Η πτώση του «Τείχους» στην Ευρώπη το 1989 και η κατάρρευση των καθεστώτων των γειτονικών μας βαλκανικών χωρών, είχαν στη χώρα μας σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις. Ομως, η ελληνική πολιτική τάξη δεν τα μέτρησε σωστά τα πράγματα ούτε τότε, ούτε και τα επόμενα χρόνια. Αλλά και αργότερα, οι πολιτικές ηγεσίες δεν αντελήφθησαν τις διαστάσεις του Μεταναστευτικού και της «κρίσης» του 2010 και ειδικότερα το πόσο αυτή θα έφερνε νέα κύματα εγκληματικότητας στα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα ,βέβαια, στην πληθυσμιακά βαρυφορτωμένη Αττική.

Καλό και χρήσιμο θα ήταν, λοιπόν, να γίνει παραδεκτή από το «όλον» πολιτικό σύστημα και πάντως από κάθε σοβαρό πολιτικό η θλιβερή αλήθεια : Ότι η Δημοκρατία μας δεν διέθετε τις υποδομές και την οργάνωση των κρατικών υπηρεσιών που έπρεπε από το 1990, και με μεγαλύτερη ταχύτητα μετά το 2010,να δραστηριοποιηθούν προκειμένου να αντιμετωπίσουν το μέγα πρόβλημα: την «άνθηση» της εγκληματικότητας, που σημειώθηκε λόγω μεταναστευτικών ροών και της οξείας οικονομικής κρίσης, που «ξεπάτωσε» την κοινωνία.

Η ανοικτή παραδοχή θα βοηθούσε να γίνει σήμερα στον τομέα αυτό ένα πραγματικό «νέο ξεκίνημα», με στόχο να απαλλαγεί η ελληνική κοινωνία απ΄’ το απειλητικό νέφος της εγκληματικότητας, που τη σκεπάζει . Ωστε, να ακυρώσει η πολιτική ηγεσία την εντύπωση η οποία έχει και διεθνώς, δημιουργηθεί, ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει κράτικό μηχανισμό ικανό να ελέγξει αυτόν τον τομέα είτε λόγω διοικητικής ανικανότητας των πολιτικών της, είτε και λόγω «παρεμβάσεων» στα έργα των οργάνων της Δημόσια Τάξης.

Η χώρα δεν στερείται ικανών αστυνομικών. Γι αυτό και εκεί όπου ορισμένες υπηρεσίες διαθέτουν τις απαραίτητες, στοιχειώδεις, υποδομές και απ’ το αντικείμενο τους (ναρκωτικά, διεθνές έγκλημα) συνεργάζονται με την INTERPOL και με ξένες υπηρεσίες Πληροφοριών, και δεν υφίστανται πολιτικές «παρεμβάσεις», σημειώνουν εντυπωσιακές επιτυχίες. Ομως, τα πράγματα είναι πολύ άσχημα στους τομείς α) της αντιμετώπισης του υποκόσμου της «νύχτας» β) της καθημερινής εγκληματικότητας (ληστείες, διαρρήξεις, βία) από έναν υπόκοσμο που συγκροτούν πρωτίστως συνεργαζόμενες ομάδες αλλοδαπών και Ελλήνων κακοποιών και γ) της τρομοκρατίας, που σκορπούν με άνεση και θράσος στην Αθήνα οργανωμένες συμμορίες ροπαλοφόρων «ακτιβιστών» και δήθεν «αναρχικών» «αντι-εξουσιαστών», που μέλη τους συνδέονται αποδεδειγμένα και με «κεντρικά» κυκλώματα ποινικών. Η κατάσταση, λοιπόν, της «δημόσιας ασφάλειας» είναι πλέον αφόρητη για τους πολίτες και εξευτελιστική για το κράτος.

Το εν λόγω δράμα μετράει ,είπαμε, χρόνους ουκ ολίγους. Αλλά, γεγονός είναι, ότι στην περίοδο 2015-19 ειδικά ο τρίτος τομέας πήρε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις, με τις εξοντωτικά παιδαριώδεις «πολιτικές» απόψεις μίας σειράς πολιτικών στελεχών, που οδήγησαν σε μια εξοργιστική κυβερνητική ανοχή απέναντι σε κακοποιούς της τρίτης κατηγορίας. Αυτό, συνδυασμένο με τεράστια κενά σε προσωπικό και τεχνικά μέσα της Αστυνομίας διευκόλυνε τα «πάρτυ» των κακοποιών. (Αρκεί να πληροφορηθεί κανείς τη αστυνομική δύναμη στελέχωσης και περιπολικών σε αστυνομικά τμήματα με καθήκον κάλυψης περιφερειών τεράστιας έκτασης, όπως ,για παράδειγμα, των Αμπελοκήπων και του Παγκρατίου, για να κατανοήσει το μέγεθος του προβλήματος ασφάλειας της πόλης)

Πρόκειται πλέον για μία μείζονα πολιτική υπόθεση, που δεν έχει να κάνει με δεξιές και αριστερές «θεωρίες» και ιδεολογικές εμμονές. Εχει να κάνει μόνο με το δημοκρατικό δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών να ζουν ασφαλείς στο τόπο τους και με το καθήκον της πολιτικής ηγεσίας να προστατεύει την πληρωμένη απ τους πολίτες δημόσια περιουσία, που με τόση ευκολία καταστρέφουν οι συμμορίες των Αθηνών. Δεν χρειάζονται εντυπωσιακές καταδρομικές επιχειρήσεις στρατιωτικού τύπου για να διαλυθούν αυτά τα «νέας κοπής» υποκοσμιακά καρκινώματα με τους αόρατους αρχηγούς. Από τους κόλπους της Αστυνομίας παρέχονται από καιρό διαβεβαιώσεις σε πολιτικούς προϊσταμένους τους ,ότι παρά τις ελλείψεις τους σε μέσα γνωρίζουν το «πώς» να κάνουν καλά τη δουλειά τους ,ώστε να παραχθούν αποτελέσματα και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το μόνο που ,πριν από κάθε τι άλλο ,ζητούν και περιμένουν είναι το «πράσινο» (επιτέλους) από την πολιτική ηγεσία. Εως ότου συμβεί αυτό, ο προϊστάμενος του «ρουβίκωνα» θα απειλεί επωνύμως τον κ.Χρυσοχοϊδη με «αντίποινα»…αν τολμήσει να πειράξει τους «επαναστάτες» των Εξαρχείων.