Γιατί χάνουν έδαφος οι κοµµατικοί πανελίστες;
Άρθρο γνώμης
Οι εκλογικές επιτυχίες µπορεί να σηµαίνουν ότι στην αντιπολίτευση υπήρξε ανάγκη ανάδειξης νέων προσώπων, που θα κριθούν σε όλα τα πεδία
Σε όλες τις κάλπες που στήθηκαν στη χώρα µας από το 2021 και µετά παρατηρήθηκαν κάποια απρόσµενα αποτελέσµατα µε κοινά χαρακτηριστικά. Αρχικά, στη διαδοχή της Φώφης Γεννηµατά είχαµε την επικράτηση του Νίκου Ανδρουλάκη έναντι του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Α. Παπανδρέου και άλλων προβεβληµένων υποψηφίων, όπως ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο Χάρης Καστανίδης, ο Παύλος Γερουλάνος και ο Παύλος Χρηστίδης. Ο σηµερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν άγνωστος. Ηταν ευρωβουλευτής, είχε ξαναθέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος, είχε διατελέσει γραµµατέας και διέθετε πανελλαδικό µηχανισµό. Υστερούσε, όµως, των συνυποψηφίων του σε ώρες τηλεοπτικής παρουσίας, πιθανώς και σε ικανότητα σε αυτόν τον τοµέα.
Το αποτέλεσµα των βουλευτικών του 2023 προκάλεσε την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα και την πρώτη, ουσιαστικά, εκλογή προέδρου από τη βάση στον ΣΥΡΙΖΑ. Και εκεί έθεσαν υποψηφιότητα µια σειρά από ιδιαίτερα προβεβληµένα στελέχη του κόµµατος, όπως οι διατελέσαντες υπουργοί Εφη Αχτσιόγλου, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Νίκος Παππάς και Στέφανος Τζουµάκας. Επικράτησε, όµως, ο Στέφανος Κασσελάκης, που έναν µήνα πριν από την κάλπη ήταν εντελώς άγνωστος στα στελέχη του κόµµατος. Και σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, οι πιο «τηλεοπτικοί» υποψήφιοι έχασαν από έναν αντίπαλο, που, εκτός από ελάχιστη προβολή, είχε και ελάχιστη κοµµατική -και «ελλαδική»- εµπειρία. Ανάλογα φαινόµενα είχαµε και σε κόµµατα του λεγόµενου «πατριωτικού» χώρου, που κινήθηκαν πριν από βουλευτικές και ευρωεκλογές εκτός τηλεοπτικού πεδίου.
Στις δηµοτικές εκλογές θα έλεγε κανείς πως µετρά λιγότερο η τηλεοπτική προβολή. Οχι, όµως, και στον ∆ήµο Αθηναίων. Ο άγνωστος Χάρης ∆ούκας κατόρθωσε τον Οκτώβριο του 2023 να ξεπεράσει στον πρώτο γύρο ανθυποψηφίους όπως ο «τηλεοπτικότατος» Κώστας Ζαχαριάδης και να περάσει στον δεύτερο γύρο, όπου επικράτησε του Κώστα Μπακογιάννη. Σίγουρα Ανδρουλάκης, Κασσελάκης και ∆ούκας διαφέρουν σε πολλά. Εχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την έλλειψη τηλεοπτικής παρουσίας, που αποδείχθηκε προτέρηµα, και το γεγονός ότι εµφανίστηκαν στην κεντρική πολιτική σκηνή µετά το 2019, όταν εξελέγη πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καθυστέρησε να παραιτηθεί από την Ευρωβουλή και επέλεξε µια στρατηγική περιορισµένης τηλεοπτικής έκθεσης και µετά την εκλογή του. Μη όντας βουλευτής, δεν συµµετείχε στις διαδικασίες της προηγούµενης κοινοβουλευτικής θητείας, κάτι το οποίο ισχύει σήµερα για τον Στέφανο Κασσελάκη.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα από ένα διάστηµα υπερέκθεσης στην τηλεόραση, φαίνεται να αναζητά µια νέα ισορροπία, ενώ ο δήµαρχος Αθηναίων έκανε µέχρι σήµερα περιορισµένες τηλεοπτικές παρουσίες. Οι εκλογικές τους επιτυχίες έναντι αντιπάλων µε µεγαλύτερη τηλεοπτική προβολή δεν σηµαίνουν απαραίτητα ότι η κυριαρχία της τηλεόρασης έχει τελειώσει. Μπορεί, όµως, να σηµαίνουν ότι οι πολιτικοί που υπερεκτίθενται στη µικρή οθόνη ως πανελίστες φθείρονται από τις συγκρούσεις ή υστερούν σε ηγετικότητα. Μπορεί, τέλος, να σηµαίνουν ότι στην αντιπολίτευση υπήρξε ανάγκη ανάδειξης νέων προσώπων, τα οποία, αφού αναδείχθηκαν, θα κριθούν σε όλα τα πεδία. Μεταξύ των οποίων και το τηλεοπτικό.
Το αποτέλεσµα των βουλευτικών του 2023 προκάλεσε την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα και την πρώτη, ουσιαστικά, εκλογή προέδρου από τη βάση στον ΣΥΡΙΖΑ. Και εκεί έθεσαν υποψηφιότητα µια σειρά από ιδιαίτερα προβεβληµένα στελέχη του κόµµατος, όπως οι διατελέσαντες υπουργοί Εφη Αχτσιόγλου, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Νίκος Παππάς και Στέφανος Τζουµάκας. Επικράτησε, όµως, ο Στέφανος Κασσελάκης, που έναν µήνα πριν από την κάλπη ήταν εντελώς άγνωστος στα στελέχη του κόµµατος. Και σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, οι πιο «τηλεοπτικοί» υποψήφιοι έχασαν από έναν αντίπαλο, που, εκτός από ελάχιστη προβολή, είχε και ελάχιστη κοµµατική -και «ελλαδική»- εµπειρία. Ανάλογα φαινόµενα είχαµε και σε κόµµατα του λεγόµενου «πατριωτικού» χώρου, που κινήθηκαν πριν από βουλευτικές και ευρωεκλογές εκτός τηλεοπτικού πεδίου.
Στις δηµοτικές εκλογές θα έλεγε κανείς πως µετρά λιγότερο η τηλεοπτική προβολή. Οχι, όµως, και στον ∆ήµο Αθηναίων. Ο άγνωστος Χάρης ∆ούκας κατόρθωσε τον Οκτώβριο του 2023 να ξεπεράσει στον πρώτο γύρο ανθυποψηφίους όπως ο «τηλεοπτικότατος» Κώστας Ζαχαριάδης και να περάσει στον δεύτερο γύρο, όπου επικράτησε του Κώστα Μπακογιάννη. Σίγουρα Ανδρουλάκης, Κασσελάκης και ∆ούκας διαφέρουν σε πολλά. Εχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την έλλειψη τηλεοπτικής παρουσίας, που αποδείχθηκε προτέρηµα, και το γεγονός ότι εµφανίστηκαν στην κεντρική πολιτική σκηνή µετά το 2019, όταν εξελέγη πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καθυστέρησε να παραιτηθεί από την Ευρωβουλή και επέλεξε µια στρατηγική περιορισµένης τηλεοπτικής έκθεσης και µετά την εκλογή του. Μη όντας βουλευτής, δεν συµµετείχε στις διαδικασίες της προηγούµενης κοινοβουλευτικής θητείας, κάτι το οποίο ισχύει σήµερα για τον Στέφανο Κασσελάκη.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα από ένα διάστηµα υπερέκθεσης στην τηλεόραση, φαίνεται να αναζητά µια νέα ισορροπία, ενώ ο δήµαρχος Αθηναίων έκανε µέχρι σήµερα περιορισµένες τηλεοπτικές παρουσίες. Οι εκλογικές τους επιτυχίες έναντι αντιπάλων µε µεγαλύτερη τηλεοπτική προβολή δεν σηµαίνουν απαραίτητα ότι η κυριαρχία της τηλεόρασης έχει τελειώσει. Μπορεί, όµως, να σηµαίνουν ότι οι πολιτικοί που υπερεκτίθενται στη µικρή οθόνη ως πανελίστες φθείρονται από τις συγκρούσεις ή υστερούν σε ηγετικότητα. Μπορεί, τέλος, να σηµαίνουν ότι στην αντιπολίτευση υπήρξε ανάγκη ανάδειξης νέων προσώπων, τα οποία, αφού αναδείχθηκαν, θα κριθούν σε όλα τα πεδία. Μεταξύ των οποίων και το τηλεοπτικό.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»