«Η ΕΕ έχει καθυστερήσει να αναζητήσει εναλλακτικούς προμηθευτές σε σχέση με τη Ρωσία», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Μπρα ντε φερ» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Τάκη και Χριστίνα Κοραή, η ευρωβουλευτής της ΝΔ Μαρία Σπυράκη.

Η κ. Σπυράκη επισήμανε πως έρχεται δεύτερο πακέτο παρεμβάσεων στο οποίο θα υπάρχουν εθελοντικές κοινές παραγγελίες φυσικού αερίου.

Την ίδια στιγμή η ευρωβουλευτής ζήτησε να υπάρξουν συνολικές παρεμβάσεις για τις τιμές στην ενέργεια.

Τέλος η ίδια τόνισε ότι η ΕΕ οφείλει να αυξήσει την αποτρεπτική της ικανότητα κάτι που θα συζητηθεί στην άτυπη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις Βερσαλλίες.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Μαρία Σπυράκη στα Παραπολιτικά 90,1

«Η ΕΕ έχει καθυστερήσει να αναζητήσει εναλλακτικούς προμηθευτές σε σχέση με την Ρωσία που μας δίνει το 40% του φυσικού αεριού που χρησιμοποιούμε. Έστω και με καθυστέρηση φαίνεται πως έχουν γίνει οι σχετικές κινήσεις και τα κράτη-μελή έχουν κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση και η ΕΕ, για εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, από τα Εμιράτα και επίσης για την αύξηση της παραγωγής από την Νορβηγία. Σε κάθε περίπτωση η σωστή τακτική είναι και η μεσοπρόθεσμη, αυτή που ακολουθεί η Ελλάδα, ενισχύοντας τις διασυνδέσεις ξεκινώντας από το μεγάλο καλώδιο που θα μας διασυνδέσει με την Αίγυπτο ούτως ώστε να έχουμε πράσινο ηλεκτρισμό αυτή τη φόρα να έρχεται από την Αφρική», ανέφερε χαρακτηριστικά η ευρωβουλευτής της ΝΔ.

Ερωτηθείσα ποια μέτρα θα πρέπει να πάρει η ΕΕ για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, η κ. Σπυράκη σημείωσε: «Κατ’ αρχήν έρχεται δεύτερο πακέτο παρεμβάσεων, η δεύτερη εργαλειοθήκη που ανακοινώνει η Κομισιόν στην οποία μεταξύ άλλων θα υπάρχει με έμφαση πια η ανάγκη να υπάρξουν εθελοντικές κοινές παραγγελίες φυσικού αερίου. Σε αυτό η ΕΕ καλείται να απαντήσει και το αν μαζί με τις εθελοντικές κοινές παραγγελίες φυσικού αερίου θα έχουμε και εθελοντικές κοινές δομές αποθήκευσης. Γιατί οι δομές αποθήκευσης δεν χτίζονται από την μια μερα στην άλλη κι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον στο Νότο δομές αποθήκευσης υπέρ-αρκετές διαθέτει μόνο η Ισπανία, έστω κι αν έχει πρόβλημα συνολικά με τη διασύνδεση αυτών των δομών αποθήκευσης με την υπόλοιπη ΕΕ».

«Ταυτόχρονα όμως θα υπάρξει και μια ευρωπαϊκή παρέμβαση που αφορά συνολικά τις τιμές και είναι σοβαρό βήμα αυτό που έκανε η Ευρώπη και οφείλεται στο γεγονός οτι επέμενε πάρα πολύ ο έλληνας πρωθυπουργός, στα συμπερασματα του Συμβούλιου Κορυφής περιλαμβάνεται η εντολή του Συμβουλίου προς την Κομισιόν να διερευνήσει πιθανές παρεμβάσεις για τα ζητηματα των τιμών συμπεριλαμβανομένης και της ενέργειας. Αυτό που συζητείται εδώ σε πρώτη φάση είναι περισσότερος δημοσιονομικός χώρος ώστε να δίνεται στα κράτη-μέλη η δυνατότητα να δίνουν κρατικές ενισχύσεις στους ευάλωτους. Στην Ελλάδα διαθέσαμε ήδη 2 δις και οι εκτιμήσεις των αναλυτών λένε ότι για να διατηρηθούν αυτές οι τιμές θα πρέπει να διαθέσουμε άλλα 2. Άρα καταλαβαίνετε το πράγμα είναι πάρα πολύ δύσκολο και βεβαίως υπάρχει πάρα πολύ ανάγκη να υπάρξει μια ευρωπαϊκή παρέμβαση που θα είναι πολύ μεγάλης κλίμακας είτε αυτή είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, είτε ειναι ένα εργαλείο που θα μοιάζει με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», υπογράμμισε η ίδια.

ΔΗΜ: Αυτό που έχει προτείνει ο κ.Μητσοτάκης το Ταμείο Ενέργειας

«Ναι υπό την έννοια ότι για να δημιουργηθούν τα εργαλεία χρειάζεται πάρα πολύς χρόνος, εδώ χρειαζόμαστε πάρα πολυ γρήγορη λυση γιατι το βραχυπρόθεσμο χρειάζεται μια υποστήριξη ώστε να αντιμετωπιστεί το μεγάλο προβλημα των τιμών που υπάρχει στην Ένωση», επισήμανε μεταξύ άλλων.

Ερωτηθείσα πόσο εκτιμά ότι θα κρατήσει η κρίση, η «γαλάζια» ευρωβουλευτής απάντησε: «Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία άλλαξε τα δεδομένα και γύρισε τη σελίδα στην ιστορία ως εκ τούτου μπήκαμε σε μια νέα εποχή. Βεβαίως μια παράμετρος είναι ο χρόνος της διάρκειας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και ποτέ θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, στην ουσία όμως η ΕΕ οφείλει πρώτα απ’ όλα να αυξήσει η ίδια την αποτρεπτική της ικανότητα μέσα από τη δημιουργία κοινών οπλικών συστημάτων κι αυτό είναι ένα θέμα που θα συζητηθεί και στη Συνοδό Κορυφής είναι ένα ζήτημα υπαρξιακό πια για την Ένωση, όπως υπαρξιακό είναι και το ζήτημα της στρατηγικής αυτονομίας, συμπεριλαμβανομένης και της ενεργειακής αυτονομίας.

«Γι’ αυτό επειδή αυτό μπορεί να μας απασχολεί για τα επόμενα 10 χρόνια μπορεί και πολύ περισσότερο, είναι απαραίτητο μαζί με τις βραχυπρόθεσμες λύσεις που πριν από λίγο συζητήσαμε να επιταχύνουμε την εγκατάσταση κι αποθήκευση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Κανένας δεν μπορεί να μας αποτρέψει να έχουμε πρόσβαση στον αέρα μας, στον ήλιο μας, στα κύματα και στα απορρίμματα τα οποία μπορούμε να αξιοποιήσουμε προκειμένου να έχουμε τη δική μας ενέργεια. Τουλάχιστον να έχουμε το μεγαλύτερο ποσοστό της ενέργειας που χρειαζόμαστε για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις», δήλωσε επιπρόσθετα.

Για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τοποθετήθηκε λέγοντας: «Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι το παρόν, δεν είναι το μέλλον και πρέπει να σπεύσουμε ούτως ώστε αυτές οι εγκαταστάσεις να προχωρήσουν πάρα πολυ γρήγορα με όλες τις διασφαλίσεις που παρέχει η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Γιατι η νομοθεσία που στην Ελλάδα εφαρμόζουμε είναι η ευρωπαϊκή νομοθεσία, είναι η νομοθεσία με τις υψηλότερες περιβαλλοντικές απαιτήσεις και προδιαγραφές στον κόσμο. Αυτό που πρέπει πολύ γρήγορα να κάνουμε είναι να μειώσουμε άμεσα το χρονο των αδειοδοτήσεων, να επισπεύσουμε την ορθή οροθέτηση και ταυτόχρονα να αυξήσουμε την δημόσια αποδοχή κάνοντας καμπάνιες ενημέρωσης στον καθένα καταναλωτή που θέλει πολυ και φθηνό και πράσινο ρεύμα».

«Στην Ελλάδα έχουμε τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κι αυτές δεν είναι μόνο οι ανεμογεννήτριες στα βουνά και τα φωτοβολταϊκά είναι επίσης τα offshore πάρκα με ανεμογεννήτριες στη θάλασσα που μπορούν να μας δώσουν υψηλό ποσοστό ενεργειακής αυτονομίας. Είναι επίσης και η δυνατότητα να εκμεταλλευτούμε τα κύματα που ειναι η νέα τεχνολογία που ήδη εφαρμόζεται σε πολλές από τις βόρειες χώρες και τα απορρίμματα που είναι ένας πλούτος στον οποίο δεν έχουμε επενδύσει ακόμη αρκετά», πρόσθεσε η κ. Σπυράκη.

Ερωτηθείσα αν πιστεύει ότι βιαστήκαμε στην απολιγνιτοποίηση, απάντησε: «Ακόμα και τη στιγμή που είχαμε την υψηλότερη τιμή του φυσικού αεριού την προηγούμενη περίοδο τον Δεκέμβριο αν καίγαμε λιγνίτη θα πληρώναμε τη μεγαβατώρα 86 € περισσότερο. Και αυτό γιατί ο λιγνίτης εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα το οποίο διαπραγματεύεται στο ταμείο των εναερίων ρύπων και κινείται η τιμή του περί τα 90 με 95 € το μετρικό τόνο. Άρα αυτό το καπέλο που θα πληρώναμε όλοι οι έλληνες καταναλωτές και κυρίως θα το πλήρωναν οι πιο ευάλωτοι, θα καθιστούσε τη χρήση του ηλεκτρισμού από λιγνίτη δυσβάστακτη έως απαγορευτική. Ο κ. Μητσοτάκης έβαλε την Ελλάδα σε ένα νέο χάρτη και είναι ο χάρτης των πρωτοπόρων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και για την ενεργειακή μετάβαση. Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα καθίσταται ελκυστική σε επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που είναι το μέλλον».

«Προφανώς υπάρχει πάντοτε το απόθεμα και προφανώς υπάρχει και η δυνατότητα στη δύσκολη ώρα να ενεργοποιηθεί ο λιγνίτης καθώς υπάρχει ποσό εξορυγμένου λιγνίτη στα εργοστάσια το θέμα μας όμως είναι να μην είμαστε και στην οπισθοφυλακή αλλά να είμαστε στην εμπροσθοφυλακή και να ξέρετε ότι αυτό θα δώσει στην Ελλάδα πέρα από τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης κι άλλους ευρωπαϊκούς πόρους που θα επιβραβεύσουν το γεγονός οτι η Ελλάδα βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή αυτής της μετάβασης», συμπλήρωσε.

Ερωτηθείσα αν για την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος φταίει μόνο η οριακή τιμή του συστήματος που διαμορφώνεται από το φυσικό αέριο ή υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, ανέφερε: «Υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες προφανώς η οριακή τιμή του συστήματος είναι αυτή που διαμορφώνει την υψηλή τιμή αλλά θα μπορούσαμε στα χρόνια που έχουν περάσει και δεν έχει γίνει και για λόγους μνημονίων και για λόγους καθυστέρησης στις επενδύσεις, να αυξήσουμε τις διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που μπορεί να έχει πολλαπλές διασυνδέσεις με την Ιταλία για παράδειγμα, διασυνδέσεις με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, διασυνδέσεις με τη Βουλγαρία και αυτό προϋποθέτει πολλά κεφάλαια, προϋποθέτει την προσέλκυση επιπλέον ιδιωτικών κεφαλαίων στον ΑΔΜΗΕ. Επίσης μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ειδική αγορά που θα αφορά μόνο τις ανανεώσιμες πήγες ενέργειας για τη βιομηχανία, εκτός της κεντρικής αγοράς ενέργειας με τη δυνατότητα της βιομηχανίας να προχωρά σε άμεσα διμερή συμβόλαια κάτι για το οποίο η κυβέρνηση ήδη εργάζεται. Υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπιστούν οι χρόνιες στρεβλώσεις, χρειάζεται την περίοδο της κρίσης να επιταχύνουμε και να επιταχύνουμε σε όλα τα μέτωπα».

Ερωτηθείσα ποια ειναι η εκτίμηση της για τον Ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, επισήμανε: «Κάθε μέρα που παίρνει, κάθε ώρα που παίρνει κοστίζει ανθρώπινες ζωές. Κοστίζει πολύ αίμα αλλά κοστίζει και στον ρωσικό καθεστώς, κοστίζει στον Πούτιν. Θα πω μόνο για τα ενεργειακά ότι έχουν αποχωρήσει από την Ρωσία η Shell, η BP, η Exxon Mobil και η Equinor. Έχουν φύγει οι κολοσσοί. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να αξιοποιήσει το πετρέλαι;o της μαζί με την απαγόρευση που έχουμε εμείς ως ΕΕ για όλα συστατικά και για όλη την τεχνολογία που χρησιμοποιεί η Ρωσία για την διύλιση. Άρα το θέμα είναι ο χρόνος και το θέμα είναι πόσο αντέχει κάτω από τέτοιου είδους πιέσεις να φτάσει σε αυτό που ο ίδιος έχει δηλώσει στον πρόεδρο Μακρόν, ότι επιθυμεί να κατακτήσει την Ουκρανία και να συνορεύει στην πραγματικότητα με την ΕΕ αφού η Ουκρανία συνορεύει με την Πολώνια και την Ρουμανία. Είναι ένα πραγματικά δραματικό παιχνίδι στο οποίο χάνονται καθημερινά άνθρωποι».

«Υπάρχει πάρα πολύ μεγάλος κίνδυνος, το αναφέρατε κι εσείς με το πυρηνικό εργοστάσιο. Υπάρχει ένας πάρα πολύ μεγάλος κίνδυνος να ξεπεραστεί αυτή η γραμμή και να υπάρξουν καταστάσεις που δεν μπορούμε να τις διανοηθούμε γι’ αυτό και εντείνουμε απ’ εδώ τις πιέσεις. Και θα μου επιτρέψετε να πω κάτι, ότι έχουμε πάρει μια σαφή θέση, κανένας αναθεωρητισμός δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Αυτό το μάθημα πρέπει πρώτα να φτάσει στον Πούτιν για να μην διανοηθεί κανένας άλλος που έχει αναθεωρητικές βλέψεις και αναθεωρητική ρητορική ότι να μπορεί να κάνει το παραμικρό βήμα. Τέτοιο ακροατήριο πια για αναθεωρητισμούς δεν υπάρχει ούτε στην Ευρώπη, ούτε στο ΝΑΤΟ, ούτε στη Δύση, σε κανέναν», διαμήνυσε κλείνοντας η Μαρία Σπυράκη.