Πρόωρες εκλογές, το αγαπηµένο σπορ της πολιτικής µας σκηνής ''διά πάσαν νόσον''
Άρθρο γνώμης
Είναι χρέος της κυβέρνησης να δώσει τέλος στα σενάρια αβεβαιότητας, επιλέγοντας τον μόνο δρόμο φυγής προς τα εμπρός
Στην τελευταία δηµοσκόπηση της Kapa Research, που δηµοσίευσε η «Κυριακάτικη Απογευµατινή» την περασµένη εβδοµάδα, στο ερώτηµα για πρόωρες εκλογές, το 66% -δηλαδή οι δύο στους τρεις- απαντούν αρνητικά. Θέλουν ολοκλήρωση της δεύτερης τετραετίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, δήλωσε ο πρωθυπουργός από το βήµα του Economist.
Οµως, περιέργως, αυτό δεν ανακόπτει τη φιλολογία που έρπει ή και ενίοτε βγαίνει στην επιφάνεια, ότι να, όπου να ’ναι θα στηθούν αιφνιδιαστικά κάλπες. Κι αυτό µόλις ένα χρόνο µετά τη διπλή εκλογική αναµέτρηση και λίγες εβδοµάδες µετά τις ευρωεκλογές. Λίγο η διεθνής αναταραχή, λίγο οι γαλλικές εκλογές, λίγο οι οριζόντιες διεργασίες στα κόµµατα, δεν θέλει και πολύ να πάρουν φωτιά τα σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Μεταξύ µας, δεν υπάρχει φάση στον πολιτικό βίο µετά τη µεταπολίτευση -πλην ολίγων εξαιρέσεων- που η φιλολογία για πρόωρες εκλογές να αρχίσει να σέρνεται λίγο µετά τις... εκλογές.
Σε δουλειά να βρισκόµαστε και αυτό το καλοκαίρι. Τα σενάρια για πρόωρες εκλογές άρχισαν να παίζουν µετά το αποτέλεσµα της ευρωκάλπης µε δύο εκδοχές: είτε ο Μητσοτάκης θα κάνει έναν αιφνιδιασµό είτε, λόγω των εξελίξεων ή αδυναµίας, θα συρθεί αναγκαστικά στις κάλπες.
Πάµε λοιπόν να απαριθµήσουµε τι έχουµε ακούσει αυτές τις µέρες:
Μετά την πτώση της Ν.∆. από το περσινό 41% στο 28% των ευρωεκλογών, ο κίνδυνος περαιτέρω πτώσης, που ενδέχεται να καταγραφεί στις δηµοσκοπήσεις του φθινοπώρου, θα οδηγήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην απόφαση για πρόωρες κάλπες.
Αυτό είναι φρέσκο: Η εφ’ όλης της ύλης επίθεση των Σαµαρά - Καραµανλή στον πρωθυπουργό προοιωνίζεται βαθιά κρίση στη Ν.∆., που ενδέχεται να οδηγήσει και σε διάσπαση ή αποστασίες και άρα να προκύψει πολιτικό αδιέξοδο και να πάµε αναγκαστικά σε εκλογές. Ο Μητσοτάκης πατάει εδώ και καιρό σε δύο βάρκες -του Κέντρου και της ∆εξιάς- και κινδυνεύει να πέσει µέσα στο κενό, εκτός και αν προλάβει το κακό µε εκλογές.
Ο πρωθυπουργός θα κάνει εκλογές το 2025, ώστε το 2029, όταν έχουµε πάλι ευρωεκλογές και αλλαγή φρουράς στις Βρυξέλλες, να είναι διαθέσιµος µε ηγετικό πόστο. Η αντιπολίτευση αυτήν την περίοδο -και σίγουρα µέχρι το φθινόπωρο- θα βολοδέρνει µε εσωκοµµατικές ρήξεις, εκλογές, αµφισβητήσεις αρχηγών και τα συναφή. Οπότε, είναι ό,τι πρέπει να αρπάξει ο Κυρ. Μητσοτάκης την ευκαιρία και να προχωρήσει σε εκλογικό αιφνιδιασµό, ανανεώνοντας τη θητεία του, πριν τα σηµάδια φθοράς σηµατοδοτήσουν µια µη αντιστρεπτή πορεία για την κυβέρνηση.
