Η πρώτη επέτειος της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν µια καλή ευκαιρία να αναλογιστούµε τις παγκόσµιες προεκτσεις του πολέµου.

Εκτός από την ανείπωτη ανθρώπινη δυστυχία, η επιθετικότητα της Ρωσίας πυροδότησε µια ιστορικών διαστάσεων επισιτιστική και ενεργειακή κρίση και προκάλεσε εκτίναξη του παγκόσµιου πληθωρισµού, θέτοντας σε κίνδυνο την εύθραυστη οικονοµική ανάκαµψη του κόσµου από την COVID-19. Ωστόσο, ο πόλεµος ανέδειξε και τα σαθρά θεµέλια της διεθνούς τάξης ασφάλειας που προέκυψε µετά το τέλος του Β’ Παγκόσµιου Πολέµου, προκαλώντας αναταράξεις σε όλο τον κόσµο και ενθαρρύνοντας χώρες όπως η Γερµανία και η Ιαπωνία να επανεξοπλιστούν.

Και ενώ ορισµένοι εξακολουθούν να προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις ενέργειες του Πούτιν, υποστηρίζοντας ότι η Ρωσία προκλήθηκε, κατά κάποιον τρόπο, από την «ανατολική επέκταση» του ΝΑΤΟ, γεγονός παραµένει ότι η Ουκρανία δεν αποτελούσε απειλή για τη Ρωσία όταν ο Πούτιν εισέβαλε στη χώρα. Ο Πούτιν δεν επεδίωκε να υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας από καταπατήσεις της Ουκρανίας ή της ∆ύσης. Ηθελε απλώς να επιδιώξει τις αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες.

Η πιθανότητα µιας ρωσικής νίκης στην Ουκρανία έχει προκαλέσει πανικό στους γείτονες της Ρωσίας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, καθώς και στις κυβερνήσεις σε όλη την Κεντρική και Ανατολική Ασία. Εάν η Ρωσία, µια πυρηνική δύναµη, µπορεί να εισβάλει στην πολύ µικρότερη γείτονά της και να επικρατήσει, τι θα εµποδίσει τον Πούτιν από το να κάνει το ίδιο µετά στην Πολωνία ή την Κίνα από το να εισβάλει στην Ταϊβάν;

Ο κόσµος χρειάζεται επειγόντως µια ενιαία στρατηγική, όµως τα Ηνωµένα Εθνη είναι διασπασµένα και δυσλειτουργικά. Αφότου η Ρωσία άσκησε βέτο στο ψήφισµα του Συµβουλίου Ασφαλείας, που κατήγγειλε τηνεισβολή της στην αρχή του πολέµου, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έχει υιοθετήσει µόνο κάποια αναποτελεσµατικά ψηφίσµατα, µεταξύ των οποίων εκείνο της 23ης Φεβρουαρίου, που ζητούσε την άµεση απόσυρση της Ρωσίας. Αντιµέτωπος µε τη µεγαλύτερη απειλή για την παγκόσµια σταθερότητα εδώ και µία γενιά, ο Οργανισµός, που δηµιουργήθηκε για να επιβλέπει και να υπερασπίζεται τη διεθνή φιλελεύθερη τάξη, φαντάζει ανίκανος να εµποδίσει τη διάλυσή της.

Το πρόβληµα έγκειται στη δοµή διακυβέρνησης του ΟΗΕ. Το Συµβούλιο Ασφαλείας δηµιουργήθηκε για να διατηρήσει την παγκόσµια ειρήνη, αλλά το δικαίωµα αρνησικυρίας (βέτο) που παραχωρήθηκε στα πέντε µόνιµα µέλη του -Ηνωµένες Πολιτείες, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία και Ηνωµένο Βασίλειο ήταν πάντα σηµαντικό εµπόδιο στην επίτευξη αυτού του στόχου. Τώρα, που ένα από τα µόνιµα µέλη του µε δικαίωµα βέτο διεξάγει επιθετικό πόλεµο εναντίον µιας γειτονικής χώρας, κατά κατάφωρη παραβίαση του ∆ιεθνούς ∆ικαίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, το Συµβούλιο Ασφαλείας είναι ουσιαστικά ανίσχυρο να επιβάλει οικονοµικές κυρώσεις ή να επιφέρει ειρηνική επίλυση. Η εξουσία του Συµβουλίου Ασφαλείας υπονοµεύτηκε περαιτέρω από τις επανειληµµένες παραβιάσεις των ψηφισµάτων του εκ µέρους της Βόρειας Κορέας. Το καθεστώς της Βόρειας Κορέας εκτόξευσε έναν διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο που προσγειώθηκε στην αποκλειστική οικονοµική ζώνη της Ιαπωνίας στις 18 Φεβρουαρίου και, σύµφωνα µε πληροφορίες, ετοιµάζεται για την έβδοµη πυρηνική του δοκιµή. Πέρυσι εκτόξευσε περισσότερους από 90 πυραύλους πάνω από την Ανατολική Σινική Θάλασσα και την Ιαπωνική Θάλασσα. Ωστόσο, το Συµβούλιο Ασφαλείας παρέµεινε σιωπηλό από τότε που η Κίνα και η Ρωσία άσκησαν βέτο σε µια προσπάθεια υπό την ηγεσία των ΗΠΑ για την επιβολή νέων κυρώσεων στη χώρα.

Η ανικανότητα του ΟΗΕ να αντιµετωπίσει αυτές τις αυξανόµενες απειλές για την παγκόσµια σταθερότητα έχει ενθαρρύνει τη Γερµανία και την Ιαπωνία να εγκαταλείψουν την επί δεκαετίες αποχή τους από την ανάπτυξη ισχυρών στρατιωτικών δυνάµεων. Με έναν πόλεµο ξηράς να µαίνεται στην Ευρώπη, η Γερµανία έχει δεσµευτεί να αυξήσει τον αµυντικό της προϋπολογισµό κατά 100 δισ. ευρώ (106 δισ. δολάρια) και (µάλλον απρόθυµα) συµφώνησε να στείλει 14 άρµατα µάχης Leopard 2 στην Ουκρανία. Η Ιαπωνία, βαθιά συγκλονισµένη από την εισβολή της Ρωσίας, σχεδιάζει να διπλασιάσει τις αµυντικές δαπάνες της µέχρι το 2027 (αν και ο πρωθυπουργός, Φουµίο Κισίντα, θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει το πώς θα τις πληρώσει) και αναθεωρεί τη στρατηγική εθνικής ασφάλειας της χώρας, ώστε να επιτρέψει στον στρατό να πλήττει εχθρικούς στόχους στο εξωτερικό σε περίπτωση τρέχουσας ή επικείµενης επίθεσης.

Παρά την πρόσφατη δέσµευσή της για επαναστρατιωτικοποίηση, η Ιαπωνία διατηρεί το ειρηνιστικό Σύνταγµά της και παραµένει αντίθετη στην απόκτηση πυρηνικών όπλων, εξαιτίας του τραύµατος της Χιροσίµα και του Ναγκασάκι. Η πλειονότητα του ιαπωνικού λαού στηρίζει µεν την ενίσχυση των αµυντικών δαπανών, ωστόσο πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι σωστά το Σύνταγµα που επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ περιόρισε τον ρόλο του στρατού στην αυτοάµυνα.

Οµως, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, µαζί µε τις προκλήσεις της Βόρειας Κορέας και την ολοένα πιο επιθετική στάση της Κίνας, έχει αναδείξει τη σηµασία της ανάπτυξης των αποτρεπτικών δυνατοτήτων της χώρας και επιτάχυνε την αποµάκρυνσή της από τον ειρηνιστικό ιδεαλισµό. Ταυτόχρονα, η προστασία της φιλελεύθερης δηµοκρατίας από επιτιθέµενους όπως η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα απαιτεί ένα πολυµερές σώµα ικανό να αντιµετωπίσει τις απειλές για την παγκόσµια ειρήνη.

Είναι προφανές ότι ο πόλεµος στην Ουκρανία ανέδειξε τα σαθρά θεµέλια της διεθνούς ασφάλειας και τάξης και την αδυναµία του θεσµού να διατηρήσει την παγκόσµια ειρήνη, µε την οποία είναι επιφορτισµένος. Προκειµένου να εκπληρώνει τον ειρηνευτικό ρόλο του και να σταµατά επιτιθέµενους εισβολείς, όπως τον Βλαντιµίρ Πούτιν, το Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ θα πρέπει να παραχωρήσει δικαίωµα αρνησικυρίας (βέτο) στη Γερµανία και την Ιαπωνία.

Για να εκπληρώσει τον ειρηνευτικό του ρόλο, το Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πρέπει να προβεί σε σηµαντική µεταρρύθµιση. Τουλάχιστον η Ιαπωνία και η Γερµανία θα πρέπει να έχουν µόνιµες έδρες και δικαίωµα βέτο. Εναλλακτικά, το δικαίωµα αρνησικυρίας ενός µόνιµου µέλους θα πρέπει να αναστέλλεται, εάν το εν λόγω µέλος εξαπολύσει επίθεση έναντι άλλου κράτους, όπως έκανε η Ρωσία. Με τον κόσµο στο χείλος της καταστροφής, η αναθεώρηση του ακρογωνιαίου λίθου της παγκόσµιας διακυβέρνησης είναι µονόδροµος.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 1/4