Ελένη Τσαλιγοπούλου στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ: Τα έδωσα όλα στη μουσική
Μια σπουδαία εξομολόγηση της μεγάλης Ελληνίδας ερμηνεύτριας λίγο πριν τη μεγάλη συναυλία της στο Faliro Summer Theater
Μια μοναδική «Λαϊκή βραδινή» συναυλία ετοιμάζει στις 5 Σεπτεμβρίου στο Faliro Summer Theater η Ελένη Τσαλιγοπούλου παρέα με τον Γιάννη Διονυσίου, τον Γιάννη Παπαγεωργίου και πέντε ακόμα σημαντικούς δεξιοτέχνες μουσικούς. Αφορμή για αυτή τη συναυλία είναι ο νέος δίσκος που ετοίμασε με τραγούδια του συνθέτη Απόστολου Καλδάρα, ένα όνειρο ετών για εκείνη, που επιτέλους πραγματοποιήθηκε και θα κυκλοφορήσει το Σεπτέμβριο.
Η σπουδαία ερμηνεύτρια ξεκίνησε να τραγουδάει τη δεκαετία του ’80 συμμετέχοντας σε μικρές μπάντες και κατάφερε με την εξαιρετική φωνή της να χαράξει μια αξιοθαύμαστη πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα.
Σήμερα ανοίγει την καρδιά της στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά κάνοντας αναφορά στα πρώτα της βήματα, τις σπουδαίες συνεργασίές που έκανε τις πρώτες δεακετίες της καριέρας της και συνεχίζει να κάνει μέχρι σήμερα, την πατρίδα της Νάουσα, αλλά και το μεγάλο ενδιαφέρον που τρέφει για τους νέους καλλιτέχνες.
Φέτος αυτή η χρονιά ήταν από τις πιο δημιουργικές των τελευταίων χρόνων. Κατάπιάστηκα επιτέλους με έναν δίσκο που αφορά τον Απόστολο Καλδάρα. Με δικά του τραγούδια. Αυτό το δουλέψαμε όλον τον Χειμώνα και θα βγει τον Σεπτέμβριο. Μια υπέροχη ομάδα μουσικών βρήκαμε τα τραγούδια του Καλδάρα και τα φέρνουμε στο σήμερα. Πολύ αγαπημένα τραγούδια από όλες τις εποχές του, από το ρεμπέτικο, το λαϊκό και μέχρι την έντεχνη του γραφή. Μιλάω για τους δίσκους «Μικρά Ασία» και Βυζαντινό Εσπερινό» που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 70.
Ναι, του έχω ιδιαίτερη αδυναμία, είναι ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες. Ξέρω πολλά πράγματα για την τέχνη του αλλά και για τη ζωή του. Είναι ο αγαπημένος μου συνθέτης και θεωρώ πως είναι ο μοναδικός συνθέτης που έφτασε μέχρι και στην έντεχνη φόρμα.
Αυτή η συναυλία στο Φάληρο αντικατροπτίζει τη δουλειά που κάναμε όλο τον Χειμώνα. Δηλαδή δουλέψαμε πάνω στο λαϊκό τραγούδι και την επιρροή του. Δηλαδή τα λαϊκά τραγούδια των Τσιτσάνη, Ζαμπέτα, Χιώτη, πως επηρέασαν τους έντεχνους μας και τους λυρικούς μας, δηλαδή των Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκη, τον Ξαρχάκο, τον Μαρκόπουλο. Και πως φτάνει όλο αυτό στη δική μου τη γενιά στο 1990 σε αυτό που λέμε έντεχνο αλλά έως και σήμερα στους σημερινούς έντεχνους μουσικούς. Θα είναι μαζί μας ο Γιάννης Παπαγεωργίου και ο Γιάννης Διονυσίου. Θα έχω μαζί επίσης έναν από τους πιο σπουδαίους μουσικούς που παίζει μπουζούκι τον Μανώλη Πάππο. Και επίσης μια ομάδα από μουσικούς που στάθηκαν πάνω στο λαϊκό τραγούδι.
Δεν σας κρύβω πως τα νέα παιδιά μου άνοιξαν ξανά την όρεξη για το λαικό τραγούδι. Γιατί είδα το πάθος τους για αυτό, αλλά και ότι το κάνουν για 20 ή 30 ή 50 ευρώ, να παίζουν σε μικρούς χώρους και με αυτόν τον τρόπο να ονειρεύονται. Και να παίζουν μουσική για να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι και να μην νοιάζονται για τα λεφτά. Γιατί οι προηγούμενες γενιές επέμεναν πολύ να γίνουν τραγουδιστές για να βγάλουν λεφτά. Όχι της δικής μου γενιάς, αλλά οι ενδιάμεσες. Που πιστεύω είναι πολύ μεγάλο λάθος. Το να ασχολείσαι με τη μουσική είναι κάτι πέρα από τα λεφτά. Είναι κάτι που δείχνει πόσο καλό κάνει το τραγούδι στον άνθρωπο.
