Αυτοδυναμία της ΝΔ στις δεύτερες εκλογές του Ιουλίου, διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας και επενδυτική βαθμίδα είναι το τριπλό στοίχημα που παίρνουν ανοιχτά πλέον οι ξένοι οίκοι και οι επενδυτές. Τέσσερις ημέρες πριν από τις κάλπες, το Χρηματιστήριο της Αθήνας επέστρεψε στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας οκταετίας, προσεγγίζοντας τις 1.140 μονάδες, ενώ ενδεικτικό των προσδοκιών που καλλιεργούνται είναι πως το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας στην αγορά ομολόγων είναι σταθερά χαμηλότερο από αυτό της Ιταλίας (3,9% έναντι 4,2%).

Το σενάριο που επικρατεί στις αναλύσεις των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων είναι ότι η δημοσκοπική υπεροχή του κυβερνώντος κόμματος θα μετουσιωθεί τελικά σε σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης τον Ιούλιο, με τις «εναλλακτικές» για σχηματισμό κυβέρνησης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ή και συνεργασίας ΝΔ - ΠΑΣΟΚ να περνούν σε δεύτερο πλάνο. Την εκτίμηση αυτή υιοθέτησε ανοιχτά και η βρετανική Barclays, η οποία σε ανάλυσή της εξέφρασε την άποψη πως «μια κυβέρνηση ΝΔ αποτελεί το ισχυρότερο ενδεχόμενο σε περίπτωση δεύτερων εκλογών», εκπέμποντας το μήνυμα ότι ο σχηματισμός μιας «φιλικής προς τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις κυβέρνηση» θα ανοίξει έναν μεγάλο κύκλο ανάπτυξης («μεγάκυκλος» στην επενδυτική ορολογία), που θα δώσει ισχυρή ώθηση στην αξία των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων.

Στην ίδια έκθεση τονίζεται πως όποια κυβέρνηση κι αν σχηματιστεί δεν προτίθεται να αναιρέσει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μετά το 2015.

Αναζητούν πολιτική σταθερότητα

Στο ίδιο μήκος κύματος, οικονομολόγοι, αναλυτές και διαχειριστές κεφαλαίων που μίλησαν στο Reuters διατύπωσαν την άποψη πως «οι επενδυτές αναζητούν πρωτίστως την πολιτική σταθερότητα και θα καλωσορίσουν τη συνέχιση της πρωθυπουργίας Μητσοτάκη», σχολιάζοντας παράλληλα πως «ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει πολύ πιο “συστημικός”, οπότε δεν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να δούμε άλλη μια επανάληψη της αστάθειας του 2015».

Συνέντευξη στο Reuters

«Ξέρω πολύ καλά πως οι μισθοί είναι ακόμα χαμηλοί και πως πολλοί Έλληνες τα βγάζουν δύσκολα πέρα», δήλωσε σε συνέντευξή του στο Reuters ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Υποστηρίζει ακόμη ότι η Ελλάδα μπορεί να διαπραγματευτεί στρατηγική για τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων με τους δανειστές της Ευρωζώνης, καθώς η χώρα μας διατηρεί το υψηλότερο δημόσιο χρέος στη ζώνη του ευρώ.

«Οι χώρες με υψηλό χρέος χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να το μειώσουν και αυτό χρειάζεται μια ειδική προσέγγιση. Μπορούμε να επιτύχουμε πρωτογενή πλεονάσματα κοντά στο 2%», υπογραμμίζει.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή