Από τους Μενέλαο Τασιόπουλο-Γιώργο Κατσίγιαννη

Το σοβαρό ενδεχόμενο η υπόθεση Novartis να ξεφύγει από το έλεγχο του Μεγάρου Μαξίμου, πυροδοτώντας, έτσι, συνθήκες πολιτικής αστάθειας που θα σημάνουν και την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, φέρνει στο εσωκομματικό προσκήνιο τις συζητήσεις για την επόμενη ημέρα στον κυρίαρχο φορέα της Aριστεράς.

Στο πεδίο αυτό η προσοχή είναι ήδη στραμμένη σε νέους πρωταγωνιστές που έχουν αρχίσει να οικοδομούν ηγετικό προφίλ με σκοπό να εμπλακούν στη διαδικασία διαδοχής του Α. Τσίπρα, εφόσον για τον ίδιο η εγκατάλειψη της προεδρίας του κόμματος αποτελέσει μονόδρομο. Τα πρόσωπα αυτά δεν ανήκουν στους συνήθεις υπόπτους των καταγεγραμμένων ως εν δυνάμει αμφισβητιών του πρωθυπουργού, όπως είναι ο επικεφαλής της ομάδας των «53» και υπουργός Οικονομικών, Ευ. Τσακαλώτος, ή το δίδυμο Π. Σκουρλέτη και Ν. Φίλη, που κινεί τα νήματα των παραδοσιακών μηχανισμών του κόμματος. Πρόκειται για στελέχη της νεότερης γενιάς, με σημείο αναφοράς τον ίδιο τον Α. Τσίπρα, καθώς σε αυτόν οφείλουν την επιρροή που απέκτησαν, ασκώντας εξουσία από κρίσιμα θεσμικά πόστα.

Αλλωστε, η ιστορία των ανακατατάξεων στην ηγεσία της Αναθεωρητικής Αριστεράς τα τελευταία 15 χρόνια καταδεικνύει περίτρανα πως οι ανατροπές δεν σηκώνουν ρομαντισμούς και συναισθηματικές εξαρτήσεις. Η πορεία προς την εξουσία είναι γραμμένη από «πολιτικές προδοσίες», όπως συνέβη με την περίπτωση του Α. Αλαβάνου, που ακόμη θεωρεί «πατροκτόνο» τον Α. Τσίπρα, και εσωκομματικές εκκαθαρίσεις που οδήγησαν σε διασπάσεις, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά της Ζωής Κωνσταντοπούλου και του Παναγιώτη Λαφαζάνη.

Στην ανερχόμενη γενιά «δελφίνων» εντάσσονται η περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου, η οποία, αν και στο πρόσφατο παρελθόν βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα» για τις καταστροφικές πλημμύρες στη Δυτική Αττική, εν τούτοις σταδιακά αρχίζει να επανακάμπτει, συνεχίζοντας να χτίζει συμμαχίες στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως με στελέχη που προέρχονται από τον χώρο της Αυτοδιοίκησης, αλλά και με κοινοβουλευτικούς.

Η Ρένα Δούρου σε όλες τις μεγάλες δοκιμασίες της κυβέρνησης αποφεύγει συστηματικά οποιαδήποτε ανάμιξη, θεωρώντας ότι και η ίδια στην πιο δύσκολη στιγμή της θητείας της δεν υποστηρίχθηκε όσο θα έπρεπε τόσο από το Μέγαρο Μαξίμου όσο και από κορυφαίους υπουργούς, όπως ο Π. Σκουρλέτης και ο Χ. Σπίρτζης.  

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Η αναφορά στο πρόσωπο του τελευταίου έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς, στον ιδιότυπο ανταγωνισμό για την κυριαρχία που έχει ήδη ξεκινήσει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ των ανερχόμενων διαδόχων, βρίσκεται στο πλευρό του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκου Παππά, ο οποίος επίσης εδώ και καιρό αναπτύσσει ηγετική κινητικότητα σε όλα τα μέτωπα. Το διάστημα που είναι υπουργός έχει διευρύνει το δίκτυο των γνωριμιών του σε πολλούς κρίσιμους τομείς, όπως είναι ο χώρος των μέσων μαζικής ενημέρωσης και οι κύριοι επιχειρηματικοί όμιλοι, με αφορμή την προσέλκυση επενδύσεων. Κάτι που πολλές φορές προκάλεσε την οργή του κ. Τσακαλώτου.

Εκτός συνόρων ο Ν. Παππάς είναι ίσως ο μοναδικός υπουργός της κυβέρνησης που διατηρεί προνομιακές σχέσεις με παράγοντες του αμερικανικού κατεστημένου. Δεν θεωρείται συγκυριακό ότι ο Ν. Παππάς σε πολλές δύσκολες περιστάσεις έχει επιλέξει τη στάση της... δημιουργικής αποχής. Οπως πρόσφατα στη συμφωνία πώλησης αμυντικού υλικού στη Σαουδική Αραβία ή στο θέμα της Νovartis. Σε εσωκομματικό πεδίο, εξάλλου, θεωρείται ο «σκιώδης αρχηγός» της Ενωτικής Κίνησης, που αποτελεί το αντίπαλο δέος στην ομάδα των «53».  

«ΠΑΙΚΤΗΣ»

Τρίτο πρόσωπο στο κάδρο των επίδοξων διεκδικητών της ηγεσίας, μόλις ο Αλ. Τσίπρας «στραβοπατήσει» πολιτικά για τα καλά, εμφανίζεται ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ. Τζανακόπουλος. Ο συγκεκριμένος χαίρει της απόλυτης εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού, επειδή μέχρι σήμερα τον έχει βγάλει ασπροπρόσωπο σχεδόν σε όλες τις δοκιμασίες.

Ο Δ. Τζανακόπουλος, σε αντίθεση με τους προκατόχους του, Γ. Σακελλαρίδη και Ολγα Γεροβασίλη, που απλώς ενημέρωναν τους δημοσιογράφους, θεωρείται «παίκτης» πολλαπλών και διαφορετικών γηπέδων, αναλαμβάνοντας όποτε χρειάζεται να φέρει σε πέρας σημαντικές αποστολές για λογαριασμό της κυβέρνησης. Η υψηλή νομική επάρκειά του είναι σίγουρα ένα από τα ισχυρότερα όπλα που διαθέτει.

Ο Δ. Τζανακόπουλος θεωρείται ότι ασκεί μεγάλη επιρροή σε εσωκομματικό επίπεδο στη γενιά των τριαντάρηδων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στους κύκλους της Δικαιοσύνης. Για τον λόγο αυτό, λογίζεται ο επικρατέστερος για τη θέση του κ. Κοντονή σε περίπτωση ανασχηματισμού.

Περιβάλλεται από τον γενικό γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, Μ. Καλογήρου, και τον υφυπουργό Αθλητισμού, Γ. Βασιλειάδη. Είναι πολύ ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι ο κ. Τσίπρας, σε περίπτωση που εξαναγκασθεί σε αποχώρηση από την ηγεσία, σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελε ο έλεγχος των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ να περιέλθει στην ομάδα των «53».

Η πλειονότητα των στελεχών της συγκεκριμένης ομάδας, που έχει ως φυσικό ηγέτη τον Ευ. Τσακαλώτο και εσχάτως διατηρεί σχέσεις συνεννόησης με τον Ν. Φίλη και τον Π. Σκουρλέτη, σε κρίσιμες φάσεις της διακυβέρνησης αμφισβήτησε καίριες επιλογές του.  

Τον περιμένουν στην γωνία Ευρώπη και ΗΠΑ  

Απρόβλεπτα και δυσχερή μέτωπα δείχνει τελικά ότι δημιουργούνται για τον κυβερνητικό συνασπισμό -αλλά και προσωπικά για τον πρωθυπουργό, κ. Τσίπρα, σε σχέση με το πολιτικό του μέλλοναπό τις αναταράξεις που προκύπτουν από την υπόθεση Novartis. Πέρα από την ατυχή παρουσία που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ και την αναιμική επιχειρηματολογία των εκπροσώπων του κατά τη διάρκεια της θορυβώδους και μακράς συζήτησης για την συγκρότηση της Προκαταρκτικής, δυσαρέσκεια δημιουργήθηκε τόσο στις κεντρικές πρωτεύουσες της Ευρώπης όσο και πέραν του Ατλαντικού για τους κυβερνητικούς χειρισμούς.

Σε Βρυξέλλες και Βερολίνο κυριαρχεί η εκτίμηση πλέον ότι στο βάθος της επιχείρησης «Καθαρά χέρια», που επιχειρεί ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ ΑΝ.ΕΛ. στην Ελλάδα, κρύβεται μια προσπάθεια ανατροπής των αρνητικών δεδομένων που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις -αφού, μάλιστα, ο κ. Τσίπρας έχει απολέσει το προνόμιο του «ισχυρού χαρτιού»και προωθούνται συνθήκες πολιτικής αστάθειας, προκειμένου να δικαιολογηθεί η αιφνιδιαστική προσφυγή στις κάλπες μέσα στους επόμενους μήνες. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια επανάληψη της επιλογής Τσίπρα τον Αύγουστο του 2015.

Με τη μόνη διαφορά ότι τώρα, σε αντίθεση με τότε, στο «διευθυντήριο» της Ευρώπης η πολιτική σταθερότητα, ενόψει της προγραμματισμένης τυπικής εξόδου από τα Μνημόνια της Ελλάδας τον Αύγουστο, θεωρείται μονόδρομος. Καλά γνωρίζοντες τα των Βρυξελλών εκφράζουν την πεποίθηση στα «Π» ότι η Ευρώπη -ιδιαίτερα το Βερολίνο, αλλά και το Παρίσισε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί αναταράξεις και ακυβερνησία στην Ελλάδα σε μια συγκυρία που μπορεί να προκύψουν ζητήματα στην Ιταλία, αλλά και στην Γερμανία μόλις η ευστάθεια έχει αποκατασταθεί.

Η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει επικεντρωμένη, υπογραμμίζουν, στις μεταρρυθμίσεις και στην ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, χωρίς καθυστερήσεις και επαναδιαπραγματεύσεις, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός της έχει εγγυηθεί. Σε πρακτικό επίπεδο, άλλωστε, το κλίμα αυτό δυσαρέσκειας σε επίπεδο Βρυξελλών απεικονίζεται τόσο στην αναβολή της εκταμίευσης της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ, που εθεωρείτο σίγουρη, όσο και στην έντονη δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ του Ελληνα υπουργού Οικονομικών, Ευ. Τσακαλώτου, και του επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, στο τελευταίο Eurogroup.  

ΠΡΟΧΕΙΡΟΤΗΤΑ

Για τελείως διαφορετικούς λόγους, η εξέλιξη στην υπόθεση Novartis δημιουργεί κλίμα εκνευρισμού και δυσαρέσκειας στην Ουάσινγκτον. Στην περίπτωση αυτή, εκτιμάται ότι οι χειρισμοί του επιτελείου της κυβέρνησης στην Ελλάδα, με ευθύνη του ίδιου του πρωθυπουργού αλλά και πολύ στενών επιτελών του, εκθέτουν το κύρος και τις αυστηρές διαδικασίες που ακολουθεί στις παράλληλες έρευνες για τη διεθνή διάσταση του σκανδάλου Novartis το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και το FBI.

Οι επιπόλαιες διαδοχικές αναφορές των αξιωματούχων της ελληνικής κυβέρνησης στα στοιχεία και τους προστατευμένους μάρτυρες της αμερικανικής έρευνας, που εξελίσσεται, ως γνωστόν, παράλληλα με την ελληνική, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πρόσκαιρες πολιτικές σκοπιμότητες της κυβέρνησης ή να καλυφθούν «κενά» και αστοχίες στην ελληνική έρευνα, υπερβαίνουν κατά πολύ τη διαδικασία της δικαστικής συνδρομής για την οποία είναι προετοιμασμένες οι ΗΠΑ.

Σημειωτέον ότι στην Ουάσινγκτον καταγράφεται το γεγονός ότι οι λάθος επιλογές στους χειρισμούς στην Ελλάδα και η πρόωρη ή έωλη εμπλοκή πολιτικών προσώπων, χωρίς να έχει προχωρήσει η έρευνα για τα μη πολιτικά πρόσωπα, άρα και η συγκέντρωση βάσιμων ενδείξεων και αποδείξεων για την άσκηση διώξεων, σε καμία των περιπτώσεων δεν μπορούν να καλυφθούν από «ομιχλώδεις αναφορές» σε μη οριζόμενα στοιχεία στην έρευνα του FBI.

Το αποτέλεσμα ενός τέτοιου αποσυντονισμού στη δικαστική συνδρομή μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές των «Π» στην Αθήνα, ο κύριος εφιάλτης για την εκτεθειμένη στην μήνιν των εμπλεκομένων και της αντιπολίτευσης εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, αλλά και των ηγετικών κύκλων στο ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης και το πρωθυπουργικό γραφείο.  

ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΟ

Σε πολιτικό ναρκοπέδιο, πάντως, και προσωπικά για τον πρωθυπουργό, Α. Τσίπρα, κινδυνεύει να μετατραπεί ο πάλαι ποτέ σημαντικός εκλογικά τομέας της σκανδαλοθηρίας, στον οποίο οικοδομήθηκε επικοινωνιακά το περίφημο «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς», που με μεγάλη συνέπεια προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό γιατί κατά την τελευταία συζήτηση στη Βουλή για τη συγκρότηση Προκαταρκτικής Επιτροπής στην υπόθεση Novartis ήταν η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός έδειχνε να έχει απολέσει το «τεκμήριο της πειστικότητας».

Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο πως τόσο ο Ευ. Βενιζέλος όσο και ο Α. Σαμαράς, έχοντας φυσικά την πολιτική κάλυψη από τις ηγεσίες των κομμάτων τους, προειδοποίησαν για το ποια θα είναι η τύχη για όλους εκείνους που πρωταγωνίστησαν στη «σκευωρία» για το -δήθεν με εμπλοκή πολιτικών σκάνδαλο Novartis.

Εν ολίγοις, σύμφωνα με αυτές τις προσεγγίσεις, θα αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολο να αποτραπεί και, κυρίως, να παραγραφεί την επόμενη ημέρα των εθνικών εκλογών, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ απολέσει τη διακυβέρνηση της χώρας, το Ειδικό Δικαστήριο σε βάρος του σημερινού πρωθυπουργού και κάποιων από το στενό του επιτελείο.

Απέναντι σε μια τέτοια προοπτική, μάλιστα, όπως ήδη συζητείται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, κάποιοι από τους πρωτοκλασάτους υπουργούς και στελέχη απέφυγαν «να παίξουν τα ρέστα τους» επάνω στη συγκεκριμένη υπόθεση, επιλέγοντας να μείνουν στα μετόπισθεν της εμπόλεμης ζώνης.  

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018