Ναι βέβαια. Είμαι από τις περιπτώσεις των τραγουδιστών που το ξέρανε από πάντα ότι θα γίνουν τραγουδιστές. Πάντα ήταν εκεί το μυαλό μου, ότι όταν μεγαλώσω θα γίνω τραγουδίστρια. Αυτό με ενδιέφερε. Να τραγουδήσω και να αισθανθώ πως είναι να μεταφέρεις στους άλλους αυτό το αίσθημα. Και το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Το αγαπημένο μου από όλα (γιατί υπάρχει και το στούντιο και η πρόβα) ακόμα και τώρα μετά από 30 σχεδόν χρόνια είναι η επαφή με τον κόσμο. Είναι δηλαδή το πώς μεταφέρεται στον κόσμο το συναίσθημα ενός τρίλεπτου τραγουδιού. Πως φτάνει ένα τραγούδι στις ψυχές των ανθρώπων. Και τι είναι αυτό που κάνει τον ακροατή να φωνάζει τόσο δυνατά ένα λαικό τραγούδι. Αυτό μου κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση. Ψάχνω πολλά χρόνια να βρω γιατί το λαϊκό τραγούδι είναι τόσο διαχρονικό. Όμως ο κόσμος το έχει αυτό μέσα στο αίμα του.
Όχι δεν έχει πάει πίσω η παραγωγή τραγουδιών. Γράφονται πάρα πολλά τραγούδια, αλλά δεν έχουν καμία ελπίδα να ακουστούν. Έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος και το διαδύκτιο είναι εξαιρετικά δύσκολο στο να μπορέσει να το προσεγγίσει κάποιος. Αλλά πιστεύω ότι ζούμε μια μετάβαση και θα βρεθεί ένας νέος τρόπος και όλοι οι νέοι ταλαντούχοι θα γίνουν αντιληπτοί.
Την Νάουσα τα τελευταία 20 χρόνια την έχω αγαπήσει πραγματικά, γιατί ζώντας σε έναν ρυθμό της μεγαλούπολης και της δουλειάς χωρίς σταματημό, η Νάουσα μου δείχνει πως τελικά η επιλογή μου είναι οι μικρές πόλεις και όχι οι μεγάλες. Όσο ήμουν μικρή ήθελα να φύγω από τη μικρή πόλη για να πάω στη μεγάλη, αλλά τώρα ξέρω πως και η μικρή και η μεγάλη πόλη έχουν και τα καλά τους και τα άσχημα τους. Στην προκειμένη περίπτωση αφού έχω κάνει τα όνειρά μου πραγματικότητα, όχι όλα βέβαια, θα διάλεγα να μείνω σε μια μικρή πόλη. Και βέβαια στη Νάουσα γιατί είναι η πόλη που γεννήθηκα και γνωρίζω καλύτερα από όλες τις άλλες. Και την αγαπώ γιατί έχει μια σπουδαία μουσική παράδοση και με συγκινεί ακόμα και τώρα όταν ακούω ζουρνάδες και κλαρίνα στους δρόμους της.
Το όνειρό μου είναι καταρχήν να έχω φωνή για την επόμενη δεκαετία, γιατί έχω κόψει το τσιγάρο εδώ και πέντε χρόνια και έχω ανακαλύψει ότι ακόμα μπορώ να τραγουδάω πολύ καλά. Και θέλω να τραγουδήσω κι άλλα πράγματα.
Ναι ήταν αυτό που κάναμε όλοι, που τραγουδούσαμε σε κέντρα διασκέδασης παραπάνω ώρες για να διασκεδάσει ο κόσμος. Κάτι που συμβαίνει συνέχεια με τους λαϊκούς τραγουδιστές. Δηλαδή κάνουν ότι ζητάει ο κόσμος. Ο λαικός τραγουδιστής της ευρείας κλίμακας που τον αγαπάει πολύ ο κόσμος το έχει αυτό. Τη μια ώρα παραπάνω που μας ζήταγαν να τραγουδήσουμε δεν την έβλεπα ποτέ για καλό. Το έκανα βεβαίως αλλά πάντα ένιωθα ότι δεν υπάρχει λόγος να συμβαίνει. Για αυτό τώρα σέβομαι τους νέους που αγαπούν το λαικό τραγούδι και θέλω να τους δείξω ότι υπάρχει άλλη αξία σε αυτό.
Δεν μπορώ να πω τίποτα για αυτούς. Γιατί πιστεύω πως πάντα θα υπάρχει και η άλλη πλευρά των καλλιτεχνών που θα κυνηγούν τη γρήγορη δόξα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια ζούμε στον κόσμο της εικόνας. Δεν θέλω να μιλήσω για αυτό. Η τέχνη του τραγουδιού είναι από τις πιο σπουδαίες της Ελλάδας. Έχουμε σπουδαία μουσική που άλλα κράτη δεν την έχουν. Και επηρεάζονται από εμάς. Εχουμε πολύ σπουδαία μουσική, είτε αυτό λέγεται παραδοσιακή, είτε λέγεται η σχολή της Σμύρνης, είτε λέγεται λαϊκό, ρεμπέτικο. Σήμερα βλέπουμε ένα κομμάτι καλλιτεχνών να ασχολείται επιδερμικά με τη μουσική, και από την άλλη υπάρχουν νέοι μουσικοί που πραγματικά αγαπούν και παθιάζονται με τη μουσική. Και γράφουν υπέροχα στιχάκια ακόμα και στη χιπ-χοπ μουσική. Και υπάρχουν και σπουδαίοι νέοι ποιητές.
Στο χώρο της μουσικής κυρίως στο χώρο της δικής μου πλευράς δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν ξέρω τι συνέβαινε παλιότερα στις πίστες, κυρίως στην κατάσταση του σκυλάδικου. Αλλά εγώ δεν έχω ακούσει καμία ιστορία για αυτό το θέμα στο χώρο μας.
Όχι καθόλου. Εγώ είχα μόνο τον φόβο της γιαγιάς μου, που όταν της είπα ότι θα γίνω τραγουδίστρια χτύπησε το μάγουλό της και είπε «ώι Παναία μου, τραγουδίστρια θα γίνεις, θα παίζεις και το ντέφι;». αυτό ήταν το πιο τρομακτικό πράγμα που μου συνέβη σε σχέση με τη μουσική. Είχε στο νου της ότι όποια γινόταν τραγουδίστρια, βγάζει το μπούτι έξω και είναι πολύ ελαφρά ντυμένη. Οι γιαγιάδες μας δεν μπορούσαν να το διανοηθούνε. Θέλω να πω ότι τώρα το να βγούνε τα ρούχα, είναι απλά ένας ρόλος και όχι πρόστυχο.
Δεν έχω να δώσω σε αυτό μια σαφή απάντηση. Αλλά σίγουρα έπαιξε ρόλο η δεκαετία, η γενιά μου, τότε που έγιναν πολύ αξιοθαύμαστα πράγματα. Αυτή η δεκαετία του '80 και του '90 ήταν τελείως διαφορετικές από το σήμερα. Τώρα ζούμε στη digital εποχή. Εγώ μπόρεσα να τραγουδήσω 3-4 χρόνια σε μικρές μπάντες χωρίς ρεπερτόριο και δισκογραφία. Κατάφερα να το κάνω όπως έπρεπε, είχα το χρόνο να μελετήσω, να ακούσω και σιγά σιγά να ασχοληθώ με τη δικογραφία. Να παίξω μετά με σημαντικούς ανθρώπους. Έγιναν όλα με τη σειρά. Το σίγουρο ήταν ότι είχα ταλέντο. Αυτό ήταν κυρίως το χαρτί για να καταφέρω να κάνω όλα αυτά. Πολύ σύντομα με κάλεσε ο Γιώργος Νταλάρας για να κάνουμε μαζί περιοδεία, με τον οποίο συνεργαστήκαμε για μια δεκαετία γυρίζοντας όλον τον κόσμο. Αυτό ήταν ένα τεράστιο σχολείο. Τον γνώρισα το 1988, επάνω στο φόρτε του. Ήταν ο άνθρωπος που μας έδειξε πως γίνονται οι συναυλίες. Ήταν αυτός που είπε ότι οι τραγουδιστές δεν υπάρχει λόγος να τραγουδούν μόνο μέσα σε ένα μαγαζί, όπου σπάνε πιάτα. Μας έμαθε πολλά νεωτεριστικά πράγματα, τα οποία μετά κι εμείς ακολουθήσαμε. Γιατί η διασκέδαση δεν είναι μόνο αυτή μέσα σε ένα χώρο, που απλά κάποιος πίνει, αλλά υπάρχουν κι άλλοι τρόποι. Η νύχτα στην Ελλάδα ήταν όταν οι μαγαζάτορες και οι τραγουδιστές έβγαζαν λεφτά από αυτόν τον τρόπο διασκέδασης. Αυτό όμως κάνει αμέσως τον καλλιτέχνη αναλώσιμο. Πολλά χρόνια ήμασταν κι εμείς σε μαγαζιά που παίζαμε καθημερινά. Τώρα πιστεύω πως δεν υπάρχει λόγος να αναλωνόμαστε καθημερινά σε μαγαζιά. Μπορούμε το Καλοκαίρι να κάνουμε συναυλίες και το χειμώνα να παίζουμε πολύ λιγότερο.
Ναι, δεν ήταν καθόλου εύκολο όμως αυτό για ένα νέο παιδί. Κι εγώ στην αρχή έχασα τον κόσμο μου. Μπορεί να έκανα πολύ καλά τη δουλειά μου και να επέλεγα σωστά τους συντελεστές και τους συνθέτες και τους δίσκους, αλλά αυτά ήταν για μένα δύσκολα. Πέρασαν πολλά χρόνια για να τα καταφέρω και να είμαι καλή μάνα, καλή σύντροφος, καλή φίλη. Γιατί δεν είχα χρόνο για να ασχοληθώ με κάτι άλλο πέρα από τη μουσική. Τα έδωσα όλα στη μουσική. Και αυτό ευτυχώς που το κατάλαβα σχετικά σύντομα, γιατί θα μπορούσα να τρελαθώ, να καβαλήσω ένα καλάμι και να είμαι τώρα σε άλλη κατάσταση.
Γλύτωσα την έπαρση μάλλον επειδή δεν το είχα μέσα μου ως άνθρωπος. Όλα τα άλλα τα πλήρωσα ακριβά. Πάντα λένε ότι κάτι κερδίζεις στη ζωή και κάτι χάνεις. Γιατί έχω και ένα παιδί. Έκανα μετά μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσω να διορθώσω κάποια λάθη μου, κάποια πράγματα που τα είχα χάσει με τα χρόνια.
Νιώθω ευλογημένη που έχω στη ζωή μου το τραγούδι και τους ανθρώπους του τραγουδιού και έτσι έχω έναν τρόπο να αντέχω την πάρα πολύ σκληρή ζωή. Γιατί με τη μουσική η δική μου ζωή περνάει λίγο καλύτερα. Δουλεύει και ψυχαναλυτικά, δηλαδή ξεσκάω με τη μουσική. Μαλακώνουν τα προβλήματα μου με τη μουσική. Γιατί κανένας δεν μας ενημέρωσε ότι η ζωή είναι τόσο δύσκολη. Και θα πρέπει να φερθούμε ηρωικά για να τα καταφέρουμε.
ΕΛΕΝΗ ΤΣΑΛΙΓΟΠΟΥΛΟΥ
«Λαϊκή βραδινή»
Faliro Summer Theater | 5 Σεπτεμβρίου 2022
Τραγουδούν: ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ και ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Συμμετέχουν:
ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΑΠΠΟΣ
ΣΑΚΗΣ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ
ΣΤΡΑΤΗΣ ΣΚΟΥΡΚΕΑΣ
ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΑΓΗΣ ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Η σπουδαία ερμηνεύτρια ξεκίνησε να τραγουδάει τη δεκαετία του ’80 συμμετέχοντας σε μικρές μπάντες και κατάφερε με την εξαιρετική φωνή της να χαράξει μια αξιοθαύμαστη πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα.
Σήμερα ανοίγει την καρδιά της στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά κάνοντας αναφορά στα πρώτα της βήματα, τις σπουδαίες συνεργασίές που έκανε τις πρώτες δεακετίες της καριέρας της και συνεχίζει να κάνει μέχρι σήμερα, την πατρίδα της Νάουσα, αλλά και το μεγάλο ενδιαφέρον που τρέφει για τους νέους καλλιτέχνες.
Μετά τις καραντίνες και την αποχή από τις συναυλίες, με ποιά συναισθήματα επιστρέφετε στις εμφανίσεις; Έχετε ξαναβρεί το κέφι σας;
Φέτος αυτή η χρονιά ήταν από τις πιο δημιουργικές των τελευταίων χρόνων. Κατάπιάστηκα επιτέλους με έναν δίσκο που αφορά τον Απόστολο Καλδάρα. Με δικά του τραγούδια. Αυτό το δουλέψαμε όλον τον Χειμώνα και θα βγει τον Σεπτέμβριο. Μια υπέροχη ομάδα μουσικών βρήκαμε τα τραγούδια του Καλδάρα και τα φέρνουμε στο σήμερα. Πολύ αγαπημένα τραγούδια από όλες τις εποχές του, από το ρεμπέτικο, το λαϊκό και μέχρι την έντεχνη του γραφή. Μιλάω για τους δίσκους «Μικρά Ασία» και Βυζαντινό Εσπερινό» που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 70.
Φωτογραφίες: Γιώργος Γερανιός
Ο νέος σας δίσκος με τραγούδια του Απόστολου Καλδάρα ήταν ένα όνειρο ετών για εσάς, που επιτέλους πραγματοποιήθηκε
Ναι, του έχω ιδιαίτερη αδυναμία, είναι ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες. Ξέρω πολλά πράγματα για την τέχνη του αλλά και για τη ζωή του. Είναι ο αγαπημένος μου συνθέτης και θεωρώ πως είναι ο μοναδικός συνθέτης που έφτασε μέχρι και στην έντεχνη φόρμα.
Ποια τραγούδια θα ερμηνεύσετε στο Faliro Summer Theater στις 5 Σεπτεμβρίου;
Αυτή η συναυλία στο Φάληρο αντικατροπτίζει τη δουλειά που κάναμε όλο τον Χειμώνα. Δηλαδή δουλέψαμε πάνω στο λαϊκό τραγούδι και την επιρροή του. Δηλαδή τα λαϊκά τραγούδια των Τσιτσάνη, Ζαμπέτα, Χιώτη, πως επηρέασαν τους έντεχνους μας και τους λυρικούς μας, δηλαδή των Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκη, τον Ξαρχάκο, τον Μαρκόπουλο. Και πως φτάνει όλο αυτό στη δική μου τη γενιά στο 1990 σε αυτό που λέμε έντεχνο αλλά έως και σήμερα στους σημερινούς έντεχνους μουσικούς. Θα είναι μαζί μας ο Γιάννης Παπαγεωργίου και ο Γιάννης Διονυσίου. Θα έχω μαζί επίσης έναν από τους πιο σπουδαίους μουσικούς που παίζει μπουζούκι τον Μανώλη Πάππο. Και επίσης μια ομάδα από μουσικούς που στάθηκαν πάνω στο λαϊκό τραγούδι.
Φαίνεται πως υποστηρίζετε πολύ τους νέους μουσικούς
Δεν σας κρύβω πως τα νέα παιδιά μου άνοιξαν ξανά την όρεξη για το λαικό τραγούδι. Γιατί είδα το πάθος τους για αυτό, αλλά και ότι το κάνουν για 20 ή 30 ή 50 ευρώ, να παίζουν σε μικρούς χώρους και με αυτόν τον τρόπο να ονειρεύονται. Και να παίζουν μουσική για να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι και να μην νοιάζονται για τα λεφτά. Γιατί οι προηγούμενες γενιές επέμεναν πολύ να γίνουν τραγουδιστές για να βγάλουν λεφτά. Όχι της δικής μου γενιάς, αλλά οι ενδιάμεσες. Που πιστεύω είναι πολύ μεγάλο λάθος. Το να ασχολείσαι με τη μουσική είναι κάτι πέρα από τα λεφτά. Είναι κάτι που δείχνει πόσο καλό κάνει το τραγούδι στον άνθρωπο.
Πως βρεθήκατε στο δρόμο του τραγουδιού και της μουσικής; Είχατε από μικρή όνειρο να γίνετε τραγουδίστρια;
Ναι βέβαια. Είμαι από τις περιπτώσεις των τραγουδιστών που το ξέρανε από πάντα ότι θα γίνουν τραγουδιστές. Πάντα ήταν εκεί το μυαλό μου, ότι όταν μεγαλώσω θα γίνω τραγουδίστρια. Αυτό με ενδιέφερε. Να τραγουδήσω και να αισθανθώ πως είναι να μεταφέρεις στους άλλους αυτό το αίσθημα. Και το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Το αγαπημένο μου από όλα (γιατί υπάρχει και το στούντιο και η πρόβα) ακόμα και τώρα μετά από 30 σχεδόν χρόνια είναι η επαφή με τον κόσμο. Είναι δηλαδή το πώς μεταφέρεται στον κόσμο το συναίσθημα ενός τρίλεπτου τραγουδιού. Πως φτάνει ένα τραγούδι στις ψυχές των ανθρώπων. Και τι είναι αυτό που κάνει τον ακροατή να φωνάζει τόσο δυνατά ένα λαικό τραγούδι. Αυτό μου κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση. Ψάχνω πολλά χρόνια να βρω γιατί το λαϊκό τραγούδι είναι τόσο διαχρονικό. Όμως ο κόσμος το έχει αυτό μέσα στο αίμα του.
