξεκαθάρισε ότι δεν θέλει «συνεργασία µε κανέναν από τους αποτυχηµένους πολιτικούς που ηγούνται στη χώρα, αναφέροµαι στον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Τσίπρα», αποκλείοντας κι εκείνος µε τη σειρά του τη συµµετοχή σε κυβέρνηση συνασπισµού. Το Κίνηµα Αλλαγής έχει επίσης τονίσει ότι δεν θα µπει σε κυβέρνηση µε τη Ν.∆. («συµπλήρωµα για να βγουν οι αριθµοί δεν γινόµαστε», δήλωσε η Φώφη Γεννηµατά) και πως θα στηρίξει την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη σε τρία ζητήµατα: Την ολοκλήρωση της Συνταγµατικής Αναθεώρησης, την αλλαγή του εκλογικού νόµου και τις διαπραγµατεύσεις µε τους Ευρωπαίους. Ενα τέτοιο σενάριο, της λεγόµενης ψήφου ανοχής και της κυβέρνησης µειοψηφίας, απορρίπτεται εκ των προτέρων, σύµφωνα µε πληροφορίες από την Πειραιώς. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκλειστεί δηµόσια από τον κ. Μητσοτάκη ως πιθανός κυβερνητικός εταίρος (σενάριο µεγάλου συνασπισµού).
Συνεπώς, σε περίπτωση πρωτιάς χωρίς αυτοδυναµία της Ν.∆. είναι ουσιαστικά µονόδροµος οι τρεις διερευνητικές εντολές να επιστραφούν στον Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος, όπως υποχρεούται, θα προσπαθήσει να πετύχει τον σχηµατισµό κυβέρνησης µε τη συµµετοχή όλων των κοµµάτων. Η προσπάθεια αυτή µε µεγάλη βεβαιότητα θα αποβεί άκαρπη κι έτσι ο κ. Παυλόπουλος θα ζητήσει από την πρόεδρο του Συµβουλίου της Επικρατείας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, να προχωρήσει στον σχηµατισµό υπηρεσιακής κυβέρνησης, που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές στις 18 ή στις 25 Αυγούστου.
Κρίσιμα ζητήματα
Η κυβέρνηση της κ. Σακελλαροπούλου θα κληθεί, ωστόσο, να διαχειριστεί κρίσιµα ζητήµατα. Θα πρέπει να εκπροσωπήσει τη χώρα στη συνεδρίαση του Eurogroup, όπου οι εταίροι µας θα προβάλουν τις ενστάσεις που έχουν για τα δηµοσιονοµικά µέτρα, να συµµετάσχει στις διαπραγµατεύσεις για τον νέο πρόεδρο της Κοµισιόν και του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου και, φυσικά, να διαχειριστεί την αυξανόµενη ένταση στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και τον κίνδυνο «θερµού επεισοδίου» τύπου Ιµίων στο Αιγαίο εξαιτίας της έντονης τουρκικής προκλητικότητας. Η µεγάλη διαφορά, όµως, σε σχέση µε το 2012 είναι ότι αυτή τη φορά οι επαναληπτικές εκλογές θα διεξαχθούν µε το σύστηµα της απλής αναλογικής. Tο αποτέλεσµα των ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου (µε το ΜέΡΑ25 στο 3%), αν επαναλαµβανόταν σε εθνικές εκλογές µε απλή αναλογική, θα είχε ως αποτέλεσµα στο Κοινοβούλιο οι έδρες να κατανεµηθούν ως εξής: Ν.∆. 121, ΣΥΡΙΖΑ 87, ΚΙΝ.ΑΛ. 28, ΚΚΕ 20, Χ.Α. 18, Ελληνική Λύση 15, ΜέΡΑ25 11.
Συνεπώς, ακόµα και αν οι κ. Μητσοτάκης και Γεννηµατά αποφάσιζαν τότε να συµπράξουν κυβερνητικά για να µην οδηγηθεί η χώρα για τρίτη φορά στις κάλπες, οι έδρες τους δεν θα έφταναν, αφού αθροιστικά θα συγκέντρωναν 149.
Η µόνη κυβέρνηση που µπορεί να προκύψει µε την απλή αναλογική είναι αυτή στην οποία θα συµµετάσχουν τα δύο πρώτα κόµµατα, δηλαδή η Νέα ∆ηµοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ. ∆εδοµένου του πολιτικού και ιδεολογικού χάσµατος µεταξύ τους, µια τέτοια κυβέρνηση συνασπισµού είναι απίθανο να µακροηµερεύσει ή να εκπέµψει στο εσωτερικό και διεθνώς πολιτική σταθερότητα. Είναι εύλογο, συνεπώς, το συµπέρασµα ότι οι εξελίξεις που θα πυροδοτήσει µια νίκη χωρίς αυτοδυναµία της Νέας ∆ηµοκρατίας είναι απρόβλεπτες και µπορεί να οδηγήσουν τη χώρα σε µεγάλες περιπέτειες µε αβέβαιη κατάληξη. Αυτό εξάλλου είχε κατά νου ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν δήλωνε προχθές σε ραδιοφωνική του συνέντευξη πως «αν δεν προκύψει κυβέρνηση για οποιονδήποτε λόγο, τότε η χώρα θα οδηγηθεί και πάλι άµεσα σε εκλογές µε απλή αναλογική, οι οποίες θα οδηγήσουν νοµοτελειακά τη χώρα -κατά την άποψή µου- σε ακυβερνησία».
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 29/6/2019