Κάποιοι από την αντιπολίτευση οραµατίστηκαν ένα εκλογικό Λαϊκό Μέτωπο αλά γαλλικά, έτοιµο για εκλογές ανά πάσα στιγµή, αλλά αυτό το σενάριο καίγεται λόγω των δραµατικών εξελίξεων στη Γαλλία, αλλά, κυρίως, της κρίσης σε ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ που βαθαίνει και δεν αφήνει περιθώρια για ονειροπολήσεις και συγκολλήσεις που θα φέρουν µια ώρα αρχύτερα τον λυτρωµό...
Κάτι για λίγο αργότερα: Η διαδικασία εκλογής νέου Προέδρου της ∆ηµοκρατίας και το παζλ των υποψηφιοτήτων, τον προσεχή Ιανουάριο, µπορεί να οδηγήσει σε αδιέξοδο (δεν υπάρχει συνταγµατικά τέτοιο ενδεχόµενο, αλλά λέµε τώρα...) και άρα να στηθούν κάλπες.
Υπάρχουν, τέλος, και αυτοί που εκτιµούν ότι ορισµένες εξαγγελίες της κυβέρνησης -για παράδειγµα, η φορολόγηση των υπερκερδών στα διυλιστήρια και η απόδοσή τους στους συνταξιούχους ή οι επικείµενες αλλαγές στη φορολογία των επαγγελµατιών- «µυρίζουν» εκλογές, που µπορεί να «σκάσουν» τον Σεπτέµβριο στη ∆ΕΘ.
Σταµατάµε εδώ, αφήνοντας στην κρίση του καθενός τη βάση και τη βιωσιµότητα αυτών των σεναρίων. Θα ανοίξουµε µόνο µια παρένθεση από το πιο πρόσφατο και τρανταχτό case study εκλογικού αιφνιδιασµού: την προκήρυξη εκλογών από τον πρόεδρο Μακρόν, τις συνέπειες της απόφασης του οποίου βιώνουµε αυτά τα 24ωρα. «Οταν οι ιστορικοί θα ανατρέχουν στην απόφαση της διάλυσης της Εθνοσυνέλευσης από τον πρόεδρο Μακρόν, θα έχουν µόνο µια λέξη για να τη χαρακτηρίσουν: Καταστροφή!» έγραφε η «Le Figaro» την εποµένη του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών.
Βεβαίως η Ελλάδα δεν είναι Γαλλία, όπου τα δύο άκρα συνθλίβουν το Κέντρο. Ούτε η κ. Λατινοπούλου είναι η επερχόµενη Λεπέν της Ελλάδας... Αυτό δεν αποτρέπει ωστόσο τους υπέρµαχους του δόγµατος Μάο, «µεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», να επιµένουν στα σενάρια πρόωρων εκλογών. Μια τάση που τροφοδοτείται τόσο από τις διαρθρωτικές αδυναµίες του πολιτικού συστήµατος όσο, όµως, και από τις χτυπητές αδυναµίες της κυβερνητικής πολιτικής. Με απλά λόγια, όσο η κυβέρνηση δεν κάνει καλά τη δουλειά της τόσο, µεταξύ άλλων, τα σενάρια αβεβαιότητας και έκτακτης ανάγκης θα τροφοδοτούνται. Σενάρια που ενισχύονται από τους διαλυτικούς κραδασµούς στα δύο µεγαλύτερα κόµµατα της αντιπολίτευσης, ρευστοποιώντας τις συντεταγµένες του πολιτικού συστήµατος, αφήνοντας ως εκ τούτου χώρο για ενδεχόµενα αδιανόητα µε τα σηµερινά δεδοµένα.
Το είπαµε και το ξαναλέµε: η χώρα έχει ανάγκη από σταθερότητα και ανάπτυξη. Η σταθερότητα όµως δεν είναι συνώνυµο της στασιµότητας. Συνεπώς είναι χρέος της κυβέρνησης να δώσει τέλος στα σενάρια αβεβαιότητας, επιλέγοντας τον µόνο δρόµο φυγής προς τα εµπρός: την εφαρµογή µιας τολµηρής µεταρρυθµιστικής ατζέντας, την ενθάρρυνση ενός παραγωγικού µοντέλου ανάπτυξης, την καταπολέµηση της ακρίβειας, τη διαχείριση της κρίσης στην Υγεία και την Παιδεία. Οσο αυτά δεν γίνονται, ή καρκινοβατούν, τόσο τα σενάρια, που σήµερα φαντάζουν γραφικά, µπορεί αύριο να τα βρούµε µπροστά µας. Οχι από επιλογή, αλλά εξ ανάγκης...
Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή
Οµως, περιέργως, αυτό δεν ανακόπτει τη φιλολογία που έρπει ή και ενίοτε βγαίνει στην επιφάνεια, ότι να, όπου να ’ναι θα στηθούν αιφνιδιαστικά κάλπες. Κι αυτό µόλις ένα χρόνο µετά τη διπλή εκλογική αναµέτρηση και λίγες εβδοµάδες µετά τις ευρωεκλογές. Λίγο η διεθνής αναταραχή, λίγο οι γαλλικές εκλογές, λίγο οι οριζόντιες διεργασίες στα κόµµατα, δεν θέλει και πολύ να πάρουν φωτιά τα σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Μεταξύ µας, δεν υπάρχει φάση στον πολιτικό βίο µετά τη µεταπολίτευση -πλην ολίγων εξαιρέσεων- που η φιλολογία για πρόωρες εκλογές να αρχίσει να σέρνεται λίγο µετά τις... εκλογές.
Σε δουλειά να βρισκόµαστε και αυτό το καλοκαίρι. Τα σενάρια για πρόωρες εκλογές άρχισαν να παίζουν µετά το αποτέλεσµα της ευρωκάλπης µε δύο εκδοχές: είτε ο Μητσοτάκης θα κάνει έναν αιφνιδιασµό είτε, λόγω των εξελίξεων ή αδυναµίας, θα συρθεί αναγκαστικά στις κάλπες.
Πάµε λοιπόν να απαριθµήσουµε τι έχουµε ακούσει αυτές τις µέρες:
Μετά την πτώση της Ν.∆. από το περσινό 41% στο 28% των ευρωεκλογών, ο κίνδυνος περαιτέρω πτώσης, που ενδέχεται να καταγραφεί στις δηµοσκοπήσεις του φθινοπώρου, θα οδηγήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην απόφαση για πρόωρες κάλπες.
Αυτό είναι φρέσκο: Η εφ’ όλης της ύλης επίθεση των Σαµαρά - Καραµανλή στον πρωθυπουργό προοιωνίζεται βαθιά κρίση στη Ν.∆., που ενδέχεται να οδηγήσει και σε διάσπαση ή αποστασίες και άρα να προκύψει πολιτικό αδιέξοδο και να πάµε αναγκαστικά σε εκλογές. Ο Μητσοτάκης πατάει εδώ και καιρό σε δύο βάρκες -του Κέντρου και της ∆εξιάς- και κινδυνεύει να πέσει µέσα στο κενό, εκτός και αν προλάβει το κακό µε εκλογές.
Ο πρωθυπουργός θα κάνει εκλογές το 2025, ώστε το 2029, όταν έχουµε πάλι ευρωεκλογές και αλλαγή φρουράς στις Βρυξέλλες, να είναι διαθέσιµος µε ηγετικό πόστο. Η αντιπολίτευση αυτήν την περίοδο -και σίγουρα µέχρι το φθινόπωρο- θα βολοδέρνει µε εσωκοµµατικές ρήξεις, εκλογές, αµφισβητήσεις αρχηγών και τα συναφή. Οπότε, είναι ό,τι πρέπει να αρπάξει ο Κυρ. Μητσοτάκης την ευκαιρία και να προχωρήσει σε εκλογικό αιφνιδιασµό, ανανεώνοντας τη θητεία του, πριν τα σηµάδια φθοράς σηµατοδοτήσουν µια µη αντιστρεπτή πορεία για την κυβέρνηση.
Κάποιοι από την αντιπολίτευση οραµατίστηκαν ένα εκλογικό Λαϊκό Μέτωπο αλά γαλλικά, έτοιµο για εκλογές ανά πάσα στιγµή, αλλά αυτό το σενάριο καίγεται λόγω των δραµατικών εξελίξεων στη Γαλλία, αλλά, κυρίως, της κρίσης σε ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ που βαθαίνει και δεν αφήνει περιθώρια για ονειροπολήσεις και συγκολλήσεις που θα φέρουν µια ώρα αρχύτερα τον λυτρωµό...
