Η Ν.Δ. ψάχνει τον... σαραντάρη της
H λάθος στρατηγική, οι λάθος δηλώσεις και οι λάθος εμμονές του Σαμαρά
Το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής ήταν το δεύτερο χειρότερο για τη Ν.Δ. μετά από αυτό των εκλογών του Μαΐου του 12. Τότε, η Φιλελεύθερη Παράταξη που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συγκέντρωνε μόλις το 18,85%, καταγράφοντας το αρνητικότερο ρεκόρ στη 40χρονη ιστορία της. Ο βασικός λόγος που είχε οδηγήσει στην εκλογική συντριβή της Ν.Δ. υπό την ηγεσία του κ. Αντώνη Σαμαρά ήταν, από τη μία, η έλλειψη ξεκάθαρης στρατηγικής και, από την άλλη, το γεγονός ότι η Παράταξη στηρίχθηκε σε πρόσωπα που δεν πίστευαν στις αρχές, αλλά, κυρίως, στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του κόμματος. Το κατ εξοχήν κόμμα της Ευρώπης συναγωνιζόταν σε αντιμνημονιακές κορώνες ακόμη και τους πιο ακραίους της Αριστεράς. Τότε, στενοί συνεργάτες του κ. Σαμαρά είχαν διοργανώσει μέχρι και χοροεσπερίδα σε μια κοσμική ταβέρνα με τη συμβολική ονομασία «Το αντιμνημόνιο».
Το «φλερτ» της Ν.Δ. με τον λαϊκισμό διήρκεσε αρκετό χρονικό διάστημα. Οταν, λοιπόν, ήρθε η στιγμή της προσγείωσης στη ρεαλιστική πραγματικότητα, οι απώλειες ήταν πολλές. Το κόμμα διασπάστηκε και πολιτικοί σχηματισμοί, όπως οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, αλλά και η Χρυσή Αυγή, άρχισαν να καρπώνονται πολιτικά την απότομη μεταβολή του κ. Σαμαρά.
Οπως και σήμερα, έτσι και τότε ο σημερινός αρχηγός της Ν.Δ. έκανε σαν να μην κατάλαβε. Κάπως έτσι, οδήγησε την Παράταξη στο 18,85%. Στις επαναληπτικές εκλογές τον Ιούνιο, αφού επιστρατεύθηκαν όλες οι δυνάμεις, αλλά κυρίως ο φόβος της επέλασης του «άγνωστου ΣΥΡΙΖΑ», το ποσοστό της Ν.Δ. «εκτινάχθηκε» στο 29,66%. Οι περισσότεροι, αλλά κυρίως οι στενοί συνεργάτες του κ. Σαμαρά, υπό τη μέθη της εξουσίας, προτίμησαν να μην αναλύσουν την εκλογική εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, που από το 4,60% το 2009 είχε βρεθεί στο 26,89% το 2012. Αγνόησαν το μήνυμα της κοινωνίας. Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο λάθος για τους επιτελείς της Ν.Δ. Ο «άγνωστος» του 2012 δεν ήταν πλέον «άγνωστος». Απεναντίας, είχε συστηθεί για τα καλά και είχε ενταχθεί στο «σύστημα». Δεν φόβιζε. Απεναντίας, προσέδιδε ελπίδα.
Η Παράταξη προσήλθε στις κάλπες με τη λογική του κ. Σαμαρά: «Εγώ δεν χάνω από τον Τσίπρα». Μέχρι να φτάσουμε στις κάλπες προηγήθηκαν καταστροφικά λάθη. Το πρώτο μεγάλο λάθος, που σήμανε και την αρχή του τέλους για την προηγούμενη κυβέρνηση, ήταν ο ανασχηματισμός του Ιουνίου. Εκεί που ο κ. Σαμαράς έκρινε σκόπιμο σε μία από τις κρισιμότερες καμπές στην ιστορία του τόπου να παίξει με τους εσωκομματικούς συσχετισμούς. Αντί να «κατεβάσει» στο γήπεδο την dream team και να επιλέξει ό,τι καλύτερο διέθετε η Παράταξη, προτίμησε να υπουργοποιήσει τους λαϊκοδεξιούς. Και το έκανε γιατί ο κ. Χρύσανθος Λαζαρίδης τον είχε πείσει ότι το ζητούμενο δεν είναι ο «μεσαίος χώρος», αλλά η απόλυτη συσπείρωση της δεξιάς δεξαμενής των ψηφοφόρων, που είχαν αυτομολήσει σε άλλα κόμματα με πιο γνήσια πατριωτικά χαρακτηριστικά.
Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν ήταν το πρώτο, ούτε και το τελευταίο λάθος στο οποίο υπέπεσε ο τέως πρωθυπουργός. Απεναντίας, υιοθετώντας και πάλι εισηγήσεις αμφιλεγόμενων πολιτικών συμβούλων, όπως ο προερχόμενος από την Αριστερά Χρύσανθος Λαζαρίδης, πείστηκε ότι στις αρχές Σεπτεμβρίου θα ολοκληρωνόταν με επιτυχία η τελευταία διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Κι ενώ είχαν διαρρεύσει διάφορα ενθουσιώδη πριν από την ομιλία του πρώην πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, η εξέλιξη των πραγμάτων διέψευσε κατηγορηματικά τις αισιόδοξες προβλέψεις τους, με αποτέλεσμα να φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον κ. Σαμαρά. Ακολούθησαν κι άλλα λάθη, με χαρακτηριστικότερο εκείνο του ΕΝΦΙΑ.
Ολο αυτό το διάστημα, τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» με συνέπεια παρακολουθούσαν και τις επιλογές και τις πολιτικές της κυβέρνησης Σαμαρά. Οπου κρίναμε σκόπιμο ασκούσαμε κριτική, πιστεύοντας ότι θα μπορέσουμε να συμβάλουμε είτε στην αλλαγή ρότας είτε στη διόρθωση κάποιων λαθών. Δυστυχώς, ο κ. Σαμαράς σχεδόν πάντοτε αντιμετώπιζε την κριτική με καχυποψία, θεωρώντας ότι υπάρχει διάθεση υπονόμευσης. Ακόμη κι όταν δημοσιεύαμε δημοσκοπήσεις, το σύστημα του Μαξίμου ήταν δύσπιστο. Παρ όλα αυτά και παρά την εχθρική στάση που κρατούσαν απέναντί μας οι κύριοι Κώστας Μπούρας, Χρύσανθος Λαζαρίδης και Γιώργος Μουρούτης, εμείς συνεχίσαμε να κάνουμε αυτό που επέτασσε η συνείδησή μας. Κι επειδή τα γραπτά μένουν, θα ήταν ωφέλιμο για τον σημερινό ηγέτη της Παράταξης να ανατρέξει στο αρχείο των δημοσιευμάτων της εφημερίδας. Εκεί θα δει ότι πρώτα τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» είχαν προειδοποιήσει για την καταστροφική δράση του πανίσχυρου γραμματέα της κυβέρνησης, κ. Τάκη Μπαλτάκου. Η εξέλιξη των πραγμάτων ήρθε να μας δικαιώσει.
Από το αρχειακό υλικό θα δει ο κ. Σαμαράς τι γράφαμε για τις καταστροφικές εισηγήσεις των κυρίων Χρύσανθου Λαζαρίδη και Γιώργου Μουρούτη. Από τα δημοσιεύματα του παρελθόντος θα διαπιστώσει ποια εφημερίδα δημοσίευε τις πιο αξιόπιστες δημοσκοπήσεις. Στις σελίδες των «Παραπολιτικών» υπάρχουν κι άλλα μηνύματα προς τον κ. Σαμαρά. Για παράδειγμα, πρώτοι εμείς γράψαμε για την ανάγκη να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία προτείνοντας πρόσωπο στο οποίο θα συμφωνούσαν οι πολιτικές δυνάμεις για τη θέση του πρωθυπουργού. Και, εν τέλει, όταν το παιχνίδι άρχισε να χάνεται, από τούτη εδώ τη στήλη είχα προτρέψει τον κ. Σαμαρά να προσέλθει σε τηλεοπτική αναμέτρηση με τον κ. Τσίπρα. Τότε δεν μπορούσα καν να σκεφτώ ότι ο ηγέτης της μεγάλης Φιλελεύθερης Παράταξης θα αρνούνταν ακόμη και να παραδώσει στον διάδοχό του.
Τα λάθη ήταν πολλά και καταστροφικά. Το βασικό όμως έχει να κάνει με την πολιτική καχυποψία που διακρίνει το στενό περιβάλλον του προέδρου της Ν.Δ. Το γεγονός ότι δεν παραδέχεται την εκλογική συντριβή της περασμένης Κυριακής θα καταγραφεί σε δεύτερο χρόνο. Ετούτη την ώρα, για μας, εκείνο που προέχει δεν είναι ο καταλογισμός των ευθυνών, αλλά το πώς και πότε θα ανασυγκροτηθεί η Παράταξη. Το αποτέλεσμα της 25ης Ιανουαρίου δεν ήταν απλώς ένα αποτέλεσμα, αλλά μια ιστορική νίκη της Αριστεράς απέναντι στο αστικό σύστημα. Εκείνο που θα γράψει ο ιστορικός του μέλλοντος δεν είναι ότι δεν προσήλθε να παραδώσει ο κ. Σαμαράς στον κ. Τσίπρα, αλλά ότι επί των ημερών της ηγεσίας του συγκροτήθηκε Αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα. Μπροστά σε αυτή τη ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας, τα όσα υποστηρίζει η ηγεσία της Ν.Δ. δεν έχουν κανένα απολύτως ενδιαφέρον. Αυτό που θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα, ακόμη και για τον τελευταίο ψηφοφόρο της ελληνικής Κεντροδεξιάς, είναι το πόσο γρήγορα, αλλά κυρίως ποιος θα μπορέσει να διασφαλίσει εκλογική επιτυχία στη Ν.Δ.
Επειδή η Ιστορία δεν γράφεται ούτε με «αν» ούτε με «ίσως» ούτε με «μάλλον», ήρθε η ώρα να πει κάποιος στον κ. Σαμαρά ότι δεν μπορεί να κερδίσει τον 40άρη Τσίπρα. Με το αποτέλεσμα της Κυριακής άλλαξε γενιά το πολιτικό σύστημα. Απέναντι στον Τσίπρα, την Κωνσταντοπούλου και τον νεότερο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η Ν.Δ. δεν μπορεί να παρατάσσει τον Σαμαρά, τον Λαζαρίδη και τον Τραγάκη.
Για μας εδώ προτεραιότητα δεν αποτελεί το πολιτικό μέλλον κανενός στη Ν.Δ. Αυτό που προέχει είναι το πόσο σύντομα θα βρεθεί ο 40άρης που θα μπορέσει να απαλλάξει τη χώρα από την κυβέρνηση της Αριστεράς. Και να γνωρίζουν κάτι τελευταίο οι άνθρωποι που συμβουλεύουν τον κ. Σαμαρά: ο μόνος αρχηγός που παρέμεινε στην ηγεσία της Ν.Δ., μετά από ήττα, και όχι εκλογική συντριβή, ήταν ο Κώστας Καραμανλής το 2000. Ο βασικός λόγος της παραμονής είχε να κάνει με το γεγονός ότι οι περισσότεροι πίστευαν ότι στις επόμενες εκλογές θα κέρδιζε. Αυτό δηλαδή που κανείς δεν πιστεύει σήμερα. Αν λοιπόν ο κ. Σαμαράς επιμείνει να παραμένει στην καρέκλα του, για ένα να είναι σίγουρος: ότι, μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να φέρει τη βασική ευθύνη και για την περαιτέρω εκλογική εκτίναξη της Χρυσής Αυγής. Οσο πιο γρήγορα ο πρόεδρος της Ν.Δ. διευκολύνει τα πράγματα, τόσο πιο σύντομα η Ν.Δ. θα επιστρέψει στην εξουσία. Αν επιμείνει στον δρόμο που έχει αποφασίσει να ακολουθήσει, πολύ σύντομα θα διαπιστώσει ότι έχει κάνει ακόμη ένα ιστορικό λάθος
Τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» θα παραμείνουν σταθερά προσηλωμένα στην πορεία που ξεκίνησαν. Και είναι καλό να γνωρίζουν οι συνεργάτες του κ. Σαμαρά ότι η συνέπεια και η μπέσα δεν αποτελούν a la carte διαδικασία. Το γεγονός ότι δεν υπήρξαμε αρεστοί στον κ. Σαμαρά αποτελεί τίτλο τιμής για όλη την παρέα. Αλλωστε, για μας εκείνο που προέχει δεν είναι οι λίγοι και εκλεκτοί, αλλά οι πολλοί. Οι χιλιάδες αναγνώστες που προσέρχονται κάθε Σάββατο στα περίπτερα και μας ψηφίζουν. Σε αυτούς δίνουμε λόγο κι όχι στους ανώνυμους, ανύπαρκτους και υποτακτικούς ενός συστήματος που δεν αναγνωρίζει ακόμη και την ετυμηγορία της πλειοψηφίας των πολιτών. Και, τέλος, εκείνο που δεν μπορούν να αποκτήσουν όσοι ηγούνται της Ν.Δ. είναι η διαχρονική συνέπεια. Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε τη Φιλελεύθερη Παράταξη ως super market, μπαίνοντας για να ψωνίσουμε καρέκλες, οφίτσια, εξουσία, αλλά τη θεωρούμε βασικό πυλώνα του πολιτικού συστήματος.