Με μια «κόκκινη κάρτα» φλερτάρει η κυβέρνηση στην επόμενη μεταμνημονιακή αξιολόγηση, καθώς οι κατά τα άλλα φίλα προσκείμενες Βρυξέλλες δεν έδειξαν να συγκινούνται ιδιαίτερα από τον σχεδιασμό της Αθήνας για τα εργασιακά και ειδικότερα από τις κινήσεις που σχετίζονται με τον κατώτατο μισθό. Αν και θεωρητικά η Ελλάδα βρίσκεται εκτός Μνημονίων, οι Ευρωπαίοι δεν δίστασαν να στείλουν αυστηρό μήνυμα ότι οι διαθέσεις της κυβέρνησης απειλούν την τροχιά αύξησης της απασχόλησης και μείωσης της ανεργίας.

Το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι απέναντί της βρίσκεται και ο σκληρός πυρήνας των εργοδοτικών φορέων, που διαμηνύουν ότι η όποια αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού δεν θα πρέπει να είναι απλώς ευθυγραμμισμένη με την οριακά αυξημένη παραγωγικότητα, αλλά να συνοδεύεται και από μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ήτοι των φόρων και εισφορών.

Ο σαφώς προεκλογικός σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου στηρίζεται σε μια διαδικασίαεξπρές, που θα καταλήξει σε μια πρώτη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 20-30 ευρώ στις αρχές του 2019 κι αμέσως μετά, στις αρχές Φεβρουαρίου, θα ξεκινήσει η προβλεπόμενη διαδικασία για την επόμενη αύξηση, η οποία θα οριστεί στις αρχές του καλοκαιριού.

Τι λένε οι Ευρωπαίοι; Κατ’ αρχάς δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για την επαναφορά των κλαδικών συμβάσεων και της επεκτασιμότητας. Η Κομισιόν αφήνει να εννοηθεί, μάλιστα, ότι θα επανέλθει και θα «μετρήσει» τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καλώντας τους κοινωνικούς εταίρους να συμπεριφερθούν με ωριμότητα στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Δεν μένει, όμως, εκεί.

Οι τεχνοκράτες των Βρυξελλών συνεχίζουν να πιέζουν την Αθήνα, προκειμένου να τεθούν ασφαλιστικές δικλίδες για όσες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα, κοινώς να εξαιρούνται από την επεκτασιμότητα, επαναφέροντας στο τραπέζι την υπερίσχυση των επιχειρησιακών συμβάσεων, υπό προϋποθέσεις.

Η στάση των Βρυξελλών για τον κατώτατο μισθό είναι ακόμα πιο σκληρή, καθώς, αν και η Ελλάδα κατατάσσεται στο... γκρουπ των αδύναμων, μαζί με την Πορτογαλία, τη Μάλτα, τη Σλοβενία και την Ισπανία, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτεται από τον κατώτατο μισθό είναι υψηλό και αυτό -κατά τους Ευρωπαίους τεχνοκράτες- δημιουργεί συστημικό κίνδυνο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλείται η Κομισιόν και τα οποία «πατάνε» στην έρευνα «Statutory Minimum Wages 2018», εντός της ευρωζώνης μόλις το 5% του εργατικού δυναμικού στο Βέλγιο, τη Μάλτα, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία καλύπτεται από τον κατώτατο μισθό, σε αντίθεση με την Ελλάδα (την Πορτογαλία, την Εσθονία και τη Λετονία), όπου το ποσοστό φτάνει ή ξεπερνά το 20%.

Ειδικά, δε, όσον αφορά στους εργάτες (blue collar workers) το ποσοστό φτάνει στο 32%, ενώ αγγίζει το 45% στην εστίαση και τον τουρισμό! Ποιο είναι το κρίσιμο στοιχείο; Οτι συνολικά το 77,14% των εργαζομένων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, άρα η όποια αύξηση του μισθολογικού κόστους μπορεί να τις κλονίσει.    

Πονοκέφαλος

Ακόμα πιο επιθετική είναι η στάση των Ευρωπαίων στο θέμα της κατάργησης του υποκατώτατου μισθού, που μετατρέπεται σε πονοκέφαλο για την κυβέρνηση, καθώς το αντίμετρο της επιδότησης εισφορών νέων εργαζομένων από τον κρατικό προϋπολογισμό «κόπηκε» στη μέση. Ετσι, αν και είχε προβλεφθεί κονδύλι 103 εκατ. ευρώ, τελικά έμεινε στα 50 εκατ. ευρώ, ως θυσία στον βωμό της διάσωσης των συντάξεων.

Οπως σημειώνει η Κομισιόν, εάν η κυβέρνηση κάνει το επόμενο βήμα, τότε το μισθολογικό κόστος για νέους εργαζομένους θα ανέβει κατά 14,7%, χωρίς να συνυπολογιστεί η επίπτωση από την επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Οτι η ανάσχεση της εκρηκτικής ανεργίας στους νέους θα ανακοπεί, με ό,τι συνεπάγεται αυτό συνολικά στα ποσοστά ανεργίας, φτώχειας και οικονομικών ανισοτήτων.

Είναι ενδεικτικό ότι το 41% των νέων πληρώνεται σήμερα με τον υποκατώτατο μισθό. Ποια είναι η αντίδραση της κυβέρνησης; Επιμένει στην εφαρμογή του σχεδιασμού της, παρά το ότι μεταξύ των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει συμπεριλαμβάνεται η διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μέσω της διαδικασίας αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού.

Και όπως λένε πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο, η Αθήνα φλερτάρει με τη Διαδικασία Μακροοικονομικών Ανισορροπιών (Macroeconomic Imbalances Procedure), η οποία συνεπάγεται τη στενή παρακολούθηση για την αποτροπή φαινομένων που μπορούν να διαταράξουν τη σταθερότητα ενός κράτους-μέλους.