Κάτι για λίγο αργότερα: Η διαδικασία εκλογής νέου Προέδρου της ∆ηµοκρατίας και το παζλ των υποψηφιοτήτων, τον προσεχή Ιανουάριο, µπορεί να οδηγήσει σε αδιέξοδο (δεν υπάρχει συνταγµατικά τέτοιο ενδεχόµενο, αλλά λέµε τώρα...) και άρα να στηθούν κάλπες.
Υπάρχουν, τέλος, και αυτοί που εκτιµούν ότι ορισµένες εξαγγελίες της κυβέρνησης -για παράδειγµα, η φορολόγηση των υπερκερδών στα διυλιστήρια και η απόδοσή τους στους συνταξιούχους ή οι επικείµενες αλλαγές στη φορολογία των επαγγελµατιών- «µυρίζουν» εκλογές, που µπορεί να «σκάσουν» τον Σεπτέµβριο στη ∆ΕΘ.
Σταµατάµε εδώ, αφήνοντας στην κρίση του καθενός τη βάση και τη βιωσιµότητα αυτών των σεναρίων. Θα ανοίξουµε µόνο µια παρένθεση από το πιο πρόσφατο και τρανταχτό case study εκλογικού αιφνιδιασµού: την προκήρυξη εκλογών από τον πρόεδρο Μακρόν, τις συνέπειες της απόφασης του οποίου βιώνουµε αυτά τα 24ωρα. «Οταν οι ιστορικοί θα ανατρέχουν στην απόφαση της διάλυσης της Εθνοσυνέλευσης από τον πρόεδρο Μακρόν, θα έχουν µόνο µια λέξη για να τη χαρακτηρίσουν: Καταστροφή!» έγραφε η «Le Figaro» την εποµένη του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών.
Βεβαίως η Ελλάδα δεν είναι Γαλλία, όπου τα δύο άκρα συνθλίβουν το Κέντρο. Ούτε η κ. Λατινοπούλου είναι η επερχόµενη Λεπέν της Ελλάδας... Αυτό δεν αποτρέπει ωστόσο τους υπέρµαχους του δόγµατος Μάο, «µεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση», να επιµένουν στα σενάρια πρόωρων εκλογών. Μια τάση που τροφοδοτείται τόσο από τις διαρθρωτικές αδυναµίες του πολιτικού συστήµατος όσο, όµως, και από τις χτυπητές αδυναµίες της κυβερνητικής πολιτικής. Με απλά λόγια, όσο η κυβέρνηση δεν κάνει καλά τη δουλειά της τόσο, µεταξύ άλλων, τα σενάρια αβεβαιότητας και έκτακτης ανάγκης θα τροφοδοτούνται. Σενάρια που ενισχύονται από τους διαλυτικούς κραδασµούς στα δύο µεγαλύτερα κόµµατα της αντιπολίτευσης, ρευστοποιώντας τις συντεταγµένες του πολιτικού συστήµατος, αφήνοντας ως εκ τούτου χώρο για ενδεχόµενα αδιανόητα µε τα σηµερινά δεδοµένα.
Το είπαµε και το ξαναλέµε: η χώρα έχει ανάγκη από σταθερότητα και ανάπτυξη. Η σταθερότητα όµως δεν είναι συνώνυµο της στασιµότητας. Συνεπώς είναι χρέος της κυβέρνησης να δώσει τέλος στα σενάρια αβεβαιότητας, επιλέγοντας τον µόνο δρόµο φυγής προς τα εµπρός: την εφαρµογή µιας τολµηρής µεταρρυθµιστικής ατζέντας, την ενθάρρυνση ενός παραγωγικού µοντέλου ανάπτυξης, την καταπολέµηση της ακρίβειας, τη διαχείριση της κρίσης στην Υγεία και την Παιδεία. Οσο αυτά δεν γίνονται, ή καρκινοβατούν, τόσο τα σενάρια, που σήµερα φαντάζουν γραφικά, µπορεί αύριο να τα βρούµε µπροστά µας. Οχι από επιλογή, αλλά εξ ανάγκης...
Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή