H ακροδεξιά, από την πρώτη στιγµή που εµφανίστηκε στα ευρωπαϊκά εδάφη, προσπάθησε να κρυφτεί, να καµουφλαριστεί και να µεταχειριστεί «µαύρες» και παρακρατικές µεθόδους προκειµένου να πάρει την εξουσία. Ελεγε ψέµατα, χρησιµοποιούσε ανθρώπους και προσπαθούσε να αλλάξει τα πραγµατικά γεγονότα, για να τη βολεύουν. Εβαλε ταµπέλες σε ανθρώπους και τους στοχοποίησε. Αυτό όµως δεν κρατούσε πολύ. Αργά ή γρήγορα το αληθινό της πρόσωπο έβγαινε στην επιφάνεια.

Η άθλια εικόνα της είναι αυτή που βρέθηκε στο περιθώριο, που καταδικάστηκε και συνεχίζει να είναι καταδικασµένη σε ολόκληρο τον πολιτισµένο κόσµο και να βρίσκεται εκεί που της αξίζει. Στο χρονοντούλαπο και στις «γκρίζες» σελίδες των βιβλίων Ιστορίας.

Η σηµερινή αποκάλυψη των «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ» για τα γραφέντα του Πάνου Καµµένου φέρνει στο φως τις πραγµατικές του απόψεις και αποδεικνύει περίτρανα το ποιόν του. ∆εν προσπάθησε ποτέ να το κρύψει, ιδιαίτερα τα τελευταία δυόµισι χρόνια, χρησιµοποιώντας τη θεσµική του ιδιότητα και προκαλώντας πολλές φορές πρόβληµα στη χώρα. Προκαλεί την Τουρκία, υποκαθιστά πολλές φορές την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών και χρησιµοποιεί τον Ελληνικό Στρατό για αυτοπροβολή. Ολα αυτά ως υπουργός. Ως πολιτικός όµως έχει παρελθόν, το οποίο αποτυπώνεται σε όσα έγραφε ο ίδιος. Μήτρα, λοιπόν, της τροµοκρατίας στην Ελλάδα µάλλον είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του οποίου παρουσιάζονται από τον σηµερινό συγκυβερνήτη του κ. Τσίπρα ως συµπαθούντες την τροµοκρατική οργάνωση της «17 Νοέµβρη». Και αυτό δεν είναι συµπέρασµα κανενός άλλου παρά του Πάνου Καµµένου στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ήταν της µόδας να πουλάς δεξιοφροσύνη και ακρότητες.

Να στοχοποιείς και να κολλάς «ρετσινιές» χωρίς να έχεις κανένα στοιχείο. Τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν µίλησε στο «Politico» για την τροµοκρατία και την άκρα Αριστερά ήταν επιεικής. Επρεπε να επικαλεστεί τα γραφέντα του υπουργού Εθνικής Αµυνας, να χαρακτηρίσει ως µήτρα της τη light Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και τότε θα είχε ενδιαφέρον να έβλεπαν όλοι τι θέση θα έπαιρνε ο Αλ. Τσίπρας από το βήµα της Βουλής και αν θα κουνούσε το δάχτυλο, υπερασπιζόµενος την Αριστερά. Γιατί και τα δύο δεν γίνεται. Και να καλύπτεις τον συγκυβερνώντα σου σε όλα τα επίπεδα, και να υπερασπίζεσαι την τιµή της Αριστεράς, και ο εταίρος σου να κατηγορεί βουλευτές σου ως συµπαθούντες την τροµοκρατία.

Η σιωπή είναι συνενοχή, λέει ο θυµόσοφος ελληνικός λαός, αλλά στην περίπτωση του πρωθυπουργού δεν έχουµε σιωπή. Αντιθέτως είναι λαλίστατος, µε οµιλίες στη Βουλή και διαρροές κυβερνητικών στελεχών. Οσο ο Αλέξης Τσίπρας συνεχίζει να συγκυβερνά µε τον Πάνο Καµµένο, όσο συνεχίζει να τον καλύπτει µε απροκάλυπτο τρόπο και να γελάει µαζί του στα υπουργικά έδρανα, συναινεί µε όσα έγραφε ο σηµερινός υπουργός Εθνικής Αµυνας και του δίνει άφεση. Την ίδια άφεση που έδωσε και στον συνεπώνυµό του, ∆ηµήτρη, στηρίζοντάς τον για αντιπρόεδρο της Βουλής, ενώ περίπου δύο χρόνια πριν ζήτησε την αποποµπή του από το κυβερνητικό σχήµα για τα αντισηµιτικά του ξεσπάσµατα.

Τι άλλαξε και από εκεί που δεν έκανε για υφυπουργός στην εκτελεστική εξουσία κάνει για αντιπρόεδρος στη νοµοθετική; Εν έτει 2017, ο «αριστερός» πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει έναν άνθρωπο που έχει γράψει ότι στελέχη και βουλευτές του κόµµατός του συµπαθούσαν µια τροµοκρατική οργάνωση και αναδεικνύει έναν βουλευτή του ο οποίος ξεσπούσε εναντίον των Εβραίων. Ενας πρωθυπουργός αγκιστρωµένος στην καρέκλα και την εξουσία, για να τις διατηρήσει, κάνει στην άκρη ακόµα και την ιδεολογία, ακόµα και τα πιστεύω που διατείνεται ότι υπερασπίζεται.

Οπως το Σύνταγµα και τους νόµους του κράτους, τα οποία καταπατά συνεχώς. Το άθλιο πολιτικό παρελθόν του Πάνου Καµµένου θα τον συνοδεύει πάντα, όπου κι αν πάει, σε όποια καρέκλα κι αν κάτσει, όποια εξουσία κι αν έχει να τον καλύπτει εξόφθαλµα. Τα ακροδεξιά του παραληρήµατα δεν πρόκειται να σβηστούν ποτέ και µαζί µε τον ίδιον θα χαρακτηρίζουν και όσους παλεύουν να τον στηρίξουν και συνεργούν µαζί του. Και κάτι τελευταίο... Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθυνόµενος στον Αλέξη Τσίπρα, υποστήριξε ότι η τροµοκρατία έχει αναφορά στην άκρα Αριστερά. Προφανώς δεν είχε διαβάσει το πόνηµα του υπουργού-συνοµιλητή του ισοβίτη Γιαννουσάκη.