Από τη μια η οικονομική κρίση και από την άλλη η πανδημία του Κορωνοϊού πήγαν πίσω την παραγωγή νέων τραγουδιών. Θα επανέλθει η κατάσταση;
Όχι δεν έχει πάει πίσω η παραγωγή τραγουδιών. Γράφονται πάρα πολλά τραγούδια, αλλά δεν έχουν καμία ελπίδα να ακουστούν. Έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος και το διαδύκτιο είναι εξαιρετικά δύσκολο στο να μπορέσει να το προσεγγίσει κάποιος. Αλλά πιστεύω ότι ζούμε μια μετάβαση και θα βρεθεί ένας νέος τρόπος και όλοι οι νέοι ταλαντούχοι θα γίνουν αντιληπτοί.
Καθώς έχετε μεγαλώσει στην επαρχία, αλλά φύγατε από εκεί για να κυνηγήσετε το όνειρό σας, τι είναι σήμερα για εσάς ο τόπος σας, η Νάουσα;
Την Νάουσα τα τελευταία 20 χρόνια την έχω αγαπήσει πραγματικά, γιατί ζώντας σε έναν ρυθμό της μεγαλούπολης και της δουλειάς χωρίς σταματημό, η Νάουσα μου δείχνει πως τελικά η επιλογή μου είναι οι μικρές πόλεις και όχι οι μεγάλες. Όσο ήμουν μικρή ήθελα να φύγω από τη μικρή πόλη για να πάω στη μεγάλη, αλλά τώρα ξέρω πως και η μικρή και η μεγάλη πόλη έχουν και τα καλά τους και τα άσχημα τους. Στην προκειμένη περίπτωση αφού έχω κάνει τα όνειρά μου πραγματικότητα, όχι όλα βέβαια, θα διάλεγα να μείνω σε μια μικρή πόλη. Και βέβαια στη Νάουσα γιατί είναι η πόλη που γεννήθηκα και γνωρίζω καλύτερα από όλες τις άλλες. Και την αγαπώ γιατί έχει μια σπουδαία μουσική παράδοση και με συγκινεί ακόμα και τώρα όταν ακούω ζουρνάδες και κλαρίνα στους δρόμους της.
Τι άλλα όνειρα έχετε;
Το όνειρό μου είναι καταρχήν να έχω φωνή για την επόμενη δεκαετία, γιατί έχω κόψει το τσιγάρο εδώ και πέντε χρόνια και έχω ανακαλύψει ότι ακόμα μπορώ να τραγουδάω πολύ καλά. Και θέλω να τραγουδήσω κι άλλα πράγματα.
Κάνατε ποτέ εκπτώσεις για χάρη της εμπορικότητας, για να βγάλετε περισσότερα χρήματα;
Ναι ήταν αυτό που κάναμε όλοι, που τραγουδούσαμε σε κέντρα διασκέδασης παραπάνω ώρες για να διασκεδάσει ο κόσμος. Κάτι που συμβαίνει συνέχεια με τους λαϊκούς τραγουδιστές. Δηλαδή κάνουν ότι ζητάει ο κόσμος. Ο λαικός τραγουδιστής της ευρείας κλίμακας που τον αγαπάει πολύ ο κόσμος το έχει αυτό. Τη μια ώρα παραπάνω που μας ζήταγαν να τραγουδήσουμε δεν την έβλεπα ποτέ για καλό. Το έκανα βεβαίως αλλά πάντα ένιωθα ότι δεν υπάρχει λόγος να συμβαίνει. Για αυτό τώρα σέβομαι τους νέους που αγαπούν το λαικό τραγούδι και θέλω να τους δείξω ότι υπάρχει άλλη αξία σε αυτό.
Σας κούρασε ποτέ αυτό;
Ναι, όχι όμως για πολλά χρόνια. Αυτό έγινε περίπου 7-8 χρόνια τότε που είχα τους χρυσούς και πλατινιένιους δίσκους. Και όταν έχεις τέτοιες επιτυχίες πρέπει να παίζεις στο μεγάλο χώρο και να κάνεις προγράμματα mainstream. Τώρα μετά από χρόνια μπορώ να παραδεχτώ πως είμαι κατά του mainstream. Γιατί αυτό σημαίνει ότι ζεις και παράγεις σύμφωνα με το τι θέλει ο κόσμος.Γιατί σήμερα όποιος θέλει να γίνει τραγουδιστής επιδιώκει να αποκτήσει μεγάλη φήμη μέσα σε ένα λίγο χρόνο χωρίς πολύ δουλειά;
Δεν μπορώ να πω τίποτα για αυτούς. Γιατί πιστεύω πως πάντα θα υπάρχει και η άλλη πλευρά των καλλιτεχνών που θα κυνηγούν τη γρήγορη δόξα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια ζούμε στον κόσμο της εικόνας. Δεν θέλω να μιλήσω για αυτό. Η τέχνη του τραγουδιού είναι από τις πιο σπουδαίες της Ελλάδας. Έχουμε σπουδαία μουσική που άλλα κράτη δεν την έχουν. Και επηρεάζονται από εμάς. Εχουμε πολύ σπουδαία μουσική, είτε αυτό λέγεται παραδοσιακή, είτε λέγεται η σχολή της Σμύρνης, είτε λέγεται λαϊκό, ρεμπέτικο. Σήμερα βλέπουμε ένα κομμάτι καλλιτεχνών να ασχολείται επιδερμικά με τη μουσική, και από την άλλη υπάρχουν νέοι μουσικοί που πραγματικά αγαπούν και παθιάζονται με τη μουσική. Και γράφουν υπέροχα στιχάκια ακόμα και στη χιπ-χοπ μουσική. Και υπάρχουν και σπουδαίοι νέοι ποιητές.
Αναφορικά με το κίνημα me too και τις περσινές αποκαλύψεις στο χώρο του αθλητισμού και του θεάτρου, πιστεύετε πως συμβαίνουν αντίστοιχες καταστάσεις και στο χώρο της μουσικής;
Στο χώρο της μουσικής κυρίως στο χώρο της δικής μου πλευράς δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν ξέρω τι συνέβαινε παλιότερα στις πίστες, κυρίως στην κατάσταση του σκυλάδικου. Αλλά εγώ δεν έχω ακούσει καμία ιστορία για αυτό το θέμα στο χώρο μας.
Εσείς στην αρχή της καριέρας σας είχατε βρεθεί αντιμέτωπη με τέτοιες καταστάσεις;
Όχι καθόλου. Εγώ είχα μόνο τον φόβο της γιαγιάς μου, που όταν της είπα ότι θα γίνω τραγουδίστρια χτύπησε το μάγουλό της και είπε «ώι Παναία μου, τραγουδίστρια θα γίνεις, θα παίζεις και το ντέφι;». αυτό ήταν το πιο τρομακτικό πράγμα που μου συνέβη σε σχέση με τη μουσική. Είχε στο νου της ότι όποια γινόταν τραγουδίστρια, βγάζει το μπούτι έξω και είναι πολύ ελαφρά ντυμένη. Οι γιαγιάδες μας δεν μπορούσαν να το διανοηθούνε. Θέλω να πω ότι τώρα το να βγούνε τα ρούχα, είναι απλά ένας ρόλος και όχι πρόστυχο.
Καθώς ξεκινήσατε από πολύ μικρή να ασχολείστε με το τραγούδι, πως καταφέρατε να κάνετε σωστά βήματα;
Δεν έχω να δώσω σε αυτό μια σαφή απάντηση. Αλλά σίγουρα έπαιξε ρόλο η δεκαετία, η γενιά μου, τότε που έγιναν πολύ αξιοθαύμαστα πράγματα. Αυτή η δεκαετία του '80 και του '90 ήταν τελείως διαφορετικές από το σήμερα. Τώρα ζούμε στη digital εποχή. Εγώ μπόρεσα να τραγουδήσω 3-4 χρόνια σε μικρές μπάντες χωρίς ρεπερτόριο και δισκογραφία. Κατάφερα να το κάνω όπως έπρεπε, είχα το χρόνο να μελετήσω, να ακούσω και σιγά σιγά να ασχοληθώ με τη δικογραφία. Να παίξω μετά με σημαντικούς ανθρώπους. Έγιναν όλα με τη σειρά. Το σίγουρο ήταν ότι είχα ταλέντο. Αυτό ήταν κυρίως το χαρτί για να καταφέρω να κάνω όλα αυτά. Πολύ σύντομα με κάλεσε ο Γιώργος Νταλάρας για να κάνουμε μαζί περιοδεία, με τον οποίο συνεργαστήκαμε για μια δεκαετία γυρίζοντας όλον τον κόσμο. Αυτό ήταν ένα τεράστιο σχολείο. Τον γνώρισα το 1988, επάνω στο φόρτε του. Ήταν ο άνθρωπος που μας έδειξε πως γίνονται οι συναυλίες. Ήταν αυτός που είπε ότι οι τραγουδιστές δεν υπάρχει λόγος να τραγουδούν μόνο μέσα σε ένα μαγαζί, όπου σπάνε πιάτα. Μας έμαθε πολλά νεωτεριστικά πράγματα, τα οποία μετά κι εμείς ακολουθήσαμε. Γιατί η διασκέδαση δεν είναι μόνο αυτή μέσα σε ένα χώρο, που απλά κάποιος πίνει, αλλά υπάρχουν κι άλλοι τρόποι. Η νύχτα στην Ελλάδα ήταν όταν οι μαγαζάτορες και οι τραγουδιστές έβγαζαν λεφτά από αυτόν τον τρόπο διασκέδασης. Αυτό όμως κάνει αμέσως τον καλλιτέχνη αναλώσιμο. Πολλά χρόνια ήμασταν κι εμείς σε μαγαζιά που παίζαμε καθημερινά. Τώρα πιστεύω πως δεν υπάρχει λόγος να αναλωνόμαστε καθημερινά σε μαγαζιά. Μπορούμε το Καλοκαίρι να κάνουμε συναυλίες και το χειμώνα να παίζουμε πολύ λιγότερο.
Την πρώτη δεκαετία στο ξεκίνημα σας βάλατε τις βάσεις για ένα ποιοτικό δρόμο στο τραγούδι;
Ναι, δεν ήταν καθόλου εύκολο όμως αυτό για ένα νέο παιδί. Κι εγώ στην αρχή έχασα τον κόσμο μου. Μπορεί να έκανα πολύ καλά τη δουλειά μου και να επέλεγα σωστά τους συντελεστές και τους συνθέτες και τους δίσκους, αλλά αυτά ήταν για μένα δύσκολα. Πέρασαν πολλά χρόνια για να τα καταφέρω και να είμαι καλή μάνα, καλή σύντροφος, καλή φίλη. Γιατί δεν είχα χρόνο για να ασχοληθώ με κάτι άλλο πέρα από τη μουσική. Τα έδωσα όλα στη μουσική. Και αυτό ευτυχώς που το κατάλαβα σχετικά σύντομα, γιατί θα μπορούσα να τρελαθώ, να καβαλήσω ένα καλάμι και να είμαι τώρα σε άλλη κατάσταση.
Πως αποφύγατε την έπαρση και την κούραση;
Γλύτωσα την έπαρση μάλλον επειδή δεν το είχα μέσα μου ως άνθρωπος. Όλα τα άλλα τα πλήρωσα ακριβά. Πάντα λένε ότι κάτι κερδίζεις στη ζωή και κάτι χάνεις. Γιατί έχω και ένα παιδί. Έκανα μετά μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσω να διορθώσω κάποια λάθη μου, κάποια πράγματα που τα είχα χάσει με τα χρόνια.
Όταν σκέφτεστε όλα όσα έχετε καταφέρει, τι λέτε στον εαυτό σας;
Νιώθω ευλογημένη που έχω στη ζωή μου το τραγούδι και τους ανθρώπους του τραγουδιού και έτσι έχω έναν τρόπο να αντέχω την πάρα πολύ σκληρή ζωή. Γιατί με τη μουσική η δική μου ζωή περνάει λίγο καλύτερα. Δουλεύει και ψυχαναλυτικά, δηλαδή ξεσκάω με τη μουσική. Μαλακώνουν τα προβλήματα μου με τη μουσική. Γιατί κανένας δεν μας ενημέρωσε ότι η ζωή είναι τόσο δύσκολη. Και θα πρέπει να φερθούμε ηρωικά για να τα καταφέρουμε.
ΕΛΕΝΗ ΤΣΑΛΙΓΟΠΟΥΛΟΥ
«Λαϊκή βραδινή»
Faliro Summer Theater | 5 Σεπτεμβρίου 2022
Τραγουδούν: ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ και ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Συμμετέχουν:
ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΑΠΠΟΣ
ΣΑΚΗΣ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ
ΣΤΡΑΤΗΣ ΣΚΟΥΡΚΕΑΣ
ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΑΓΗΣ ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