«Είµαι ο Αλέξης Τσίπρας, είµαι υποψήφιος της ευρωπαϊκής Αριστεράς για την Κοµισιόν και είµαι από την Ελλάδα. Τη χώρα που η ευρωπαϊκή ηγεσία επέλεξε ως το πειραµατόζωο της πιο σκληρής λιτότητας». Με αυτά τα λόγια, πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, το χρυσό παιδί της Αριστεράς αυτοσυστηνόταν στους Ευρωπαίους πολίτες. Ηταν η εποχή που ο 40άρης Τσίπρας ετοιµαζόταν να «καταλάβει» τα ευρωπαϊκά ανάκτορα και οραµατιζόταν πως «µια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή».

Σε αυτά τα τόσο ταραγµένα χρόνια άλλαξαν πάρα πολλά και ένα από τα ερωτήµατα που κυκλοφορούν ευρέως στην πολιτική πιάτσα είναι αν «ένας άλλος Τσίπρας είναι εφικτός». ∆ιότι µοιάζει πως ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θέλει να κάνει ένα rebranding, να ξανασυστηθεί στο κοινό και να καταδείξει πως υπάρχει ένας άλλος, διαφορετικός Τσίπρας από εκείνον που γνώρισαν οι ψηφοφόροι ως πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό. Με ποιον τρόπο; Αφήνοντας πίσω του τις επαναστατικές δηλώσεις, πετώντας τους πολιτικούς λεκέδες, διαχωρίζοντας πλήρως τη στάση του από πρόσωπα, καταστάσεις, γεγονότα.

Οι «αυτοκαθαρτικές» κινήσεις του Τσίπρα

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει κάνει το τελευταίο διάστηµα δύο πολύ χαρακτηριστικές κινήσεις. Η πρώτη ήταν η απουσία του από το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία συνδυάστηκε µε µια ηχηρή παρέµβαση στα social media. Επί της ουσίας, ήθελε να καταδείξει πως τον χωρίζει πολιτική και αισθητική άβυσσος µε τον «ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη». Χτύπησε δυνατά τις καµπάνες για την πορεία του κόµµατος, θεωρώντας ότι το ζητούµενο δεν ήταν να ακουστεί ο ήχος τους µόνο στην αίθουσα του Συνεδρίου, αλλά κυρίως να θυµηθούν όλοι όσα είπε ή υπονόησε το βράδυ των ευρωεκλογών. Να µην µπορεί κανένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ να τον εγκαλέσει γιατί δεν µίλησε, γιατί δεν προειδοποίησε ή ακόµα και να του χρεώσει µερίδιο σε ένα πιθανό αρνητικό αποτέλεσµα κ.λπ.

Η δεύτερη, ίσως ακόµα πιο σηµαντική, είναι όσα ανέφερε στη συνοµιλία που είχε µε τη δηµοσιογράφο Ξένια Κουναλάκη στο Συνέδριο της «Καθηµερινής» για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ο πρώην πρωθυπουργός επέλεξε να πει το δικό του mea culpa για δύο κυβερνητικές επιλογές που είχαν προκαλέσει τεράστιες πολιτικές αντιδράσεις, συγκρούσεις και αρνητικά σχόλια. Τόσο επί της ουσίας όσο και για τους χειρισµούς. Ο λόγος για τον διαγωνισµό για τις τηλεοπτικές άδειες και την υπόθεση της Novartis, ιδίως για το σκέλος της στοχοποίησης δέκα πολιτικών προσώπων-αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για δύο ζητήµατα που είχαν χαρακτηριστεί ως εµβληµατικά από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και είχαν γίνει αµφότερα σηµαίες του κυβερνητικού τους αφηγήµατος. Επειτα από χρόνια, ήρθε ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός να δώσει ουσιαστικά δίκιο σε όσα βροντοφώναζαν οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ.

Το έκανε για τον ευρύτερο περίγυρο της Κεντροαριστεράς και για να επουλώσει κάπως τις πληγές

Η «μισή αλήθεια»

Οι δύσπιστοι, φυσικά, θα πουν πως αργά το θυµήθηκε ο κ. Τσίπρας. Αυτή, όµως, είναι η µισή «αλήθεια». Η άλλη µισή έχει να κάνει µε τις διαθέσεις του και την κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου που επέλεξε να κάνει, και µάλιστα στη συγκεκριµένη χρονική στιγµή. Παρά τις πολλαπλές αντιδράσεις, αλλά και την αµηχανία που προκάλεσε στον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν προφανές ότι δεν το έκανε για να ανακατέψει την κοµµατική τράπουλα. Το έκανε για τον ευρύτερο περίγυρο της Κεντροαριστεράς και για να επουλώσει κάπως τις πληγές που έχει ανοίξει εδώ και πολλά χρόνια µε τα πιο προοδευτικά, µεταρρυθµιστικά και εκσυγχρονιστικά ακροατήρια. Οι πληροφορίες, ωστόσο, επιµένουν πως ο κ. Τσίπρας δεν θα µείνει µόνο σε αυτά τα δύο θέµατα. Υπάρχει ακόµα ένα, αυτό που αποτελεί την πιο µεγάλη κηλίδα στην πολιτική του διαδροµή: η συνεργασία µε τους ΑΝ.ΕΛ. του κ. Καµµένου. Σύµφωνα µε καλά πληροφορηµένες πηγές, ο κ. Τσίπρας δέχεται εισηγήσεις προκειµένου να πει πως ήταν λάθος το γεγονός ότι µετά το δηµοψήφισµα και την υπογραφή του τρίτου µνηµονίου επέλεξε να συγκυβερνήσει ξανά µε τον κ. Καµµένο. Αυτό, λένε, θα είναι το πιο γενναίο βήµα προκειµένου να «αποκαθαρθεί» πλήρως στο µεγάλο ποτάµι της Κεντροαριστεράς και να µπορεί να ξεδιπλώσει το (όποιο) πολιτικό σχέδιο έχει κατά νου για µετά τις ευρωεκλογές.

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά»