Από τις 10 Μαρτίου, όταν αποφασίστηκε για πρώτη φορά η αναστολή λειτουργίας χώρων μαζικής συνάθροισης (σχολεία, πανεπιστήμια, φροντιστήρια) για λόγους πρόληψης της εξάπλωσης του κοροναϊού, τέθηκε στη δημόσια συζήτηση το θέμα των ιερών ναών. Πρόθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν να δώσει ένα μικρό χρονικό περιθώριο στην Εκκλησία, σεβόμενος τον ρόλο και το έργο της, να τακτοποιήσει τα του οίκου της, λαμβάνοντας εκείνη την απόφαση για τη διακοπή της Θείας Λειτουργίας. Πέντε ημέρες μετά, την περασμένη Κυριακή, δηλαδή, ο πρωθυπουργός τηλεφώνησε στον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο και του ζήτησε να βάλει ένα τέρμα στη λειτουργία των ιερών ναών, κρατώντας τους ανοιχτούς μόνο για ατομική λατρεία και για την τέλεση των απαραίτητων μόνο Μυστηρίων, με τον ελάχιστο δυνατό κόσμο.

Ανάμεσα στην κυβέρνηση και την Εκκλησία της Ελλάδος, όπως πληροφορούνται τα «Π», είχαν προηγηθεί αρκετές επαφές και συζητήσεις. Ο μητροπολίτης Νέας Ιωνίας και Φιλαδέλφειας Γαβριήλ, ο οποίος διατηρεί εξαιρετική σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο, είχε συνομιλήσει τόσο με τον υπουργό Υγείας, Βασίλη Κικίλια, όσο και με την υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως, σε μια προσπάθεια να υπάρχουν διαρκείς δίαυλοι επικοινωνίας και να εξευρεθεί λύση.

Ο κ. Ιερώνυμος στην τελευταία συνομιλία του με τον πρωθυπουργό δεν του έδωσε τη διαβεβαίωση που ανέμενε, ότι θα πράξει τα δέοντα, αλλά παρέπεμψε το θέμα στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου την επομένη. Στο Μέγαρο Μαξίμου είχαν φθάσει φωνές μητροπολιτών που επιθυμούσαν να δοθεί μια καθαρή λύση, με μοναδικό γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας. Γνώριζαν καλά, ωστόσο, ότι οι πιο «σκληροί» ιεράρχες είχαν μεγαλύτερη επιρροή στη ΔΙΣ και η πλάστιγγα έγερνε προς την κατεύθυνση των ανοιχτών ναών, με αρκετούς περιορισμούς.

Τη Δευτέρα το πρωί, ο κ. Μητσοτάκης έδωσε εντολή να προετοιμαστεί η Κοινή Υπουργική Απόφαση των υπουργών Παιδείας και Υγείας για τους Ιερούς Ναούς, ώστε να ενεργοποιηθεί, σε περίπτωση που η ΔΙΣ δεν έπαιρνε απόφαση αναστολής της Θείας Λειτουργίας. Η απόφαση της Εκκλησίας της Κρήτης, που υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, επιτάχυνε τις αποφάσεις του πρωθυπουργού, καθώς γνώριζε καλά ότι ήταν εξαιρετικά δύσκολο για την Εκκλησία της Ελλάδος να λάβει πιο προωθημένη απόφαση από εκείνη της Κρήτης. Θυμίζουμε ότι η απόφαση αυτή προέβλεπε ότι οι Ιερές Ακολουθίες θα τελούνται χωρίς τη συμμετοχή πιστών, ενώ τις Κυριακές η Θεία Λειτουργία θα τελείται από τις 7.30 έως τις 8.30 το πρωί, επίσης χωρίς πιστούς. Αυτό ήταν το όριο, συνεπώς, για τη ΔΙΣ.

Η απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος απογοήτευσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά ήταν έτοιμος για το επόμενο βήμα. Ζήτησε αμέσως από την υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως, να επικοινωνήσει με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και να τον ενημερώσει για την απόφαση της κυβέρνησης για την αναστολή της τέλεσης κάθε είδους λειτουργίας και ιεροπραξίας σε όλους τους χώρους θρησκευτικής λατρείας, όπως και έγινε. Ετσι, περίπου 50 λεπτά μετά την ανακοίνωση της ΔΙΣ, για «τη λιτή τέλεση της Θείας Λειτουργίας από την ερχόμενη Κυριακή (22.3.2020) μέχρι του Σαββάτου του Λαζάρου (11.4.2020), από 7.00 έως 8.00 π.μ., ως και κατά την εορτή του Ευαγγελισμού», δημοσιοποιήθηκε η κυβερνητική απόφαση για διακοπή κάθε είδους λειτουργίας. Η απόφαση αυτή, μάλιστα, εξαιρεί μόνο τις κηδείες και τις ταφικές εκδηλώσεις από την απαγόρευση, ενώ η ΔΙΣ είχε εξαιρέσει και τις βαπτίσεις και τους γάμους, τονίζοντας πως «εν περιπτώσει δε ανάγκης η τέλεση των ανωτέρω Μυστηρίων θα πραγματοποιείται με την παρουσία αποκλειστικώς και μόνο των γονέων,