Μιλώντας με την Τατιάνα Λύγαρη έχεις πάντα την αίσθηση μιας ποιότητας που δεν ορίζεται από κανενός είδος περιτύλιγμάτος, αλλά είναι αποτέλεσμα ενός τρόπου ζωής με περίσσευμα ψυχής. Άνθρωπος χαμηλών τόνων, η Θεσσαλονικιά ηθοποιός και σκηνοθέτης εκτός από τις αμέτρητες επιτυχίες της στο θέατρο και την τηλεόραση, είναι και η δημιουργός της μοναδικής στον κόσμο Αμαξοστοιχίας-Θεάτρου, του γνωστού σιδηροδρομικού πολυχώρου πολιτισμού «το Τρένο στο Ρουφ», που γιορτάζει φέτος 20 χρόνια προσφοράς στο θέατρο, τη μουσική και την εστίαση.

Πως όμως δημιουργήθηκε αυτός ο πρωτοποριακός χώρος Τέχνης; Η ίδια μιλώντας στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ αποκαλύπτει άγνωστες στιγμές από την ενασχόλησή της με αυτό το σπάνιο βιομηχανικό μνημείο του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού.

Το 1997 ιδρύσατε το μοναδικό στον κόσμο Θέατρο – Το Τρένο στο Ρουφ. Πως αποφασίσατε να τολμήσετε κάτι τόσο δύσκολο και πως έγινε το ξεκίνημα; Τι στάθηκε αφορμή ώστε να σας γεννηθεί η σκέψη να κάνετε ένα Τρένο – Θέατρο;

Η αρχή έγινε από άγνοια κι από έλλειψη χρημάτων. Ήθελα να παρουσιάσω ένα θεατρικό έργο που διαδραματιζόταν σε ένα τρένο και οι θεατρικές αίθουσες κόστιζαν αρκετά. Μου ήρθε η απλή ιδέα να το ανεβάσω στον πραγματικό του χώρο. Σε ένα βαγόνι. Έτσι άρχισε η μεγάλη μου περιπέτεια που συνεχίζεται έως σήμερα και μία site-specific παράσταση, μεγάλη πρωτοπορία για την εποχή.

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που έχετε συναντήσει έως τώρα στο εγχείρημα αυτό;

Η τεράστια κατανάλωση χρόνου, ενέργειας, και χρημάτων για να εξασφαλίσουμε παροχές που για τους περισσότερους πολίτες μιας πρωτεύουσας όπως η Αθήνα είναι αυτονόητες και για τις οποίες βέβαια καταβάλλουμε φόρους και πάγια, όπως ίντερνετ, ύδρευση, τηλέφωνο, αποχέτευση.
Επίσης η απουσία πια ευαισθητοποιημένων αλλά και μερακλήδων τεχνικών για τη συντήρηση του χώρου και των παλιών μουσειακών βαγονιών. Η αναλογία μεταξύ χαμηλού εισιτηρίου και μικρής χωρητικότητας με τα αυξημένα έξοδα συντήρησης που δυσκολεύουν τη λειτουργία της Αμαξοστοιχίας. Η απουσία μιας πολιτείας που δεν ενδιαφέρεται να διασώσει για τις επόμενες γενιές ένα βιομηχανικό σιδηροδρομικό μνημείο, έναν παλιό σταθμό, μουσειακά βιομηχανικά υλικά κλπ και να επιλύσει απλά προβλήματα που δεν μπορεί να επιλύσει ένας μικρός θεατρικός μη κερδοσκοπικός οργανισμός όπως ο δικός μας που η λειτουργία του συνδέεται άμεσα με έναν δημόσιο χώρο.

Και ποιες οι μεγαλύτερες απολαύσεις που έχετε ζήσει;

Χαρά, ικανοποίηση και δύναμη από την ανταπόκριση του κοινού εδώ και 20 χρόνια. Μία από τις μεγαλύτερες απολαύσεις είναι η έκφραση έκπληξης και θαυμασμού και τα σχόλια των θεατών που επισκέπτονται το Τρένο-Θέατρο για πρώτη φορά. Η νέα γενιά που το ανακαλύπτει και έρχεται για πρώτη φορά, δεν ξέρει που ακριβώς πάει, τι ακριβώς είναι, μαγαζί, μπαράκι, εστιατόριο, «πολύ cool πάντως»! Κι εμείς αγωνιζόμαστε, πάλι από την αρχή , να τους εξηγήσουμε ότι είναι θέατρο, πολιτιστικός οργανισμός, ένα σπάνιο βιομηχανικό μνημείο του Σύγχρονου Ελληνικού Πολιτισμού και να τους κερδίσουμε ως θεατές πια στις παραστάσεις μας. Επίσης, η αναγνώριση από ξένα media και τα σχόλια ξένων επισκεπτών ότι δεν έχουν ξαναδεί ποτέ και πουθενά κάτι παρόμοιο.

Όλα αυτά τα χρόνια ποιοι σας έχουν στηρίξει; Υπήρξε ένας μέντορας στη ζωή σας και την καριέρα σας; Το κράτος πόσο σας έχει βοηθήσει και σε τι;

Είναι μια μοναχική πορεία με συνοδοιπόρους άξιους συνεργάτες και τους θεατές μας. Οφείλουμε πολλά σε λίγους. Σε ανθρώπους συγκεκριμένους, μετρημένους στα δέκα δάκτυλα του χεριού κι όχι στο κράτος με την έννοια του θεσμού. Υπήρξαν άνθρωποι ευαίσθητοι στον πολιτισμό, με ειλικρινή εκτίμηση και αγάπη για την Τέχνη. Άνθρωποι που μας στήριξαν ακόμα και στις πιο βασικές κι αυτονόητες ανάγκες μας.

Πως επιλέγετε τα έργα που θέλετε να ζωντανέψετε μέσα στο θεατρικό βαγόνι;

Στην προσπάθειά μου να πείσω ότι το Τρένο στο Ρουφ είναι ένα Θέατρο επέλεγα για χρόνια θεατρικά έργα που δεν είχαν σχέση με τα τρένα. Όμως, το Τρένο στο Ρουφ είναι το μοναδικό στον κόσμο Τρένο που είναι και Θέατρο κι οφείλει να παρουσιάσει στο θεατρόφιλο κοινό τα σημαντικά λογοτεχνικά έργα που διαδραματίζονται σε τρένα. Για τον εορτασμό των 20 χρόνων από την ίδρυσή του (1997 -2017) επέλεξα να παρουσιάσουμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το συναρπαστικό μυθιστόρημα Stamboul Train του Graham Greene που διαδραματίζεται σε ένα τριήμερο ταξίδι του Orient Express από την Οστάνδη στην Κωνσταντινούπολη. Το έργο γράφτηκε το 1932, έναν χρόνο πριν να ανεβεί στην εξουσία ο Χίτλερ και το εθνικοσοσιαλιστικό του κόμμα, μία περίοδο που κυριαρχούσε στην Ευρώπη ο ρατσισμός και ένα κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας που οδήγησε στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και στο Ολοκαύτωμα. Ένα κλίμα που προσομοιάζει στο σημερινό κλίμα της ανησυχητικής αύξησης του ακραίου εθνικισμού και του ρατσισμού, που αναπτύσσονται ραγδαία στις κοινωνίες μας.

Το κοινό του Τρένου από τι εντυπωσιάζεται περισσότερο όταν βλέπει μια θεατρική ή μουσική παράσταση;

Από την ποιότητα της δουλειάς, από την αφοσίωση και τη σοβαρότητα των καλλιτεχνών, από την αμεσότητα, την οικεία ατμόσφαιρα, το ότι νιώθουν οι θεατές συμπαίκτες και συνταξιδιώτες με τους καλλιτέχνες και βέβαια από την πρωτοτυπία του χώρου.

Τι έχετε θυσιάσει έως τώρα για τη δουλειά σας;

Την ξεγνοιασιά και το γέλιο μου, ώρες ύπνου, τους φίλους μου, χρόνο με τους αγαπημένους μου, έναν καφέ για χαζολόγημα στον ήλιο, οτιδήποτε μοιάζει με νορμάλ καθημερινότητα. Νιώθω αρκετά βαρύ το αντίτιμο αλλά επειδή πιστεύω, ότι έκαστος εφ' ω ετάχθη, μπορεί να γκρινιάζω λίγο, αλλά συνεχίζω να το πληρώνω.

Η ζωή σας χωρίζετε σε δύο περιόδους; Την περίοδο πριν τη δημιουργία του Τρένου και αυτήν μετά; Ποιες οι διαφορές των δύο περιόδων;

Έκανα πρόβες, έπαιζα στην τηλεόραση και στο θέατρο. Τίποτε άλλο. Καμιά μεγάλη ευθύνη, καμιά αγωνία, τίποτε πραγματικά άλυτο. Απορώ πως πίστευα τότε ότι δεν είχα καθόλου χρόνο και πνιγόμουν σε μια κουταλιά νερό. Ααα! Και μια άλλη μεγάλη διαφορά… Ως ηθοποιός έβαζα ξυπνητήρι καθημερινά για να πάω μόνο στα γυρίσματα. Τώρα το ξυπνητήρι μπαίνει για να λύνω μόνο θέματα σε δημόσιες υπηρεσίες...

Είναι δύσκολο για ένα τόσο ιδιαίτερο εγχείρημα όπως είναι το Τρένο να έχει διάρκεια στο χρόνο;

Οι All time classic χώροι έχουν στην πάροδο του χρόνου τα up και τα down τους. Πρέπει διαρκώς να ανανεώνονται και να αναβαθμίζονται. Η πληθώρα και η ποικιλία των καλλιτεχνικών μας δράσεων κρατάει ζωντανό το Τρένο στο Ρουφ και με αυτόν τον τρόπο περνάει στις νέες γενιές και αρχίζει ο νέος κύκλος ζωής του.

Ποια ήταν η καλύτερη συμβουλή που σας είχαν δώσει στο ξεκίνημα;

Μου είπαν ότι είμαι τρελή και ότι δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Αποδείχθηκε ότι ήταν η καλύτερη παρότρυνση γιατί πείσμωσα και έκανα ακριβώς το αντίθετο.

Έχετε κάνει λάθη;

Τα λάθη είναι συνυφασμένα με ελαττώματα του χαρακτήρα μου, όπως για παράδειγμα η αδυναμία μου να σκεφτώ εμπορικά όπως και πολλοί άλλοι συνάδερφοι μου. Έχω πληρώσει καλλιτεχνικές επιλογές για τις οποίες προσωπικά ήμουν περήφανη αλλά τα έσοδά τους ήταν ανύπαρκτα.
Επίσης ενίοτε η λανθασμένη επιλογή συνεργάτη που το ήθος και οι αρχές του δεν συμβαδίζουν με των υπολοίπων συνεργατών μας.

Σε τι έχει αλλάξει η διασκέδαση του κόσμου λόγω της οικονομικής κρίσης;

Ως θεατές επιλέγουμε με μεγαλύτερη προσοχή την έξοδό μας και εκτιμάμε τις χαμηλές τιμές. Δεν είμαι σίγουρη όμως ότι είμαστε το ίδιο επιλεκτικοί και στην ποιότητα. Έχουν εκπέσει πολλά στην καθημερινότητά μας, έχουμε «φτωχύνει» όχι μόνο στην τσέπη αλλά στη σκέψη, στην αναζήτηση της αισθητικής, της ποιότητας, των αξιών, των ιδανικών. Διαρρήξαμε τους συνδετικούς μας κρίκους και κολυμπάμε γυμνοί, χωρίς προσανατολισμό , σε βαθιά και επικίνδυνα νερά ακολουθώντας την ψευδαίσθηση φάρων που αναβοσβήνουν. Είμαι ίσως από τους ελάχιστους που ρίχνουν την ευθύνη στον καθένα από εμάς. Όλοι εμείς είμαστε η κοινωνία, τη διαμορφώνουμε, έχουμε τη δυνατότητα και τη δύναμη να την αλλάξουμε και να την οδηγήσουμε. Σε ξέρες ή στην ανοιχτή θάλασσα. Είτε σαν θεατές όμως, είτε σαν πολίτες επιλέγουμε να εφησυχάζουμε, να ζητούμε παρηγοριά στο ελάχιστο και στο φθηνό, στο ψέμα, και να αρεσκόμαστε στη επιφανειακή κι ανώδυνη διασκέδαση. Τίποτε που να χτίζει κριτική σκέψη, να βάζει βάσεις για ένα σταθερό μέλλον, να καλλιεργεί. Και δυστυχώς, στην παγκόσμια ιστορία, παραμονές μεγάλων καταστροφών, όλοι οι λαοί εκδηλώνουν τα ίδια χαρακτηριστικά.

Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΆ το Σάββατο 10 Μαρτίου 2018