Από το 2012 ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε ως σημαιοφόρος του «νέου», δείχνοντας διάθεση να μεταλαμπαδεύσει τη χαμένη ελπίδα. Στην προσπάθειά του αυτή αράδιασε ουκ ολίγα ψέματα, έχοντας στόχο να υφαρπάξει την ψήφο των Ελλήνων. Κάτι αντίστοιχο επιχείρησε από τα δεξιά και ο λαϊκιστής και μετέπειτα συγκυβερνήτης του, Πάνος Καμμένος. Ο στόχος που είχαν θέσει οι δύο άνδρες επετεύχθη στον απόλυτο βαθμό τον Ιανουάριο του 2015. Με λεκτικές κορώνες που παρέπεμπαν σε επαναστάσεις του παρελθόντος, ο σημερινός πολιτικός νεκροθάφτης της Αριστεράς υποσχέθηκε το «νέο».

Εχοντας διανύσει μια πολύ μεγάλη διαδρομή ως πρωθυπουργός, αφού ήδη έχει ξεπεράσει τα τέσσερα χρόνια στην καρέκλα του Μαξίμου, και διατηρώντας με διαφορά από τον δεύτερο τον τίτλο του μακροβιότερου μνημονιακού πρωθυπουργού, ο κ. Τσίπρας βρίσκεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητά του. Το νέο που υποσχέθηκε και, τελικά, δεν έφερε. Τα Μνημόνια που έταξε ότι θα σκίσει, αλλά τελικά δεν έσκισε. Τις αγορές που θα έκανε να χορεύουν πεντοζάλη, αλλά τελικά δεν χόρεψαν. Αντιθέτως, ο ίδιος χόρεψε στον ρυθμό τους όσο κανένας προκάτοχός του.

Και, φυσικά, το «Οχι» του δημοψηφίσματος που μέσα σε λίγες μόλις ώρες μετατράπηκε σε ένα μεγάλο «Ναι», το οποίο συνοδεύτηκε από πρωτοφανείς στα πολιτικά χρονικά ικεσίες έναντι όλων εκείνων που μέχρι εκείνη τη στιγμή χαρακτήριζε ως εχθρούς των ευρωπαϊκών λαών. Ενα «Ναι» που γονάτισε για τα καλά την ελληνική κοινωνία, στο όνομα ενός επικοινωνιακού ψευτο-επαναστατισμού κι ενός καλαματιανού στο Σύνταγμα. Ιστορία, όμως, γράφουν μόνο τα αληθινά και ουσιαστικά «Οχι» που πηγάζουν από τις διαχρονικές αξίες της φυλής μας και εκφράζουν τα ιδανικά της, όπως αυτό του Μεταξά το 1940. Αυτά τα «Οχι» ποτέ δεν έγιναν, ούτε θα μπορούσαν να γίνουν «Ναι», καθώς αποτύπωναν το σημαντικότερο στοιχείο χάρη στο οποίο ο ελληνισμός επιβίωσε μέσα από την ακανθώδη ιστορική του διαδρομή.

Αυτό της περηφάνιας και της αποφασιστικότητας να μην εκχωρηθεί ούτε μια σπίθα της εθνικής μας κληρονομιάς. Είναι το ίδιο στοιχείο που οι σημερινοί κυβερνώντες βεβηλώνουν απροσχημάτιστα μόνο και μόνο για να παραμείνουν στις μίζερες καρέκλες τους.

Είχε πει πολλά ο πρωθυπουργός, που είναι δύσκολο να τα θυμηθεί κανείς. Αλλωστε, και ο ίδιος, αν υπήρχε τρόπος, θα ήθελε να τα εξαφανίσει ενόψει των κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων. Ομως, πλέον δεν έχουν και τόση σημασία αυτά που υποσχέθηκε και δεν έκανε ο κ. Τσίπρας, όσο το γεγονός ότι σήμερα φαντάζει πιο παλιός από το «παλιό» που κατήγγειλε πριν από έξι χρόνια. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός έχει πλέον βαρύ παρελθόν. Διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός παλιού πολιτικού. Τίποτα το νέο, τίποτα το φρέσκο. Ακόμα και ο πολιτικός του λόγος παραπέμπει σε ηγέτες που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία, αλλά ο ίδιος θεωρεί ότι αυτό το έχουν απολέσει από τη μνήμη τους οι πολίτες.

Ο κ. Τσίπρας απέρχεται έχοντας σημαδέψει την πολιτική ζωή με τα ψέματα, τις αυταπάτες και τους διαρκείς συμβιβασμούς που αναγκάστηκε να κάνει με τον κ. Πάνο Καμμένο. Γιατί, όσο κι αν θέλει να το αποφύγει, εκείνο που θα τον συνοδεύει και ως ηγέτη αλλά και ως άνθρωπο είναι ότι επί τεσσεράμισι ολόκληρα χρόνια, προκειμένου να παραμείνει στην καρέκλα της εξουσίας, συνυπήρξε με έναν πολιτικό που δεν θα πέρναγε ούτε από το πάρκο της Κουμουνδούρου επί Κύρκου, Κωνσταντόπουλου και Αλαβάνου. Και δεν συνεργάστηκε μόνο, αλλά έγινε και ένα με την κοσμοθεωρία του Καμμένου, τις αντιθεσμικές πρακτικές, τις «θεωρίες συνωμοσίας» και ό,τι πρεσβεύει ο εκλεκτός του κ. Τσίπρα για το υπουργείο Αμυνας.

Το χειρότερο, όμως, για τον απερχόμενο πρωθυπουργό είναι ότι, εκτός από την εικόνα που εκπέμπει, πλέον απέρχεται έχοντας να απολογηθεί για τον Πετσίτη του Παππά και μια σειρά από άλλες σκανδαλώδεις υποθέσεις, στις οποίες εμπλέκονται στελέχη της επιλογής του. Στη χαραυγή του 2019, ο κ. Τσίπρας βρίσκεται αντιμέτωπος με πολλούς εφιάλτες, που είναι δύσκολο να κερδίσει με ψέματα, υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα και όλα εκείνα με τα οποία έκανε πολιτική καριέρα.