Μια αμιγώς πολιτική εξίσωση θα έχει να λύσει το αμέσως επόμενο διάστημα ο πρόεδρος της Ν.Δ., Κυριάκος Μητσοτάκης, η οποία έχει να κάνει με την ουσία της πολιτικής, που δεν είναι άλλη από τη σχέση του πολιτικού με τον πολίτη και πώς αυτή μετουσιώνεται τελικά σε σχέση εμπιστοσύνης.

Η δεδομένη στροφή της Ν.Δ. προς έναν αμιγώς φιλελεύθερο -και με έντονη τεχνοκρατική χροιά- λόγο κρύβει μια μεγάλη παγίδα: Να σταματήσει η «γαλάζια» παράταξη να «μιλάει» στα πιο λαϊκά στρώματα, τα οποία -δικαίως ή αδίκως- διαμαρτύρονται συνεχώς τα τελευταία έξι χρόνια απέναντι σε κάθε πολιτική ηγεσία για τη δραματική μείωση του βιοτικού τους επιπέδου. Οι λόγοι που συνέβη αυτό είναι και πολλοί και πολύπλοκοι, ωστόσο το αποτέλεσμα είναι ένα: Η απόγνωση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, που διευρύνονται όλο και περισσότερο και έχουν πλησιάσει πλέον -αν δεν το έχουν περάσει- το όριο της φτώχειας.

Αν σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες, που εξετάζουν πρώτιστα το αποτέλεσμα και όχι τις αιτίες, δεν βρει η Ν.Δ. τη φόρμουλα να απευθυνθεί, θα προκαλέσει διπλό πρόβλημα, τόσο στον εαυτό της όσο και στη χώρα. Στον εαυτό της γιατί με αυτό τον τρόπο δεν θα δρομολογηθεί ποτέ η δημιουργία σαφούς πλειοψηφικού ρεύματος στην ελληνική κοινωνία, καθώς τα λαϊκά στρώματα και όσοι υποφέρουν από την εξαετή ύφεση περιμένουν να ακούσουν, εκτός από υψηλές αναλύσεις, και κάτι ελπιδοφόρο για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Να καταλάβουν πως κάποιος αντιλαμβάνεται τα δραματικά αδιέξοδα που βιώνουν καθημερινά.

Δεύτερον, στην ίδια τη χώρα γιατί αυτές οι κοινωνικές ομάδες, που, όπως φαίνεται από τις αγροτικές κινητοποιήσεις, έχουν απομακρυνθεί οριστικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα κινηθούν προς άλλα κόμματα, με ροπή στον λαϊκίστικο λόγο, όπως στους ΑΝ.ΕΛ. και τη Χρυσή Αυγή - ιδιαίτερα προς την τελευταία, που δεν συμμετέχει στην κυβέρνηση και προσπαθεί να απορροφήσει ένα κομμάτι αυτού του κόσμου, επενδύοντας στην ανθρώπινη απόγνωση και στη διάλυση κάθε συνδετικού κρίκου με το παλαιό πολιτικό σύστημα. Η Ν.Δ. σε αυτό το πολύ λεπτό ζήτημα έχει να επιτελέσει κυριολεκτικά εθνικό καθήκον. Ως αξιωματική αντιπολίτευση και ως κόμμα που ιστορικά δημιουργούσε πλατιές κοινωνικές συμμαχίες, δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα του ελιτισμού, ο οποίος μαζί με τον λαϊκισμό είναι δύο αυτοκαταστροφικές τάσεις της πολιτικής ζωής.

Πρέπει εγκαίρως η ηγετική ομάδα να αντιληφθεί πως η Νέα Δημοκρατία δεν είναι κάποιο think tank, που κάνει αναλύσεις, αλλά ένας ζωντανός πολιτικός οργανισμός, ο οποίος απευθύνεται σε έναν λαό εξουθενωμένο και, κυρίως, πλήρως απογοητευμένο. Αυτό απαιτεί να κάνει τόσο η «τέχνη της πολιτικής» όσο και το εθνικό συμφέρον. Ο καταποντισμός του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως η απτή πλέον απόδειξη του αδιεξόδου που φέρνει ο άκρατος λαϊκισμός αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για τη Ν.Δ. να μιλήσει με ειλικρίνεια, από τη μία, αλλά και απλότητα, από την άλλη, που θα απευθύνεται σε όλους τους Ελληνες. Η Ελλάδα, ευρισκόμενη για έκτο χρόνο σε βαθιά ύφεση, δεν θα αντέξει τη δημιουργία άκρων, η άνοδος των οποίων θα προκαλέσει επιπλέον κοινωνική αναταραχή και θα βάλει ταφόπλακα στις ελπίδες για κοινωνική ανασυγκρότηση και οικονομική εξυγίανση.

Η Ν.Δ. είναι βέβαιο πως βρίσκεται μπροστά σε πολλά και δύσκολα προβλήματα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει πως έχει και τη βούληση, αλλά και την αντίληψη για να γίνουν όλα όσα πρέπει. Από τα πρώτα ωστόσο είναι αυτό που περιγράφω: Η επανασύνδεση του ομφάλιου λώρου με την κοινωνία, που κόπηκε σταδιακά τα τελευταία χρόνια. Γιατί δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ξεχνούν οι «γαλάζιοι» παροικούντες πως, αν στην πολιτική δεν έχεις σύμμαχο τον κόσμο, είναι σαν να αρθρογραφείς χωρίς να έχεις αναγνώστες!