Πιο ξεκάθαρες από ποτέ είναι οι διαχωριστικές γραμμές που τραβά ο πρωθυπουργός έναντι του Νίκου Ανδρουλάκη το τελευταίο δεκαήμερο.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιλέγοντας να ταυτίσει ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, επί της ουσίας επιχειρεί να αναδείξει ακόμα περισσότερο την ανάγκη αφενός για ένα ισχυρό ποσοστό της Ν.Δ. την 21η Μαΐου, που θα βάλει τα θεμέλια της αυτοδυναμίας, και αφετέρου την οριστική επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου στις επαναληπτικές εθνικές εκλογές.

Διαφορές

Ως βάση της σχετικής επιχειρηματολογίας του πρωθυπουργού υποδεικνύονται όχι μόνο οι προγραμματικές διαφορές με τη Χαριλάου Τρικούπη, αλλά και οι αντίστοιχες σε επίπεδο πολιτικής νοοτροπίας και λογικής. «Την ώρα που ο Μητσοτάκης βάζει τα διλήμματα και τα μεγάλα διακυβεύματα των εκλογών, ο Ανδρουλάκης, θυμίζοντας Τσίπρα νέας κοπής, υποπίπτει συνεχώς σε αντιφάσεις.

Μιλά για κυβέρνηση συνεργασίας από την πρώτη Κυριακή, αλλά χωρίς τον αρχηγό του πρώτου κόμματος στη θέση του πρωθυπουργού. Παράλληλα, διαμηνύει πως θα μπει στη διαδικασία συζητήσεων περί συγκυβέρνησης μόνο εάν και εφόσον εξασφαλίσει ένα ηχηρό διψήφιο ποσοστό, χωρίς ωστόσο να το προσδιορίζει σαφώς. Αναφέρεται στην αναθεώρηση του Αρθρου 16 (σ.σ.: για τα πανεπιστήμια), που είναι πάγια θέση της Ν.Δ., και την ίδια στιγμή κάνει λόγο περί αποστασιών που δήθεν προωθεί η ηγεσία της κυβέρνησης χάριν της αυτοδυναμίας και δείχνει μια πρωτοφανή πολιτική εμμονή έναντι του Μητσοτάκη», τονίζουν στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου εξηγώντας τη στάση του πρωθυπουργού.

Προετοιμασία

Οι κεντρικές στοχεύσεις της ρητορικής αυτής είναι σε πρώτη φάση ο περιορισμός των διαρροών κεντρώων ψηφοφόρων (που το 2019 είχαν προτιμήσει τη Ν.Δ.) προς το άλλοτε κραταιό Κίνημα και στη συνέχεια η προετοιμασία του εδάφους για τα επιχειρήματα που θα αναπτύξει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σχετικά με την εκ νέου προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία έπειτα από περίπου 40 ημέρες, έστω κι αν αριθμητικά θα μπορούσε να προκύψει ένα σχήμα συγκυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ.

Κι αυτό γιατί, πέραν των εμποδίων που έχουν να κάνουν με τις προϋποθέσεις και τους όρους που θέτει στον δημόσιο διάλογο ο Νίκος Ανδρουλάκης προκειμένου να συμμετάσχει σε μια συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ., αλλά και το προγραμματικό πλαίσιο, είναι, αν μη τι άλλο, σαφές πως οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, που μαρτυρούν ότι το κυβερνών κόμμα προσεγγίζει και πάλι την αυτοδυναμία (με την ενισχυμένη αναλογική, βεβαίως), καθιστούν τη δεύτερη διαδοχική εκλογική αναμέτρηση κεντρικό πυλώνα των αναλύσεων και της στρατηγικής του πρωθυπουργικού επιτελείου.

«Κανένα νόημα»

«Με ένα ποσοστό πέριξ του 35% και άνω, δεν θα έχει κανένα νόημα να μη διεκδικηθεί μια νέα, αυτοδύναμη διακυβέρνηση και να αποφύγει η χώρα σοβαρές περιπέτειες τα επόμενα χρόνια. Εκτός κι αν αλλάξει κάτι δραματικά όσον αφορά τις θέσεις που εκφράζει δημοσίως ο Ανδρουλάκης», λένε στα «Π» στελέχη του επιτελείου του πρωθυπουργού. Ωστόσο, ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε σε αυτή τη συγκυρία να υιοθετήσει μια πιο σκληρή γλώσσα έναντι του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και να επιμείνει σε αυτά που τους χωρίζουν πολιτικά είναι η πιθανή υπαναχώρηση του δεύτερου από τις πάγιες αξιώσεις και προϋποθέσεις που θέτει για τη συμμετοχή του σε κυβέρνηση συνεργασίας με τη Ν.Δ., αν μάλιστα τα ποσοστά που συγκεντρώσει στις εκλογές της 21ης Μαΐου είναι χαμηλά.

Ξεκάθαρη

Σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις προσώπων του περιβάλλοντος Μητσοτάκη, κάθε άλλο παρά αδύνατον είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης να αναγνωρίσει με συνοπτικές διαδικασίες την προφανή επικράτηση της Ν.Δ. και να δηλώσει έτοιμος να μπει σε διαπραγμάτευση για μια προγραμματική σύγκλιση, προκειμένου να προλάβει τυχόν εσωκομματικές αντιδράσεις, αλλά κι ένα χειρότερο αποτέλεσμα στη δεύτερη κάλπη, όπου λόγω τόσο της ενισχυμένης αναλογικής όσο και της συσπείρωσης Ν.Δ. - ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει ποσοστά και έδρες.

Χωρίς «χαραμάδες»

Αν τελικώς, και παρά το ισχυρό χτύπημα που θα δεχθεί το προφίλ του Νίκου Ανδρουλάκη σε ό,τι αφορά την πολιτική του συνέπεια, ο ίδιος επιλέξει τον συγκεκριμένο δρόμο, τότε η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι απολύτως ξεκάθαρη και χωρίς «χαραμάδες», αρνητική, με το εξής σκεπτικό: «Μια κυβέρνηση που σχηματίζεται με γνώμονα όχι την εθνική ανάγκη, αλλά τις κομματικές προτεραιότητες, θα είναι επικίνδυνη υπό τις παρούσες συνθήκες και καταδικασμένη να μη μακροημερεύσει», λένε κορυφαίοι κυβερνητικοί παράγοντες, αποτυπώνοντας τους σχετικούς σχεδιασμούς.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 13 Μαΐου 2023.